Με μια μακροσκελή επιστολή προς τον Πρόεδρο της ΟΧΕ κ. Κων/νο Γκαντή, ο τεχνικός Σωκράτης Βακάλης γνωστοποίησε την παραίτηση του από τη θέση του Ομοσπονδιακού προπονητή της Εθνικής ομάδας χάντμπολ γυναικών.
Στην επιστολή του ο πρώην ομοσπονδιακός προπονητής παρουσιάζει τους λόγους, οι οποίοι του υπαγορεύουν να προβεί σ΄ αυτή τη κίνηση, με κυριότερους, την απουσία βασικού σχεδιασμού ανάπτυξης και δράσης, την έλλειψη ενδιαφέροντος και βούλησης για τις Εθνικές ομάδες (γυναικείες και ηλικιακές) και την απαξίωση του έργου που είχε παραχθεί στα 3,5 χρόνια παρουσίας του.
Η Συγκεκριμένη κίνηση αναμένεται να προκαλέσει έντονο προβληματισμό στην κοινωνία της χειροσφαίρισης, καθώς με τα όσα αναφέρει ο Έλληνας τεχνικός στην επιστολή του, προοικονομεί ένα ζοφερό και αβέβαιο μέλλον, για τις Εθνικές ομάδες.
Αναλυτικά η επιστολή του πρώην Ομοσπονδιακού:
Κύριε Πρόεδρε,
Με την παρούσα επιστολή που έχετε αυτή την στιγμή στα χέρια σας θα ήθελα να σας γνωστοποιήσω την απόφαση μου να παραιτηθώ από την θέση του Ομοσπονδιακού προπονητή της Εθνικής Γυναικών, μια απόφαση την οποία πήρα μετά από πάρα πολύ προβληματισμό και σκέψη, αλλά και ταυτόχρονα και μεγάλη απογοήτευση. Η κίνηση μου αυτή υπαγορεύεται από: 1ον. το γεγονός ότι η οικογένειά μου δεν αντέχει οικονομικά την περαιτέρω εθελοντική ενασχόληση μου με την Εθνική Ομάδα και 2ον. Το τελείωμα μέσα μου, του ψυχολογικού κινήτρου που απαιτείται για την απαιτητική εργασία του Ομοσπονδιακού Προπονητή και γίνεται ακριβώς αυτή τη στιγμή, λόγω του ότι μεσολαβεί ένα ικανοποιητικό διάστημα για την ΟΧΕ, ώστε να γίνει ομαλή μετάβαση σε νέα καθοδήγηση χωρίς να δημιουργηθούν προβλήματα.
Όσον αφορά το 1ο –οικονομικό- σκέλος-, το μόνο που έχω να αναφέρω είναι ότι δεν μπορεί η ΟΧΕ να αποτιμά οικονομικά στο μηδέν την θέση του Ομοσπονδιακού Προπονητή και κυρίως όσον αφορά τις γνώσεις και την αξία που αυτή χρειάζεται και προϋποθέτει. Φυσικά είναι και εξωφρενικό να αποτιμάται οικονομικά αυτή η θέση, ως κατώτερη από αυτή του προπονητή ανάπτυξης. Είναι σαφέστατη υποτίμηση του ρόλου, του κύρους και κατ’ επέκταση του προσώπου μου και δεν μπορώ να συνεχίσω παρόλο το μεγαλείο του εθελοντισμού και την τιμή που φέρει η θέση.
Όσον αφορά το 2ο σκέλος, στο οποίο θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ λίγο εκτενέστερα, είναι και αυτό που μπορεί και πρέπει να απασχολήσει παραπάνω, ειδικά εσάς αλλά και όλους τους παράγοντες του αθλήματος.
Με το πέρας τριάμισι ετών από την ανάληψη των καθηκόντων μου, κατά τη διάρκεια των οποίων είχα τη χαρά και την τιμή να υπηρετήσω την εθνική ομάδα από το πόστο του επικεφαλής προπονητή, οι συνθήκες που επικρατούν στην ελληνική χειροσφαίριση με αναγκάζουν να παραιτηθώ. Το σίγουρο είναι ότι εργάστηκα με πίστη, αφοσίωση και κυρίως την πεποίθηση ότι κάθε απόφασή μου ήταν για το καλό της ομάδας. Αυτό άλλωστε πρέπει να είναι το μοναδικό κριτήριο για όποιον έχει την τιμή να υπηρετεί την πατρίδα του μέσω της Εθνικής Ομάδας.
