Την άμεση και ουσιαστική ενημέρωση της Βουλής και του ελληνικού λαού για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών και την ταυτόχρονη κατάθεση στη Βουλή όλων των αναγκαίων εγγράφων, αποφάσεων, παραστατικών και πιστοποιητικών κρατικών ελεγκτών ζητούν 41 βουλευτές του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. -Ε.Κ.Μ., μεταξύ αυτών και ο Θανάσης Γερμανίδης, με ερώτησή τους προς τους Υπουργούς Οικονομικών και Ανάπτυξης Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
Στην κατατεθείσα ερώτηση οι βουλευτές αναφέρουν ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών γίνεται με φορείς υλοποίησης το ΤΧΣ και την ΤτΕ, ενώ δεν υπάρχει συμμετοχή της εκτελεστικής εξουσίας ούτε καμία ενημέρωση του Ελληνικού Κοινοβουλίου κατ’ εντολήν της τρόικας, παρ’ όλο που αυτή γίνεται με δανεικά χρήματα του ελληνικού δημοσίου.
Παράλληλα επισημαίνουν ότι από τη δημοσιοποίηση της «Έκθεσης της Τραπέζης Ελλάδος» και της διαγνωστικής μελέτης τής Black Rock, από τη σύγκριση των ελληνικών τραπεζών με βάση τις επισφάλειες από τα δανειακά κεφάλαια και το ύψος των αναγκαίων κεφαλαίων προκύπτει ότι η Αγροτική Τράπεζα βρίσκεται στο μέσο επίπεδο των ελληνικών τραπεζών και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εμφανίζεται καλύτερο από άποψης δεικτών πιστωτικού κινδύνου.
Εκτός των παραπάνω, μείζονα ερωτήματα προκύπτουν αναφορικά με τα κριτήρια επιλογής των τεσσάρων «συστημικών» τραπεζών, καθόσον -όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη σχετική έκθεση- αυτή προέκυψε από μία μελέτη στρατηγικής αξιολόγησης του τραπεζικού τομέα που εκπονήθηκε με ευθύνη της ΤτΕ, η οποία με μια σειρά κριτηρίων (εποπτικών και επιχειρησιακών) αξιολόγησε τη βιωσιμότητα των τραπεζών, δίχως ωστόσο τα εν λόγω κριτήρια να κοινοποιούνται.
Αναλυτικά το πλήρες κείμενο της κατατεθείσας Ερώτησης κ΄ Αίτησης Κατάθεσης Εγγράφων:
Ενόψει της ολοκλήρωσης της λεγόμενης ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, ιδιαίτερα μάλιστα των χαρακτηριζόμενων ως συστημικών, επιτακτική είναι η ανάγκη άμεσης και ουσιαστικής ενημέρωσης της Βουλής και του ελληνικού λαού για το εν λόγω ζήτημα και η ταυτόχρονη κατάθεση στη Βουλή όλων των αναγκαίων εγγράφων, αποφάσεων, παραστατικών, πιστοποιητικών κρατικών ελεγκτών.
Επισημαίνουμε ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών γίνεται με φορείς υλοποίησης το ΤΧΣ και την ΤτΕ, ενώ δεν υπάρχει συμμετοχή της εκτελεστικής εξουσίας ούτε καμία ενημέρωση του Ελληνικού Κοινοβουλίου κατ’ εντολή της τρόικας, παρ’ όλο που αυτή γίνεται με δανεικά χρήματα του ελληνικού δημοσίου.
