Αγαπητοί Συνάδελφοι της ΔΟΕ,
σας απευθύνω συναδερφικό και εγκάρδιο λόγο, προκειμένου να σας κοινοποιήσω μερικές απλές σκέψεις μου, μέσα από την πολυετή εμπειρία μου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, που ίσως σας δώσουν έναυσμα για προεκτάσεις και προβληματισμό.
Πολλές παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος εδράζουν στην αφύσικη κατάτμηση της Εκπαίδευσης σε βαθμίδες, στεγανά διαχωρισμένες μεταξύ τους, που έχουν απολέσει την αυτοτέλειά τους εξελισσόμενες ως «γέφυρες» μετάβασης η μια για την άλλη, με αποκορύφωμα το Λύκειο, που αντιμετωπίζεται ως προθάλαμος του Πανεπιστημίου.
Έτσι, διδακτική μεθοδολογία και πρακτικές επικοινωνίας διαφοροποιούνται ριζικά από τη μια βαθμίδα στην άλλη δημιουργώντας τραυματικές εμπειρίες μετάβασης στους μαθητές, που από την αγκαλιά του Νηπιαγωγείου περνούν στο τυπικό πρόγραμμα του Δημοτικού, σε ένα πολύ διαφοροποιημένο περιβάλλον, ενώ το ίδιο δύσκολες εμπειρίες υφίστανται με το πέρασμά τους στο Γυμνάσιο, με την ακόμη πιο απρόσωπη αντιμετώπισή τους και το πιο τυπικό κλίμα. Αποσιωπώ τις διακρίσεις και τις προκαταλήψεις μεταξύ δασκάλων και καθηγητών, που έχουν, επίσης, σημαντικές συνέπειες και ρωγμές στον κοινωνικό ιστό.
Απαιτείται μια «ενιαιοποίηση» όλου του συστήματος, ως προς τις διδακτικές πρακτικές και τη φιλοσοφία, με έναν νέο ΝΟΜΟ – ΠΛΑΙΣΙΟ, μια «ενιαιοποίηση» που μπορεί να περιλαμβάνει και την τριτοβάθμια Εκπαίδευση με τη συγχώνευση των Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης και Νηπιαγωγών (που είναι κατά βάση συναφή Τμήματα) και την απαραίτητη σπουδή σε παιδαγωγικά μαθήματα τουλάχιστον ενός έτους όλων των επιστημόνων που ενδιαφέρονται να διδάξουν στην Εκπαίδευση.
Επίσης, οι μεταρρυθμίσεις των τελευταίων δεκαετιών στην ελληνική Εκπαίδευση είναι μια μακροσκελής ιστορία διαρκώς προστιθέμενων νέων διδακτικών αντικειμένων και μαθημάτων, ύλης, διδακτικών ωρών, ειδικοτήτων, κλπ., χωρίς να υπάρξει μια αφαίρεση κάποιων μαθημάτων ή και ενοτήτων που δεν αποτελούν χρήσιμη διδακτική ύλη. Το περιεχόμενο των μαθημάτων έχει γίνει ασφυκτικά ογκώδες και κουραστικό (για μαθητές και δασκάλους) και ο αγώνας «διεκπεραίωσης» (ούτε καν διδασκαλίας) της ύλης, η οποία για αρκετά μαθήματα επαναλαμβάνεται πολλές φορές στη διάρκεια της σχολικής φοίτησης, δεν αφήνει περιθώριο για την καλλιέργεια της σκέψης, του στοχασμού και της κριτικής ικανότητας.