Όταν αποφάσισα να αναλάβω την θέση του ομοσπονδιακού προπονητή, δεν το έκανα ούτε από το δέλεαρ του μεγάλου μισθού, ούτε γιατί είχα κουραστεί να δουλεύω σε ομάδα, αλλά από μία ταπεινή φιλοδοξία, να πετύχω εκεί που απέτυχαν όλοι. Επιθυμία μου ήταν να προσφέρω στη γυναικεία χειροσφαίριση, και να προσπαθήσω να βοηθήσω την γυναικεία εθνική ομάδα, να οργανωθεί, να συμμαζευτεί και να ανέβει λίγο περισσότερο. Ανέλαβα λοιπόν την Εθνική Ομάδα Γυναικών με συγκεκριμένο σχέδιο και φιλοδοξίες, με στόχο να δημιουργήσουμε μια υγιή και ανταγωνιστική ομάδα, θέτοντας παράλληλα τις βάσεις για την εξέλιξη αυτής, προκειμένου να φτάσουμε κάποια στιγμή την ομάδα, σε ένα ανώτερο εξελιγμένο και μοντέρνο επίπεδο.
Κατά τη διάρκεια της μέχρι σήμερα θητείας μου προσπάθησα καταρχήν να υπάρχει κλίμα ομόνοιας, αλληλοκατανόησης και σεβασμού στις σχέσεις, με τις αθλήτριες, με τους συνάδελφους προπονητές των σωματείων αλλά και της πλειονότητας των παραγόντων, πράγμα που πιστεύω επιτεύχθηκε χάρη και στην αμέριστη βοήθεια όλων. Ως προπονητής γυναικείων ομάδων για πολλά χρόνια (πάνω από 20), πίστευα πως η εθνική ομάδα θα μπορούσε να λειτουργήσει απομονωμένη από τυχόν κακώς κείμενα και προς αυτή την κατεύθυνση κινούνταν όλες οι ενέργειές μου κατά τη διάρκεια της θητείας μου.
Δυστυχώς κάτι τέτοιο κατέστη αδύνατο, καθώς ήρθα αντιμέτωπος με εδραιωμένες ιδέες και καθεστηκυίες νοοτροπίες που απείχαν από τις αντίστοιχες δικές μου σε ότι αφορά την γυναικεία χειροσφαίριση αλλά και τον αθλητισμό γενικότερα. Είχα πάντα οδηγό των πράξεων μου όχι το τι κάνουν οι άλλοι αλλά τη συνείδησή μου και την ξεροκεφαλιά μου, που δεν μου επέτρεπαν να αδιαφορήσω. Σε πολλές περιπτώσεις όμως, αισθάνθηκα ‘’συνένοχος’’ -έστω και με την ανοχή μου- στην απαξίωση και την συρρίκνωση της γυναικείας χειροσφαίρισης, την οποία πρέπει όλοι οι να φυλάμε ως κόρη οφθαλμού -αφού αποτελεί το μισό έμψυχο δυναμικό μας- και όχι να την υποτάσσουμε σε προσωπικούς υπολογισμούς, σωματειακά συμφέροντα και μικρόνοες σχεδιασμούς.
Πιστεύω ότι πετύχαμε πολλούς από τους στόχους μας: οι Εθνικές Ομάδες Γυναικών και Νεανίδων έχουν ευπρόσωπη παρουσία, είναι ομάδες με όλη την σημασία της λέξης, τιμούν την πατρίδα μας σε όλα τα επίπεδα και οι αθλήτριες έχουν υψηλό βαθμό σοβαρότητας, πατριωτικής ευθύνης και δέσμευσης με την έννοια της Εθνικής Ομάδας. Ειδικά με τις Νεανίδες φτάσαμε 3 φορές κοντά σε πρόκριση σε τελική φάση Παγκοσμίων ή Πανευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, όντας ουσιαστικά αβοήθητες. Τουλάχιστον αυτά τα είχαμε μέχρι πριν καιρό, αφού από ένα σημείο και μετά όλες οι διεργασίες σταμάτησαν και όλα εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους.
Η παντελής όμως -διαχρονική!!!- έλλειψη αξιολόγησης από όλους (κυρίως με ενδιαφέρει ως κατεξοχήν υπεύθυνο, το σώμα των μελών του ΔΣ της ΟΧΕ) του όγκου, του είδους και των όρων εργασίας στις γυναικείες Εθνικές Ομάδες αλλά και των κοσμογονικών αλλαγών που επήλθαν σ’ αυτές, εδραίωσαν συνεπακόλουθα την ισοπέδωση της αξίας και του ρόλου μου. Κανείς δεν αξιολόγησε ότι με τους πιο ελάχιστους πόρους, φέραμε πολλαπλάσια αποτελέσματα και θα μπορούσε ο τρόπος δουλειάς μας να γίνει σημείο αναφοράς και πυξίδα για όλες τις Εθνικές Ομάδες.