Από τη δημοσιοποίηση δε της «Έκθεσης της Τραπέζης Ελλάδος» και της διαγνωστικής μελέτης τής Black Rock, αίσθηση προκαλεί το γεγονός -από τη σύγκριση των ελληνικών τραπεζών με βάση τις επισφάλειες από τα δανειακά κεφάλαια και το ύψος των αναγκαίων κεφαλαίων- ότι η Αγροτική Τράπεζα βρίσκεται στο μέσο επίπεδο των ελληνικών τραπεζών και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εμφανίζεται καλύτερο από άποψης δεικτών πιστωτικού κινδύνου. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα δημοσιευθέντα στοιχεία, διαπιστώνεται ότι οι ζημιές της Αγροτικής για την 3ετία ανέρχονται στο 12,5% των συνολικών δανείων και για τη συνολική διάρκεια του δανείου στο 14,7%. Βρίσκεται δηλαδή στο μέσο επίπεδο των ελληνικών τραπεζών, με τις Εμπορική (23,3%), Alpha (15,1%) και Γενική (18,1%) να εμφανίζονται σε χειρότερο επίπεδο, και τις Eurobank (12,1%), Πειραιώς (11,5%) και Εθνική (10,8%) να είναι σχεδόν στο ίδιο επίπεδο. Σημειωτέον, δε, ότι το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εμφανίζεται άριστο με 5,5%, ενώ ακόμη και στο χειρότερο σενάριο δεν ξεπερνά το 10,5%.
Εκτός των παραπάνω, μείζονα ερωτήματα προκύπτουν αναφορικά με την επιλογή των τεσσάρων «συστημικών» τραπεζών, καθόσον -όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη σχετική έκθεση- αυτή προέκυψε από μία μελέτη στρατηγικής αξιολόγησης του τραπεζικού τομέα που εκπονήθηκε με ευθύνη της ΤτΕ, η οποία με μια σειρά κριτηρίων (εποπτικών και επιχειρησιακών) αξιολόγησε τη βιωσιμότητα των τραπεζών. Ωστόσο, τα εν λόγω κριτήρια δεν κοινοποιούνται, παρά μόνο αναφέρεται ότι αυτά στηρίζονται στην οικονομική επιφάνεια των τραπεζών, στην προθυμία των μετόχων να εισφέρουν νέα κεφάλαια, στην ποιότητα της διοίκησης και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων, στους δείκτες κεφαλαίου, ρευστότητας και αποδοτικότητας, στις αξιολογήσεις των κινδύνων των τραπεζών και σε ένα βιώσιμο επιχειρησιακό μοντέλο. Επιπλέον, η επιλογή των κριτηρίων δεν είναι ουδέτερη. Όταν όλες οι τράπεζες αξιολογούνται σαν να ήταν εμπορικές, τότε πιστωτικά ιδρύματα ειδικού σκοπού -όπως το ΤΤ- που καλύπτουν άλλες ανάγκες και λειτουργίες παίρνουν χαμηλή βαθμολογία.
Όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει μεγάλη δόση αυθαιρεσίας σε μια ανάλυση βιωσιμότητας, ιδιαίτερα αν τα πράγματα είναι οριακά και δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις βιωσιμότητας, όπως π.χ. θα ήταν αν δεν υπήρχε οικονομική κρίση και οι δείκτες της οικονομίας ήταν ανοδικοί.
Ο έλεγχος βιωσιμότητας, λοιπόν, που διενεργείται από την ΤτΕ για κάθε πιστωτικό ίδρυμα βασίζεται κυρίως σε επιχειρησιακά σχέδια που συντάσσουν τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα. Όπως όλοι γνωρίζουμε, για να συνταχθεί ένα επιχειρηματικό σχέδιο πρέπει να γίνουν αποδεκτές και κάποιες υποθέσεις, που πρέπει να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένες.
Κατόπιν των ως άνω ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί και αιτούμεθα
1. Ποιες είναι οι δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι ανακεφαλαιοποιούμενες τράπεζες (με την υπογραφή είτε σχετικών συμφώνων είτε άλλης μορφής σύμβασης) με τη φροντίδα της Τράπεζας της Ελλάδος για διοχέτευση της δημόσιας ενίσχυσης που έλαβαν για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας; Πόσοι από τους οικονομικούς πόρους που θα δοθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών θα διατεθούν για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας;
Να κατατεθούν στη Βουλή των Ελλήνων όλα τα σχετικά κείμενα, έγγραφα, παραστατικά, αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδας και των Διοικήσεων των τραπεζών και ιδιαίτερα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ως μηχανισμού ελέγχου και υλοποίησης).