Οι πολυδεξιότητες, η αποσπασματικότητα, η υπερπληροφόρηση και το «λίγο από όλα» έχουν καταργήσει την ολιστική θεώρηση της Παιδείας, την έμφαση στα βασικά και την εμβάθυνση σε παραδειγματικές ενότητες. Και κανείς δεν βρίσκει το θάρρος να τολμήσει τις απαραίτητες αφαιρέσεις και τροποποιήσεις περιορίζοντας την ύλη και θέτοντας άλλα πλαίσια εργασίας και κατεύθυνσης, πχ. έμφαση στη γλώσσα και τις ξένες γλώσσες, στις τέχνες, στον πολιτισμό, κύκλους μαθημάτων-ενότητες, αλλά και σε δεξιότητες όπως ο αναστοχασμός, η δημιουργική σκέψη, η κριτική ικανότητα, κλπ. Είναι αυτονόητο ότι χρειάζεται δραστικός περιορισμός της ύλης και αναπροσδιορισμός προτεραιοτήτων με βάση τις σύγχρονες ανάγκες.
Οι μαθητές, αποδέκτες της καθημερινής οικογενειακής αγωνίας για επιβίωση και των εντάσεων των γονέων τους, δεν βρίσκουν καμιά σχεδόν ψυχολογική υποστήριξη στο σχολείο. Οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί είναι «μια κάποια λύσις», αλλά το ουσιώδες είναι να προβλεφθεί παιδαγωγική κατάρτιση και εκπαίδευση σε διδακτικές και επικοινωνιακές ικανότητες για όλους τους εκπαιδευτικούς, που διδάσκουν όλα τα μαθήματα, ώστε να συλλειτουργούν οι διδακτικές δράσεις με τις υποστηρικτικές παρεμβάσεις και τη διαρκή παιδαγωγική διαχείριση των παιδιών. Και το θέμα αυτό είναι μείζον για την Πρωτοβάθμιας, αλλά και για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, όπου οι έφηβοι στην πιο κρίσιμη φάση της ζωής τους πρέπει επίσης να αντιμετωπίζονται με την δέουσα ευαισθησία και προσοχή.
Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στην επιμόρφωση, που πρέπει να τεθεί σε νέες βάσεις, με περισσότερη ενεργή συμμετοχή των εκπαιδευτικών, ενώ η επιμόρφωση των καθηγητών θα πρέπει να εστιάζεται στην παιδαγωγική κατάρτιση.
Η απενεργοποίηση των επίσημων-δημόσιων επιμορφωτικών θεσμών, η συνακόλουθη εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης και της επιμόρφωσης (με τα αμειβόμενα μεταπτυχιακά και άλλα προγράμματα δια βίου μάθησης) και η ταυτόχρονη απειλή της αξιολόγησης των τυπικών προσόντων των εκπαιδευτικών, και όχι της διδακτικής ικανότητας, μας οδήγησαν σε μια άκρατη «τιτλοθηρία» που μας αποπροσανατόλισε στην κυριολεξία από τους πραγματικούς στόχους της επιμόρφωσης, και αυτή η κατάσταση πρέπει να αλλάξει άμεσα.
Ένα σημαντικό θέμα της καθημερινότητας είναι ότι επί χρόνια σε όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους τα σχολεία «βομβαρδίζονται» με νέες εγκυκλίους, προτάσεις εφαρμογής νέων σχεδίων δράσης και επετείων, τροποποιήσεις προγραμμάτων και ύλης. Επίσης, με κάθε αλλαγή Υπουργού αλλάζουν στόχοι και προτεραιότητες, στην προσπάθεια του καθενός να δώσει το δικό του όνομα και τη σφραγίδα του σε πρωτοβουλίες και προγράμματα.
Απαιτείται, λοιπόν, σταθερότητα, οργάνωση, προγραμματισμός και ένα σαφές πλαίσιο υποχρεώσεων (Οδηγός σπουδών) για την ετήσια λειτουργία των Σχολείων. Η εισαγωγή καινοτομιών να προγραμματίζεται από τους θερινούς μήνες και με την έναρξη να γνωρίζουν όλοι τις υποχρεώσεις και τις δυνατότητές τους, χωρίς «εκπλήξεις» και διαρκείς ανακατατάξεις στον προγραμματισμό τους. Δεν μπορεί να ζητείται από τους εκπαιδευτικούς να προγραμματίζουν το έργο τους και το ίδιο το Υπουργείο να παρουσιάζεται ανοργάνωτο, με περιστασιακές και απρόβλεπτες επιλογές.