Αντιθέτως η ΟΧΕ αξιολογεί το έργο και τα αποτελέσματα μου ως πενιχρά -άρα δεν έχει σημασία ποιος είναι προπονητής αφού όλοι τα ίδια αποτελέσματα θα φέρουν-, οπότε επενδύει ελάχιστα και μειούμενα στις γυναικείες Εθνικές Ομάδες –δεν έχει σημασία πόσα θα επενδύσουμε, αφού τα ίδια αποτελέσματα θα έρθουν-, και με αυτή την λογική εδραιώνει την απαξίωση και εγκαθιστά μια θνησιγενή στασιμότητα της δουλειάς, η οποία και ανατροφοδοτεί την παραγωγή αρνητικών αποτελεσμάτων, τα οποία ανατροφοδοτούν με την σειρά τους την εδραιωμένη απαξιωτική νοοτροπία και αναντίλεκτα οδηγούν στον φαύλο κύκλο της παρακμής. Κι ενώ πολλάκις έχω επισημάνει την αρνητική διαδικασία στην οποία έχουμε μπει, όλοι κωφεύουν και μάλιστα δεν δίνουν σημασία σε αυτά που λέω –συνακόλουθη απαξίωση του λόγου μου, ο οποίος ‘’δεν συμφέρει’’ γιατί επισύρει ανάληψη ευθυνών…-. Το χειρότερο είναι, ότι και η αντρική χειροσφαίριση εισέρχεται σε αυτή την αρνητική διαδρομή, αλλά και πάλι κανείς δεν το συνειδητοποιεί –κοιμίζει λίγο το ότι ο ρυθμός επιβράδυνσης είναι πιο αργός, κι αυτό λόγω του ότι περισώνεται κάπως από την ύπαρξη πολλών καλών προπονητών στις μικρές ηλικίες-.
Όλα αυτά μου αποστέρησαν κάθε κίνητρο, στέρεψαν σιγά σιγά κάθε υπόλειμμα ψυχικής δύναμης να αντιπαλέψω και να αντιστρέψω τα πράγματα και ως εκ τούτου με έπεισαν ότι ήλθε η ώρα να επανέλθω στο καθαρά σωματειακό προπονητικό μου έργο, αφήνοντας σε άλλους που έχουν περισσότερο κίνητρο και όρεξη, τη θέση του Ομοσπονδιακού Προπονητή.
Δυστυχώς όλα καταλήγουν στις αθλήτριες, οι οποίες διαμορφώνονται από αυτό που καθημερινά ζουν, τόσο στην ευρύτερη κοινωνία όσο και στην κοινωνία της χειροσφαίρισης. Είναι η εικόνα μιας κοινωνίας –βλ. και ελληνική χειροσφαίριση- σε βαθιά κρίση και μιας πολιτείας –βλ. Ομοσπονδία Χειροσφαίρισης-, ανίκανης, εδώ και πολλά χρόνια, να ανταποκριθεί στα στοιχειώδη.
Η ΟΧΕ –τουλάχιστον η πλειοψηφία των μελών της- βλέπει με αδιαφορία –ή κρυφή ικανοποίηση;- κάθε χρόνο το παρακμιακό φαινόμενο της συρρίκνωσης των εργατοωρών των γυναικείων Εθνικών Ομάδων, αλλά και του αριθμού των αγώνων, κρυμμένη πίσω από την δικαιολογία της κρίσης που μαστίζει την ελληνική κοινωνία. Και ενώ κάποια μέλη του ΔΣ, θα έπρεπε να μάχονται για την εξασφάλιση των όρων δουλειάς και να πάρουν θέση για παράλληλο αγώνα για τη βελτίωση του επιπέδου, φαίνεται να επιχαίρουν και δείχνουν ότι εμμέσως υποκινούν την συρρίκνωση.
Αξίζει εδώ να επισημάνω, ότι αυτά τα 31/2 χρόνια, 3 άνθρωποι με βοήθησαν πραγματικά και σημαντικά. Τα περισσότερα προπονητικά καμπ –αν όχι όλα- πραγματοποιήθηκαν μετά από προσωπικές ενέργειες και πιέσεις των κων Σταυρακάκη, Μανδά και Στρατάκη. Αν δεν υπήρχαν αυτοί, από τα 10 προπονητικά καμπ –εκτός των αγωνιστικών- που έγιναν επί θητείας μου, θα είχε πραγματοποιηθεί μόνο το ένα. Αυτή όμως η εξαιρετική και ουσιαστική στήριξη προς το πρόσωπό μου αλλά και προς τις Εθνικές Ομάδες Γυναικών και Νεανίδων έλαβε χώρα έξω από τον θεσμικό τους ρόλο ως πρόσωπα. Ο κος Στρατάκης τα πρώτα 21/2 χρόνια δεν ήταν μέλος του ΔΣ της ΟΧΕ, ενώ οι κοι Σταυρακάκης και Μανδάς ήταν σε άλλες επιτροπές της ΟΧΕ και εκτός της Επιτροπής Εθνικών Ομάδων.