2. Ποια είναι τα 3ετή επιχειρηματικά σχέδια των τραπεζών που υποβλήθηκαν τον Ιανουάριο του 2012 και απλά αναφέρονται ως υποσημείωση στην τέταρτη σελίδα της Έκθεσης της ΤτΕ;
3. Ποια είναι τα κριτήρια και τα μοντέλα βιωσιμότητας των τραπεζών -σύμφωνα με τα οποία κρίθηκαν ως βιώσιμες οι 4 ονομαζόμενες συστημικές και ως μη βιώσιμες η ΑΤΕ και το ΤΤ και οι υπόλοιπες «μη συστημικές»- για τα οποία γίνεται επίσης απλή αναφορά σε υποσημείωση της Έκθεσης;
4. Γιατί δεν περιλαμβάνονται στη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης οι συνεταιριστικές τράπεζες; Με ποιο τρόπο σχεδιάζει η κυβέρνηση να τις συμπεριλάβει;
5. Πώς κρίνεται ότι θα είναι βιώσιμες οι συστημικές τράπεζες στο μέλλον, αφού οι παραδοχές που έχουν γίνει στηρίζονται καθαρά σε υποκειμενικές προβλέψεις για τα μικροοικονομικά μεγέθη των τραπεζών (πχ αύξηση καταθέσεων, προβλέψεις για επισφαλή δάνεια στο μέλλον) και για τα μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας (πχ μείωση ανεργίας, αύξηση ΑΕΠ); Αν στον χρονικό ορίζοντα που θέτει η ΤτΕ δεν επαληθευτούν αυτά τα νούμερα και οι συστημικές καταστούν μη βιώσιμες τι ακριβώς θα συμβεί; Θα χρειαστεί πάλι ανακεφαλαιοποίηση; Ειδάλλως, είναι σίγουρο ότι αρκούν τα 50 δισ. ευρώ ή θα χρειαστούν και επιπλεόν κεφάλαια στο μέλλον οι συστημικές τράπεζες, οπότε θα χρειαστεί η χώρα να λάβει πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα αφού θα αυξηθεί το δημόσιο χρέος; Θα απαιτηθεί και άλλο PSI; Μήπως γι’ αυτό το λόγο έχει ήδη προβλεφθεί η παροχή εγγυήσεων μελλοντικά από το ΤΧΣ στις τράπεζες;
6. Με ποια κριτήρια και με ποια μεθοδολογία διαχωρίστηκαν οι 17 εμπορικές τράπεζες που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα σε «συστημικές» και «μη συστημικές», ενώ υποκρύπτεται επιμελώς και ο περαιτέρω διαχωρισμός τους σε: α) Κρατικές Τράπεζες - Δημοσίου ενδιαφέροντος, β) Θυγατρικές και γ) Συνεταιριστικές;
7. Με ποια διαδικασία θα τοποθετηθούν οι εκπρόσωποι του Δημοσίου ως επίτροποι στις τράπεζες, στις οποίες θα χορηγηθούν κεφάλαια για την επανακεφαλαιοποίησή τους, και ποιες θα είναι οι αρμοδιότητές τους;
Να κατατεθούν όλα τα σχετικά έγγραφα και οι συμβάσεις που πρέπει να έχουν υπογραφεί από τις διοικήσεις των τραπεζών για την τοποθέτηση των επιτρόπων, καθώς επίσης και οι συμφωνίες για τις αμοιβές τους.