Η αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας (ΑΕΕ), που πρώτος ο αείμνηστος Ιωσήφ Σολομών σχεδίασε και εφάρμοσε πειραματικά με επιτυχία και με τη συναίνεση της όλης εκπαιδευτικής κοινότητας, φαίνεται να είναι ένα πλήρες πλαίσιο σχεδιασμού/προγραμματισμού και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου των σχολείων.
Και πέρα από τα διαδικαστικά, κυρίως, απαιτείται ένας νέος προσανατολισμός, βαθιά ανθρωπιστικός, και μια νέα, ουσιαστική νοηματοδότηση της Παιδείας μας με κοινωνικό στίγμα, που θα εμπνεύσει και θα εμψυχώσει όλους μας σε νέους οραματικούς κοινωνικούς στόχους και δράσεις, με έμφαση, αλλά και κριτική στάση απέναντι στον Ψηφιακό Γραμματισμό και τις Νέες Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας, που είναι και το μέγιστο στοίχημα της Εκπαίδευσης του μέλλοντος.
Σας συγχαίρω για τη σημερινή σας ημερίδα και είμαι στη διάθεσή σας, αν μπορώ να σας φανώ χρήσιμη σε εκπαιδευτικά θέματα που μας απασχολούν. Με τις αγωνιώδεις κι αγωνιστικές σας πρωτοβουλίες μας υπενθυμίζετε ότι η συνδικαλιστική δράση των εκπαιδευτικών ήταν πάντα στην πρωτοπορία των κοινωνικών αναζητήσεων και αγώνων. Εύχομαι να έχουμε μια δημιουργική και φωτεινή άνοιξη και να εκπέμψουμε την άνοιξη αυτή και στην Παιδεία μας! Καλή επιτυχία στο έργο όλων μας!
Με εκτίμηση
Όλγα Μούσιου Μυλωνά
Σχολική Σύμβουλος 1ης Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Φλώρινας
Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Φλώρινας
Πολλές παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος εδράζουν στην αφύσικη κατάτμηση της Εκπαίδευσης σε βαθμίδες, στεγανά διαχωρισμένες μεταξύ τους, που έχουν απολέσει την αυτοτέλειά τους εξελισσόμενες ως «γέφυρες» μετάβασης η μια για την άλλη, με αποκορύφωμα το Λύκειο, που αντιμετωπίζεται ως προθάλαμος του Πανεπιστημίου.
Έτσι, διδακτική μεθοδολογία και πρακτικές επικοινωνίας διαφοροποιούνται ριζικά από τη μια βαθμίδα στην άλλη δημιουργώντας τραυματικές εμπειρίες μετάβασης στους μαθητές, που από την αγκαλιά του Νηπιαγωγείου περνούν στο τυπικό πρόγραμμα του Δημοτικού, σε ένα πολύ διαφοροποιημένο περιβάλλον, ενώ το ίδιο δύσκολες εμπειρίες υφίστανται με το πέρασμά τους στο Γυμνάσιο, με την ακόμη πιο απρόσωπη αντιμετώπισή τους και το πιο τυπικό κλίμα. Αποσιωπώ τις διακρίσεις και τις προκαταλήψεις μεταξύ δασκάλων και καθηγητών, που έχουν, επίσης, σημαντικές συνέπειες και ρωγμές στον κοινωνικό ιστό.
Απαιτείται μια «ενιαιοποίηση» όλου του συστήματος, ως προς τις διδακτικές πρακτικές και τη φιλοσοφία, με έναν νέο ΝΟΜΟ – ΠΛΑΙΣΙΟ, μια «ενιαιοποίηση» που μπορεί να περιλαμβάνει και την τριτοβάθμια Εκπαίδευση με τη συγχώνευση των Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης και Νηπιαγωγών (που είναι κατά βάση συναφή Τμήματα) και την απαραίτητη σπουδή σε παιδαγωγικά μαθήματα τουλάχιστον ενός έτους όλων των επιστημόνων που ενδιαφέρονται να διδάξουν στην Εκπαίδευση.