Να σημειώσω 2 γεγονότα:
1. οι 2 από αυτούς κατηγορήθηκαν κιόλας ότι λειτούργησαν έτσι για να ευνοήσουν τις κόρες τους σμικρύνοντας εντέχνως και ύπουλα το μέγεθος της προσφορά τους και προσπαθώντας να τους απογοητεύσουν και να τους ‘’διώξουν’’…
2. την παντελή έλλειψη βούλησης και σχεδιασμού της ΟΧΕ για τις Εθνικές Ομάδες Γυναικών και Νεανίδων. Παραδειγματικά να αναφέρω ότι στα 31/2 αυτά χρόνια, έχω καταθέσει 19!!! πλάνα ετησίου σχεδιασμού, εκ των οποίων τα 11!!! το 2014. Δεν χρειάζεται να αναφέρω ότι δεν έχουμε κανένα πλάνο αυτή την στιγμή –ούτε είχαμε ποτέ-. Ενδεικτική είναι η κοροϊδία και υποτίμηση που βίωσα το διάστημα Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 2014 οπού και κατέθετα κάθε εβδομάδα ένα ή δύο ετήσια πλάνα σχεδιασμού, πιστεύοντας ότι όντως η ΟΧΕ ήθελε να κάνουμε κάτι.
Δυστυχώς οι «ερασιτεχνικές» -κάποιοι στον χώρο τις αναφέρουν και ως μισογυνικές ή ρατσιστικές- απόψεις για το πως αντιλαμβάνεται η ΟΧΕ την ύπαρξη και το μέλλον των γυναικείων εθνικών ομάδων, δεν μου αφήνει άλλη επιλογή από το να αποχωρήσω. Και ενώ σε πολλές εκθέσεις είχα παρουσιάσει ένα τετραετές πλάνο για τον τρόπο που πρότεινα να δουλέψει το Εθνικό μας συγκρότημα – φυσικά λαμβάνοντας υπόψη και τις δύσκολες στιγμές που περνά η χώρα μας-, τίποτα από όλα αυτά δεν ξεκίνησε, παραμένοντας σε πλήρη στασιμότητα.
Παρεμπιπτόντως η κατανομή πόρων ανά έτος έφτασε στο 90%-10% για τις αντρικές εθνικές ομάδες σε σχέση με τις γυναικείες. Δηλαδή γιατί να μην οριοθετούνταν στο 60-40 ή έστω στο 70-30; Ότι πετύχαμε το πετύχαμε με αυτό το 10%. Φανταστείτε να είχαμε 30% ή 40%…
Και φυσικά το, από την πρώτη στιγμή, αίτημά μου, να μας γνωστοποιείται το ετήσιο ποσό που αναλογεί στις γυναικείες εθνικές ομάδες (Budget), ώστε να οργανώσουμε καλύτερα την εσωτερική κατανομή των πόρων μας –και έτσι να μεγιστοποιήσουμε ακόμη περισσότερο την σχέση εξόδων-ωφέλειας-, ουδέποτε πραγματοποιήθηκε. Πως αλλιώς θα έφτανε να ξοδεύεται το 90% στις αντρικές εθνικές ομάδες χωρίς αντιδράσεις; Είτε συνειδητά και άτυπα είτε ασυνείδητα και τυχαία, είναι ξεκάθαρο ότι έγινε μετατόπιση σχεδόν όλων των πόρων στις αντρικές εθνικές ομάδες.
Το χειρότερο όμως που αντιμετώπισα, δεν ήταν η έλλειψη πόρων αλλά η έλλειψη βούλησης κι αγωνίας για την γυναικεία χειροσφαίριση.
Η απόφασή μου ενέχει λοιπόν και την διάσταση της προσπάθειας αφύπνισης –μέσω της αλλαγής του προσώπου μου- των μετεχόντων του αθλήματος και ειδικά της γυναικείας χειροσφαίρισης, δηλ. των μελών του ΔΣ ΟΧΕ, των παραγόντων, προπονητών, αθλητριών.
Έτσι ως επαγγελματίας προπονητής που σέβεται, τον εαυτό του, τις διεθνείς αθλήτριες, την Εθνική ομάδα στην οποία ξεκίνησα πραγματικά με τεράστιο ενθουσιασμό και έχοντας γι’ αυτήν όραμα, δυστυχώς σας ενημερώνω ότι δεν επιθυμώ να είμαι στην θέση του ομοσπονδιακού προπονητή της Εθνικής Γυναικών και γι’ αυτό τον λόγο αποχωρώ.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλη την ηγεσία της ΟΧΕ, για την τιμή που μου έχουν κάνει, να μου δώσουν την ευκαιρία να εργαστώ από το 2012 ως ομοσπονδιακός προπονητής στην Εθνική Γυναικών αλλά και στις Εθνικές Νεανίδων.