8. Ποιες είναι οι αμοιβές των διοικήσεων των ανακεφαλαιοποιούμενων τραπεζών και των διευθυντικών στελεχών τους που είναι εκτός κανονιστικών συμβάσεων (είτε συλλογικών είτε διμερών);
Να κατατεθούν στη Βουλή των Ελλήνων πλήρη στοιχεία των κάθε φύσης και αιτιολογίας συνολικών αμοιβών που έλαβαν και λαμβάνουν οι διοικήσεις και τα διευθυντικά στελέχη τους καθώς και όλων των εξαρτώμενων από κάθε τράπεζα ή θυγατρική τους ή άλλων επιχειρήσεών τους στην Ελλάδα και το εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων και των εταιρειών εκτός Ελλάδος (εάν υπάρχουν) για τα έτη 2011, 2012, 2013, που είναι εκτός κανονιστικών και διμερών ή άλλων συμβάσεων.
Οι ερωτώντες και αιτούντες βουλευτές
Κουρουμπλής Παναγιώτης
Δραγασάκης Ιωάννης
Τσακαλώτος Ευκλείδης
Παπαδημούλης Δημήτρης
Αγαθοπούλου Ειρήνη
Γἀκης Δημήτριος
Γελαλής Δημήτριος
Γερμανίδης Αθανάσιος
Γεωργοπούλου Έφη
Γλέζος Μανώλης
Δερμιτζάκης Κωνσταντίνος
Διακάκη Μαρία
Διαμαντόπουλος Βαγγέλης
Δούρου Ρένα
Δρίτσας Θεόδωρος
Ζαχαριάς Κώστας
Θεοπεφτάτου Αφροδίτη
Ιγγλέζη Αικατερίνη
Κανελλοπούλου Μαρία
Καφαντάρη Χαρά
Κριτσωτάκης Μιχάλης
Κυριακάκης Βασίλης
Μαντάς Χρήστος
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μητρόπουλος Αλέξης
Μιχαλάκης Νίκος
Μπάρκας Κώστας
Μπόλαρη Μαρία
Ουζουνίδου Ευγενία
Παναγούλης Στάθης
Πάντζας Γεώργιος
Πετράκος Αθανάσιος
Σακοράφα Σοφία
Σταθάς Γιάννης
Στρατούλης Δημήτρης
Συρμαλένιος Νίκος
Τατσόπουλος Πέτρος
Τριανταφύλλου Μαρία
Τσουκαλάς Δημήτρης
Χαραλαμπίδου Δέσποινα
Χατζηλάμπρου Βασίλης
Στην κατατεθείσα ερώτηση οι βουλευτές αναφέρουν ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών γίνεται με φορείς υλοποίησης το ΤΧΣ και την ΤτΕ, ενώ δεν υπάρχει συμμετοχή της εκτελεστικής εξουσίας ούτε καμία ενημέρωση του Ελληνικού Κοινοβουλίου κατ’ εντολήν της τρόικας, παρ’ όλο που αυτή γίνεται με δανεικά χρήματα του ελληνικού δημοσίου.
Παράλληλα επισημαίνουν ότι από τη δημοσιοποίηση της «Έκθεσης της Τραπέζης Ελλάδος» και της διαγνωστικής μελέτης τής Black Rock, από τη σύγκριση των ελληνικών τραπεζών με βάση τις επισφάλειες από τα δανειακά κεφάλαια και το ύψος των αναγκαίων κεφαλαίων προκύπτει ότι η Αγροτική Τράπεζα βρίσκεται στο μέσο επίπεδο των ελληνικών τραπεζών και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εμφανίζεται καλύτερο από άποψης δεικτών πιστωτικού κινδύνου.
Εκτός των παραπάνω, μείζονα ερωτήματα προκύπτουν αναφορικά με τα κριτήρια επιλογής των τεσσάρων «συστημικών» τραπεζών, καθόσον -όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη σχετική έκθεση- αυτή προέκυψε από μία μελέτη στρατηγικής αξιολόγησης του τραπεζικού τομέα που εκπονήθηκε με ευθύνη της ΤτΕ, η οποία με μια σειρά κριτηρίων (εποπτικών και επιχειρησιακών) αξιολόγησε τη βιωσιμότητα των τραπεζών, δίχως ωστόσο τα εν λόγω κριτήρια να κοινοποιούνται.