Επίσης, οι μεταρρυθμίσεις των τελευταίων δεκαετιών στην ελληνική Εκπαίδευση είναι μια μακροσκελής ιστορία διαρκώς προστιθέμενων νέων διδακτικών αντικειμένων και μαθημάτων, ύλης, διδακτικών ωρών, ειδικοτήτων, κλπ., χωρίς να υπάρξει μια αφαίρεση κάποιων μαθημάτων ή και ενοτήτων που δεν αποτελούν χρήσιμη διδακτική ύλη. Το περιεχόμενο των μαθημάτων έχει γίνει ασφυκτικά ογκώδες και κουραστικό (για μαθητές και δασκάλους) και ο αγώνας «διεκπεραίωσης» (ούτε καν διδασκαλίας) της ύλης, η οποία για αρκετά μαθήματα επαναλαμβάνεται πολλές φορές στη διάρκεια της σχολικής φοίτησης, δεν αφήνει περιθώριο για την καλλιέργεια της σκέψης, του στοχασμού και της κριτικής ικανότητας.
Οι πολυδεξιότητες, η αποσπασματικότητα, η υπερπληροφόρηση και το «λίγο από όλα» έχουν καταργήσει την ολιστική θεώρηση της Παιδείας, την έμφαση στα βασικά και την εμβάθυνση σε παραδειγματικές ενότητες. Και κανείς δεν βρίσκει το θάρρος να τολμήσει τις απαραίτητες αφαιρέσεις και τροποποιήσεις περιορίζοντας την ύλη και θέτοντας άλλα πλαίσια εργασίας και κατεύθυνσης, πχ. έμφαση στη γλώσσα και τις ξένες γλώσσες, στις τέχνες, στον πολιτισμό, κύκλους μαθημάτων-ενότητες, αλλά και σε δεξιότητες όπως ο αναστοχασμός, η δημιουργική σκέψη, η κριτική ικανότητα, κλπ. Είναι αυτονόητο ότι χρειάζεται δραστικός περιορισμός της ύλης και αναπροσδιορισμός προτεραιοτήτων με βάση τις σύγχρονες ανάγκες.
Οι μαθητές, αποδέκτες της καθημερινής οικογενειακής αγωνίας για επιβίωση και των εντάσεων των γονέων τους, δεν βρίσκουν καμιά σχεδόν ψυχολογική υποστήριξη στο σχολείο. Οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί είναι «μια κάποια λύσις», αλλά το ουσιώδες είναι να προβλεφθεί παιδαγωγική κατάρτιση και εκπαίδευση σε διδακτικές και επικοινωνιακές ικανότητες για όλους τους εκπαιδευτικούς, που διδάσκουν όλα τα μαθήματα, ώστε να συλλειτουργούν οι διδακτικές δράσεις με τις υποστηρικτικές παρεμβάσεις και τη διαρκή παιδαγωγική διαχείριση των παιδιών. Και το θέμα αυτό είναι μείζον για την Πρωτοβάθμιας, αλλά και για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, όπου οι έφηβοι στην πιο κρίσιμη φάση της ζωής τους πρέπει επίσης να αντιμετωπίζονται με την δέουσα ευαισθησία και προσοχή.
Προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στην επιμόρφωση, που πρέπει να τεθεί σε νέες βάσεις, με περισσότερη ενεργή συμμετοχή των εκπαιδευτικών, ενώ η επιμόρφωση των καθηγητών θα πρέπει να εστιάζεται στην παιδαγωγική κατάρτιση.