Επιθυμώ να ευχαριστήσω τις υπαλλήλους της ομοσπονδίας που συχνά υπερέβαλαν εαυτούς για να γίνεται η δουλειά καθώς και τους διοικητικούς και ιατρικούς συνεργάτες μου, για την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη τους και να ζητήσω συγγνώμη αν στην διάρκεια της θητείας μου έθιξα άθελά μου κάποιους από αυτούς. Ειδικότερα θέλω να σταθώ στους κους Στρατάκη, Μανδά και Σταυρακάκη, οι οποίοι με βοήθησαν πολλές φορές και σε πάμπολλα επίπεδα.
Ιδιαίτερη μνεία θα κάνω στον εκλιπόντα αείμνηστο συνεργάτη μου κο Αντωνίου με τον οποίο μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο. Ακολούθως θέλω να ευχαριστήσω τους συνεργάτες μου κο Τζουβάρα και κο Δανήλο που με την εξαιρετική τους κατάρτιση ήταν μεγάλη βοήθεια και στήριξη για μένα.
Τέλος θέλω, μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου να ευχαριστήσω όλες τις αθλήτριες με τις οποίες συνεργάστηκα, για όσα καταφέραμε και όσα δεν καταφέραμε, όσες πίστεψαν στην αλλαγή που επιχειρήσαμε και έδωσαν το καλύτερο εαυτό τους. Ήταν μεγάλη τιμή για μένα το να τις υπηρετήσω και να προσπαθήσω να είμαι αντάξιός τους.
Κύριε Πρόεδρε, κλείνοντας θα ήθελα να εκφράσω την εκτίμηση και τις ευχαριστίες μου προς το πρόσωπό σας, παρόλο που η αντίθεσή μου με βασικές επιλογές που αφορούν στην αθλητική πολιτική σας και κυρίως σε αυτήν που άπτεται των στόχων που έχετε για την γυναικεία χειροσφαίριση, καθιστά δυσχερή τη συνέχιση της συνεργασίας μας.
Επιθυμώ να ζητήσω την κατανόησή σας και τη συγγνώμη σας για τις περιπτώσεις εκείνες που δε συμφώνησα με τις επιλογές σας, αλλά οι προθέσεις μου ήταν πάντα αγαθές. Τέλος θα σας παρακαλούσα ως τελευταία χάρη να συνεχίσετε να βοηθάτε την γυναικεία χειροσφαίριση γιατί πέρα από την ιστορική διαδρομή που έχει, κοινωνούν σε αυτήν αθλήτριες εξαιρετικού σθένους με μεγάλη αίσθηση των ευθυνών και του καθήκοντός τους.
Εξάλλου ως Πρόεδρος, είσαστε ‘’πατέρας δύο παιδιών’’.
Με τιμή και εκτίμηση,
Βακάλης Σωκράτης
Στην επιστολή του ο πρώην ομοσπονδιακός προπονητής παρουσιάζει τους λόγους, οι οποίοι του υπαγορεύουν να προβεί σ΄ αυτή τη κίνηση, με κυριότερους, την απουσία βασικού σχεδιασμού ανάπτυξης και δράσης, την έλλειψη ενδιαφέροντος και βούλησης για τις Εθνικές ομάδες (γυναικείες και ηλικιακές) και την απαξίωση του έργου που είχε παραχθεί στα 3,5 χρόνια παρουσίας του.
Η Συγκεκριμένη κίνηση αναμένεται να προκαλέσει έντονο προβληματισμό στην κοινωνία της χειροσφαίρισης, καθώς με τα όσα αναφέρει ο Έλληνας τεχνικός στην επιστολή του, προοικονομεί ένα ζοφερό και αβέβαιο μέλλον, για τις Εθνικές ομάδες.
Αναλυτικά η επιστολή του πρώην Ομοσπονδιακού:
Κύριε Πρόεδρε,
Με την παρούσα επιστολή που έχετε αυτή την στιγμή στα χέρια σας θα ήθελα να σας γνωστοποιήσω την απόφαση μου να παραιτηθώ από την θέση του Ομοσπονδιακού προπονητή της Εθνικής Γυναικών, μια απόφαση την οποία πήρα μετά από πάρα πολύ προβληματισμό και σκέψη, αλλά και ταυτόχρονα και μεγάλη απογοήτευση. Η κίνηση μου αυτή υπαγορεύεται από: 1ον. το γεγονός ότι η οικογένειά μου δεν αντέχει οικονομικά την περαιτέρω εθελοντική ενασχόληση μου με την Εθνική Ομάδα και 2ον. Το τελείωμα μέσα μου, του ψυχολογικού κινήτρου που απαιτείται για την απαιτητική εργασία του Ομοσπονδιακού Προπονητή και γίνεται ακριβώς αυτή τη στιγμή, λόγω του ότι μεσολαβεί ένα ικανοποιητικό διάστημα για την ΟΧΕ, ώστε να γίνει ομαλή μετάβαση σε νέα καθοδήγηση χωρίς να δημιουργηθούν προβλήματα.