Αναλυτικά το πλήρες κείμενο της κατατεθείσας Ερώτησης κ΄ Αίτησης Κατάθεσης Εγγράφων:
Ενόψει της ολοκλήρωσης της λεγόμενης ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, ιδιαίτερα μάλιστα των χαρακτηριζόμενων ως συστημικών, επιτακτική είναι η ανάγκη άμεσης και ουσιαστικής ενημέρωσης της Βουλής και του ελληνικού λαού για το εν λόγω ζήτημα και η ταυτόχρονη κατάθεση στη Βουλή όλων των αναγκαίων εγγράφων, αποφάσεων, παραστατικών, πιστοποιητικών κρατικών ελεγκτών.
Επισημαίνουμε ότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών γίνεται με φορείς υλοποίησης το ΤΧΣ και την ΤτΕ, ενώ δεν υπάρχει συμμετοχή της εκτελεστικής εξουσίας ούτε καμία ενημέρωση του Ελληνικού Κοινοβουλίου κατ’ εντολή της τρόικας, παρ’ όλο που αυτή γίνεται με δανεικά χρήματα του ελληνικού δημοσίου.
Από τη δημοσιοποίηση δε της «Έκθεσης της Τραπέζης Ελλάδος» και της διαγνωστικής μελέτης τής Black Rock, αίσθηση προκαλεί το γεγονός -από τη σύγκριση των ελληνικών τραπεζών με βάση τις επισφάλειες από τα δανειακά κεφάλαια και το ύψος των αναγκαίων κεφαλαίων- ότι η Αγροτική Τράπεζα βρίσκεται στο μέσο επίπεδο των ελληνικών τραπεζών και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εμφανίζεται καλύτερο από άποψης δεικτών πιστωτικού κινδύνου. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα δημοσιευθέντα στοιχεία, διαπιστώνεται ότι οι ζημιές της Αγροτικής για την 3ετία ανέρχονται στο 12,5% των συνολικών δανείων και για τη συνολική διάρκεια του δανείου στο 14,7%. Βρίσκεται δηλαδή στο μέσο επίπεδο των ελληνικών τραπεζών, με τις Εμπορική (23,3%), Alpha (15,1%) και Γενική (18,1%) να εμφανίζονται σε χειρότερο επίπεδο, και τις Eurobank (12,1%), Πειραιώς (11,5%) και Εθνική (10,8%) να είναι σχεδόν στο ίδιο επίπεδο. Σημειωτέον, δε, ότι το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο εμφανίζεται άριστο με 5,5%, ενώ ακόμη και στο χειρότερο σενάριο δεν ξεπερνά το 10,5%.
Εκτός των παραπάνω, μείζονα ερωτήματα προκύπτουν αναφορικά με την επιλογή των τεσσάρων «συστημικών» τραπεζών, καθόσον -όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη σχετική έκθεση- αυτή προέκυψε από μία μελέτη στρατηγικής αξιολόγησης του τραπεζικού τομέα που εκπονήθηκε με ευθύνη της ΤτΕ, η οποία με μια σειρά κριτηρίων (εποπτικών και επιχειρησιακών) αξιολόγησε τη βιωσιμότητα των τραπεζών. Ωστόσο, τα εν λόγω κριτήρια δεν κοινοποιούνται, παρά μόνο αναφέρεται ότι αυτά στηρίζονται στην οικονομική επιφάνεια των τραπεζών, στην προθυμία των μετόχων να εισφέρουν νέα κεφάλαια, στην ποιότητα της διοίκησης και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων, στους δείκτες κεφαλαίου, ρευστότητας και αποδοτικότητας, στις αξιολογήσεις των κινδύνων των τραπεζών και σε ένα βιώσιμο επιχειρησιακό μοντέλο. Επιπλέον, η επιλογή των κριτηρίων δεν είναι ουδέτερη. Όταν όλες οι τράπεζες αξιολογούνται σαν να ήταν εμπορικές, τότε πιστωτικά ιδρύματα ειδικού σκοπού -όπως το ΤΤ- που καλύπτουν άλλες ανάγκες και λειτουργίες παίρνουν χαμηλή βαθμολογία.
Όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει μεγάλη δόση αυθαιρεσίας σε μια ανάλυση βιωσιμότητας, ιδιαίτερα αν τα πράγματα είναι οριακά και δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις βιωσιμότητας, όπως π.χ. θα ήταν αν δεν υπήρχε οικονομική κρίση και οι δείκτες της οικονομίας ήταν ανοδικοί.
Ο έλεγχος βιωσιμότητας, λοιπόν, που διενεργείται από την ΤτΕ για κάθε πιστωτικό ίδρυμα βασίζεται κυρίως σε επιχειρησιακά σχέδια που συντάσσουν τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα. Όπως όλοι γνωρίζουμε, για να συνταχθεί ένα επιχειρηματικό σχέδιο πρέπει να γίνουν αποδεκτές και κάποιες υποθέσεις, που πρέπει να είναι επιστημονικά τεκμηριωμένες.
Κατόπιν των ως άνω ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί και αιτούμεθα
1. Ποιες είναι οι δεσμεύσεις που ανέλαβαν οι ανακεφαλαιοποιούμενες τράπεζες (με την υπογραφή είτε σχετικών συμφώνων είτε άλλης μορφής σύμβασης) με τη φροντίδα της Τράπεζας της Ελλάδος για διοχέτευση της δημόσιας ενίσχυσης που έλαβαν για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας; Πόσοι από τους οικονομικούς πόρους που θα δοθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών θα διατεθούν για την ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας;
Να κατατεθούν στη Βουλή των Ελλήνων όλα τα σχετικά κείμενα, έγγραφα, παραστατικά, αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδας και των Διοικήσεων των τραπεζών και ιδιαίτερα του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ως μηχανισμού ελέγχου και υλοποίησης).
2. Ποια είναι τα 3ετή επιχειρηματικά σχέδια των τραπεζών που υποβλήθηκαν τον Ιανουάριο του 2012 και απλά αναφέρονται ως υποσημείωση στην τέταρτη σελίδα της Έκθεσης της ΤτΕ;
3. Ποια είναι τα κριτήρια και τα μοντέλα βιωσιμότητας των τραπεζών -σύμφωνα με τα οποία κρίθηκαν ως βιώσιμες οι 4 ονομαζόμενες συστημικές και ως μη βιώσιμες η ΑΤΕ και το ΤΤ και οι υπόλοιπες «μη συστημικές»- για τα οποία γίνεται επίσης απλή αναφορά σε υποσημείωση της Έκθεσης;
4. Γιατί δεν περιλαμβάνονται στη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης οι συνεταιριστικές τράπεζες; Με ποιο τρόπο σχεδιάζει η κυβέρνηση να τις συμπεριλάβει;
5. Πώς κρίνεται ότι θα είναι βιώσιμες οι συστημικές τράπεζες στο μέλλον, αφού οι παραδοχές που έχουν γίνει στηρίζονται καθαρά σε υποκειμενικές προβλέψεις για τα μικροοικονομικά μεγέθη των τραπεζών (πχ αύξηση καταθέσεων, προβλέψεις για επισφαλή δάνεια στο μέλλον) και για τα μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας (πχ μείωση ανεργίας, αύξηση ΑΕΠ); Αν στον χρονικό ορίζοντα που θέτει η ΤτΕ δεν επαληθευτούν αυτά τα νούμερα και οι συστημικές καταστούν μη βιώσιμες τι ακριβώς θα συμβεί; Θα χρειαστεί πάλι ανακεφαλαιοποίηση; Ειδάλλως, είναι σίγουρο ότι αρκούν τα 50 δισ. ευρώ ή θα χρειαστούν και επιπλεόν κεφάλαια στο μέλλον οι συστημικές τράπεζες, οπότε θα χρειαστεί η χώρα να λάβει πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα αφού θα αυξηθεί το δημόσιο χρέος; Θα απαιτηθεί και άλλο PSI; Μήπως γι’ αυτό το λόγο έχει ήδη προβλεφθεί η παροχή εγγυήσεων μελλοντικά από το ΤΧΣ στις τράπεζες;