Η απενεργοποίηση των επίσημων-δημόσιων επιμορφωτικών θεσμών, η συνακόλουθη εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης και της επιμόρφωσης (με τα αμειβόμενα μεταπτυχιακά και άλλα προγράμματα δια βίου μάθησης) και η ταυτόχρονη απειλή της αξιολόγησης των τυπικών προσόντων των εκπαιδευτικών, και όχι της διδακτικής ικανότητας, μας οδήγησαν σε μια άκρατη «τιτλοθηρία» που μας αποπροσανατόλισε στην κυριολεξία από τους πραγματικούς στόχους της επιμόρφωσης, και αυτή η κατάσταση πρέπει να αλλάξει άμεσα.
Ένα σημαντικό θέμα της καθημερινότητας είναι ότι επί χρόνια σε όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους τα σχολεία «βομβαρδίζονται» με νέες εγκυκλίους, προτάσεις εφαρμογής νέων σχεδίων δράσης και επετείων, τροποποιήσεις προγραμμάτων και ύλης. Επίσης, με κάθε αλλαγή Υπουργού αλλάζουν στόχοι και προτεραιότητες, στην προσπάθεια του καθενός να δώσει το δικό του όνομα και τη σφραγίδα του σε πρωτοβουλίες και προγράμματα.
Απαιτείται, λοιπόν, σταθερότητα, οργάνωση, προγραμματισμός και ένα σαφές πλαίσιο υποχρεώσεων (Οδηγός σπουδών) για την ετήσια λειτουργία των Σχολείων. Η εισαγωγή καινοτομιών να προγραμματίζεται από τους θερινούς μήνες και με την έναρξη να γνωρίζουν όλοι τις υποχρεώσεις και τις δυνατότητές τους, χωρίς «εκπλήξεις» και διαρκείς ανακατατάξεις στον προγραμματισμό τους. Δεν μπορεί να ζητείται από τους εκπαιδευτικούς να προγραμματίζουν το έργο τους και το ίδιο το Υπουργείο να παρουσιάζεται ανοργάνωτο, με περιστασιακές και απρόβλεπτες επιλογές.
Η αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας (ΑΕΕ), που πρώτος ο αείμνηστος Ιωσήφ Σολομών σχεδίασε και εφάρμοσε πειραματικά με επιτυχία και με τη συναίνεση της όλης εκπαιδευτικής κοινότητας, φαίνεται να είναι ένα πλήρες πλαίσιο σχεδιασμού/προγραμματισμού και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου των σχολείων.
Και πέρα από τα διαδικαστικά, κυρίως, απαιτείται ένας νέος προσανατολισμός, βαθιά ανθρωπιστικός, και μια νέα, ουσιαστική νοηματοδότηση της Παιδείας μας με κοινωνικό στίγμα, που θα εμπνεύσει και θα εμψυχώσει όλους μας σε νέους οραματικούς κοινωνικούς στόχους και δράσεις, με έμφαση, αλλά και κριτική στάση απέναντι στον Ψηφιακό Γραμματισμό και τις Νέες Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας, που είναι και το μέγιστο στοίχημα της Εκπαίδευσης του μέλλοντος.
Σας συγχαίρω για τη σημερινή σας ημερίδα και είμαι στη διάθεσή σας, αν μπορώ να σας φανώ χρήσιμη σε εκπαιδευτικά θέματα που μας απασχολούν. Με τις αγωνιώδεις κι αγωνιστικές σας πρωτοβουλίες μας υπενθυμίζετε ότι η συνδικαλιστική δράση των εκπαιδευτικών ήταν πάντα στην πρωτοπορία των κοινωνικών αναζητήσεων και αγώνων. Εύχομαι να έχουμε μια δημιουργική και φωτεινή άνοιξη και να εκπέμψουμε την άνοιξη αυτή και στην Παιδεία μας! Καλή επιτυχία στο έργο όλων μας!
Με εκτίμηση
Όλγα Μούσιου Μυλωνά
Σχολική Σύμβουλος 1ης Εκπαιδευτικής Περιφέρειας Φλώρινας
Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Φλώρινας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.