Όσον αφορά το 1ο –οικονομικό- σκέλος-, το μόνο που έχω να αναφέρω είναι ότι δεν μπορεί η ΟΧΕ να αποτιμά οικονομικά στο μηδέν την θέση του Ομοσπονδιακού Προπονητή και κυρίως όσον αφορά τις γνώσεις και την αξία που αυτή χρειάζεται και προϋποθέτει. Φυσικά είναι και εξωφρενικό να αποτιμάται οικονομικά αυτή η θέση, ως κατώτερη από αυτή του προπονητή ανάπτυξης. Είναι σαφέστατη υποτίμηση του ρόλου, του κύρους και κατ’ επέκταση του προσώπου μου και δεν μπορώ να συνεχίσω παρόλο το μεγαλείο του εθελοντισμού και την τιμή που φέρει η θέση.
Όσον αφορά το 2ο σκέλος, στο οποίο θα μου επιτρέψετε να αναφερθώ λίγο εκτενέστερα, είναι και αυτό που μπορεί και πρέπει να απασχολήσει παραπάνω, ειδικά εσάς αλλά και όλους τους παράγοντες του αθλήματος.
Με το πέρας τριάμισι ετών από την ανάληψη των καθηκόντων μου, κατά τη διάρκεια των οποίων είχα τη χαρά και την τιμή να υπηρετήσω την εθνική ομάδα από το πόστο του επικεφαλής προπονητή, οι συνθήκες που επικρατούν στην ελληνική χειροσφαίριση με αναγκάζουν να παραιτηθώ. Το σίγουρο είναι ότι εργάστηκα με πίστη, αφοσίωση και κυρίως την πεποίθηση ότι κάθε απόφασή μου ήταν για το καλό της ομάδας. Αυτό άλλωστε πρέπει να είναι το μοναδικό κριτήριο για όποιον έχει την τιμή να υπηρετεί την πατρίδα του μέσω της Εθνικής Ομάδας.
Όταν αποφάσισα να αναλάβω την θέση του ομοσπονδιακού προπονητή, δεν το έκανα ούτε από το δέλεαρ του μεγάλου μισθού, ούτε γιατί είχα κουραστεί να δουλεύω σε ομάδα, αλλά από μία ταπεινή φιλοδοξία, να πετύχω εκεί που απέτυχαν όλοι. Επιθυμία μου ήταν να προσφέρω στη γυναικεία χειροσφαίριση, και να προσπαθήσω να βοηθήσω την γυναικεία εθνική ομάδα, να οργανωθεί, να συμμαζευτεί και να ανέβει λίγο περισσότερο. Ανέλαβα λοιπόν την Εθνική Ομάδα Γυναικών με συγκεκριμένο σχέδιο και φιλοδοξίες, με στόχο να δημιουργήσουμε μια υγιή και ανταγωνιστική ομάδα, θέτοντας παράλληλα τις βάσεις για την εξέλιξη αυτής, προκειμένου να φτάσουμε κάποια στιγμή την ομάδα, σε ένα ανώτερο εξελιγμένο και μοντέρνο επίπεδο.
Κατά τη διάρκεια της μέχρι σήμερα θητείας μου προσπάθησα καταρχήν να υπάρχει κλίμα ομόνοιας, αλληλοκατανόησης και σεβασμού στις σχέσεις, με τις αθλήτριες, με τους συνάδελφους προπονητές των σωματείων αλλά και της πλειονότητας των παραγόντων, πράγμα που πιστεύω επιτεύχθηκε χάρη και στην αμέριστη βοήθεια όλων. Ως προπονητής γυναικείων ομάδων για πολλά χρόνια (πάνω από 20), πίστευα πως η εθνική ομάδα θα μπορούσε να λειτουργήσει απομονωμένη από τυχόν κακώς κείμενα και προς αυτή την κατεύθυνση κινούνταν όλες οι ενέργειές μου κατά τη διάρκεια της θητείας μου.
Δυστυχώς κάτι τέτοιο κατέστη αδύνατο, καθώς ήρθα αντιμέτωπος με εδραιωμένες ιδέες και καθεστηκυίες νοοτροπίες που απείχαν από τις αντίστοιχες δικές μου σε ότι αφορά την γυναικεία χειροσφαίριση αλλά και τον αθλητισμό γενικότερα. Είχα πάντα οδηγό των πράξεων μου όχι το τι κάνουν οι άλλοι αλλά τη συνείδησή μου και την ξεροκεφαλιά μου, που δεν μου επέτρεπαν να αδιαφορήσω. Σε πολλές περιπτώσεις όμως, αισθάνθηκα ‘’συνένοχος’’ -έστω και με την ανοχή μου- στην απαξίωση και την συρρίκνωση της γυναικείας χειροσφαίρισης, την οποία πρέπει όλοι οι να φυλάμε ως κόρη οφθαλμού -αφού αποτελεί το μισό έμψυχο δυναμικό μας- και όχι να την υποτάσσουμε σε προσωπικούς υπολογισμούς, σωματειακά συμφέροντα και μικρόνοες σχεδιασμούς.