6. Με ποια κριτήρια και με ποια μεθοδολογία διαχωρίστηκαν οι 17 εμπορικές τράπεζες που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα σε «συστημικές» και «μη συστημικές», ενώ υποκρύπτεται επιμελώς και ο περαιτέρω διαχωρισμός τους σε: α) Κρατικές Τράπεζες - Δημοσίου ενδιαφέροντος, β) Θυγατρικές και γ) Συνεταιριστικές;
7. Με ποια διαδικασία θα τοποθετηθούν οι εκπρόσωποι του Δημοσίου ως επίτροποι στις τράπεζες, στις οποίες θα χορηγηθούν κεφάλαια για την επανακεφαλαιοποίησή τους, και ποιες θα είναι οι αρμοδιότητές τους;
Να κατατεθούν όλα τα σχετικά έγγραφα και οι συμβάσεις που πρέπει να έχουν υπογραφεί από τις διοικήσεις των τραπεζών για την τοποθέτηση των επιτρόπων, καθώς επίσης και οι συμφωνίες για τις αμοιβές τους.
8. Ποιες είναι οι αμοιβές των διοικήσεων των ανακεφαλαιοποιούμενων τραπεζών και των διευθυντικών στελεχών τους που είναι εκτός κανονιστικών συμβάσεων (είτε συλλογικών είτε διμερών);
Να κατατεθούν στη Βουλή των Ελλήνων πλήρη στοιχεία των κάθε φύσης και αιτιολογίας συνολικών αμοιβών που έλαβαν και λαμβάνουν οι διοικήσεις και τα διευθυντικά στελέχη τους καθώς και όλων των εξαρτώμενων από κάθε τράπεζα ή θυγατρική τους ή άλλων επιχειρήσεών τους στην Ελλάδα και το εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων και των εταιρειών εκτός Ελλάδος (εάν υπάρχουν) για τα έτη 2011, 2012, 2013, που είναι εκτός κανονιστικών και διμερών ή άλλων συμβάσεων.
Οι ερωτώντες και αιτούντες βουλευτές
Κουρουμπλής Παναγιώτης
Δραγασάκης Ιωάννης
Τσακαλώτος Ευκλείδης
Παπαδημούλης Δημήτρης
Αγαθοπούλου Ειρήνη
Γἀκης Δημήτριος
Γελαλής Δημήτριος
Γερμανίδης Αθανάσιος
Γεωργοπούλου Έφη
Γλέζος Μανώλης
Δερμιτζάκης Κωνσταντίνος
Διακάκη Μαρία
Διαμαντόπουλος Βαγγέλης
Δούρου Ρένα
Δρίτσας Θεόδωρος
Ζαχαριάς Κώστας
Θεοπεφτάτου Αφροδίτη
Ιγγλέζη Αικατερίνη
Κανελλοπούλου Μαρία
Καφαντάρη Χαρά
Κριτσωτάκης Μιχάλης
Κυριακάκης Βασίλης
Μαντάς Χρήστος
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μητρόπουλος Αλέξης
Μιχαλάκης Νίκος
Μπάρκας Κώστας
Μπόλαρη Μαρία
Ουζουνίδου Ευγενία
Παναγούλης Στάθης
Πάντζας Γεώργιος
Πετράκος Αθανάσιος
Σακοράφα Σοφία
Σταθάς Γιάννης
Στρατούλης Δημήτρης
Συρμαλένιος Νίκος
Τατσόπουλος Πέτρος
Τριανταφύλλου Μαρία
Τσουκαλάς Δημήτρης
Χαραλαμπίδου Δέσποινα
Χατζηλάμπρου Βασίλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.