Πιστεύω ότι πετύχαμε πολλούς από τους στόχους μας: οι Εθνικές Ομάδες Γυναικών και Νεανίδων έχουν ευπρόσωπη παρουσία, είναι ομάδες με όλη την σημασία της λέξης, τιμούν την πατρίδα μας σε όλα τα επίπεδα και οι αθλήτριες έχουν υψηλό βαθμό σοβαρότητας, πατριωτικής ευθύνης και δέσμευσης με την έννοια της Εθνικής Ομάδας. Ειδικά με τις Νεανίδες φτάσαμε 3 φορές κοντά σε πρόκριση σε τελική φάση Παγκοσμίων ή Πανευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, όντας ουσιαστικά αβοήθητες. Τουλάχιστον αυτά τα είχαμε μέχρι πριν καιρό, αφού από ένα σημείο και μετά όλες οι διεργασίες σταμάτησαν και όλα εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους.
Η παντελής όμως -διαχρονική!!!- έλλειψη αξιολόγησης από όλους (κυρίως με ενδιαφέρει ως κατεξοχήν υπεύθυνο, το σώμα των μελών του ΔΣ της ΟΧΕ) του όγκου, του είδους και των όρων εργασίας στις γυναικείες Εθνικές Ομάδες αλλά και των κοσμογονικών αλλαγών που επήλθαν σ’ αυτές, εδραίωσαν συνεπακόλουθα την ισοπέδωση της αξίας και του ρόλου μου. Κανείς δεν αξιολόγησε ότι με τους πιο ελάχιστους πόρους, φέραμε πολλαπλάσια αποτελέσματα και θα μπορούσε ο τρόπος δουλειάς μας να γίνει σημείο αναφοράς και πυξίδα για όλες τις Εθνικές Ομάδες.
Αντιθέτως η ΟΧΕ αξιολογεί το έργο και τα αποτελέσματα μου ως πενιχρά -άρα δεν έχει σημασία ποιος είναι προπονητής αφού όλοι τα ίδια αποτελέσματα θα φέρουν-, οπότε επενδύει ελάχιστα και μειούμενα στις γυναικείες Εθνικές Ομάδες –δεν έχει σημασία πόσα θα επενδύσουμε, αφού τα ίδια αποτελέσματα θα έρθουν-, και με αυτή την λογική εδραιώνει την απαξίωση και εγκαθιστά μια θνησιγενή στασιμότητα της δουλειάς, η οποία και ανατροφοδοτεί την παραγωγή αρνητικών αποτελεσμάτων, τα οποία ανατροφοδοτούν με την σειρά τους την εδραιωμένη απαξιωτική νοοτροπία και αναντίλεκτα οδηγούν στον φαύλο κύκλο της παρακμής. Κι ενώ πολλάκις έχω επισημάνει την αρνητική διαδικασία στην οποία έχουμε μπει, όλοι κωφεύουν και μάλιστα δεν δίνουν σημασία σε αυτά που λέω –συνακόλουθη απαξίωση του λόγου μου, ο οποίος ‘’δεν συμφέρει’’ γιατί επισύρει ανάληψη ευθυνών…-. Το χειρότερο είναι, ότι και η αντρική χειροσφαίριση εισέρχεται σε αυτή την αρνητική διαδρομή, αλλά και πάλι κανείς δεν το συνειδητοποιεί –κοιμίζει λίγο το ότι ο ρυθμός επιβράδυνσης είναι πιο αργός, κι αυτό λόγω του ότι περισώνεται κάπως από την ύπαρξη πολλών καλών προπονητών στις μικρές ηλικίες-.
Όλα αυτά μου αποστέρησαν κάθε κίνητρο, στέρεψαν σιγά σιγά κάθε υπόλειμμα ψυχικής δύναμης να αντιπαλέψω και να αντιστρέψω τα πράγματα και ως εκ τούτου με έπεισαν ότι ήλθε η ώρα να επανέλθω στο καθαρά σωματειακό προπονητικό μου έργο, αφήνοντας σε άλλους που έχουν περισσότερο κίνητρο και όρεξη, τη θέση του Ομοσπονδιακού Προπονητή.
Δυστυχώς όλα καταλήγουν στις αθλήτριες, οι οποίες διαμορφώνονται από αυτό που καθημερινά ζουν, τόσο στην ευρύτερη κοινωνία όσο και στην κοινωνία της χειροσφαίρισης. Είναι η εικόνα μιας κοινωνίας –βλ. και ελληνική χειροσφαίριση- σε βαθιά κρίση και μιας πολιτείας –βλ. Ομοσπονδία Χειροσφαίρισης-, ανίκανης, εδώ και πολλά χρόνια, να ανταποκριθεί στα στοιχειώδη.
Η ΟΧΕ –τουλάχιστον η πλειοψηφία των μελών της- βλέπει με αδιαφορία –ή κρυφή ικανοποίηση;- κάθε χρόνο το παρακμιακό φαινόμενο της συρρίκνωσης των εργατοωρών των γυναικείων Εθνικών Ομάδων, αλλά και του αριθμού των αγώνων, κρυμμένη πίσω από την δικαιολογία της κρίσης που μαστίζει την ελληνική κοινωνία. Και ενώ κάποια μέλη του ΔΣ, θα έπρεπε να μάχονται για την εξασφάλιση των όρων δουλειάς και να πάρουν θέση για παράλληλο αγώνα για τη βελτίωση του επιπέδου, φαίνεται να επιχαίρουν και δείχνουν ότι εμμέσως υποκινούν την συρρίκνωση.
Αξίζει εδώ να επισημάνω, ότι αυτά τα 31/2 χρόνια, 3 άνθρωποι με βοήθησαν πραγματικά και σημαντικά. Τα περισσότερα προπονητικά καμπ –αν όχι όλα- πραγματοποιήθηκαν μετά από προσωπικές ενέργειες και πιέσεις των κων Σταυρακάκη, Μανδά και Στρατάκη. Αν δεν υπήρχαν αυτοί, από τα 10 προπονητικά καμπ –εκτός των αγωνιστικών- που έγιναν επί θητείας μου, θα είχε πραγματοποιηθεί μόνο το ένα. Αυτή όμως η εξαιρετική και ουσιαστική στήριξη προς το πρόσωπό μου αλλά και προς τις Εθνικές Ομάδες Γυναικών και Νεανίδων έλαβε χώρα έξω από τον θεσμικό τους ρόλο ως πρόσωπα. Ο κος Στρατάκης τα πρώτα 21/2 χρόνια δεν ήταν μέλος του ΔΣ της ΟΧΕ, ενώ οι κοι Σταυρακάκης και Μανδάς ήταν σε άλλες επιτροπές της ΟΧΕ και εκτός της Επιτροπής Εθνικών Ομάδων.
Να σημειώσω 2 γεγονότα:
1. οι 2 από αυτούς κατηγορήθηκαν κιόλας ότι λειτούργησαν έτσι για να ευνοήσουν τις κόρες τους σμικρύνοντας εντέχνως και ύπουλα το μέγεθος της προσφορά τους και προσπαθώντας να τους απογοητεύσουν και να τους ‘’διώξουν’’…
2. την παντελή έλλειψη βούλησης και σχεδιασμού της ΟΧΕ για τις Εθνικές Ομάδες Γυναικών και Νεανίδων. Παραδειγματικά να αναφέρω ότι στα 31/2 αυτά χρόνια, έχω καταθέσει 19!!! πλάνα ετησίου σχεδιασμού, εκ των οποίων τα 11!!! το 2014. Δεν χρειάζεται να αναφέρω ότι δεν έχουμε κανένα πλάνο αυτή την στιγμή –ούτε είχαμε ποτέ-. Ενδεικτική είναι η κοροϊδία και υποτίμηση που βίωσα το διάστημα Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 2014 οπού και κατέθετα κάθε εβδομάδα ένα ή δύο ετήσια πλάνα σχεδιασμού, πιστεύοντας ότι όντως η ΟΧΕ ήθελε να κάνουμε κάτι.
Δυστυχώς οι «ερασιτεχνικές» -κάποιοι στον χώρο τις αναφέρουν και ως μισογυνικές ή ρατσιστικές- απόψεις για το πως αντιλαμβάνεται η ΟΧΕ την ύπαρξη και το μέλλον των γυναικείων εθνικών ομάδων, δεν μου αφήνει άλλη επιλογή από το να αποχωρήσω. Και ενώ σε πολλές εκθέσεις είχα παρουσιάσει ένα τετραετές πλάνο για τον τρόπο που πρότεινα να δουλέψει το Εθνικό μας συγκρότημα – φυσικά λαμβάνοντας υπόψη και τις δύσκολες στιγμές που περνά η χώρα μας-, τίποτα από όλα αυτά δεν ξεκίνησε, παραμένοντας σε πλήρη στασιμότητα.
Παρεμπιπτόντως η κατανομή πόρων ανά έτος έφτασε στο 90%-10% για τις αντρικές εθνικές ομάδες σε σχέση με τις γυναικείες. Δηλαδή γιατί να μην οριοθετούνταν στο 60-40 ή έστω στο 70-30; Ότι πετύχαμε το πετύχαμε με αυτό το 10%. Φανταστείτε να είχαμε 30% ή 40%…
Και φυσικά το, από την πρώτη στιγμή, αίτημά μου, να μας γνωστοποιείται το ετήσιο ποσό που αναλογεί στις γυναικείες εθνικές ομάδες (Budget), ώστε να οργανώσουμε καλύτερα την εσωτερική κατανομή των πόρων μας –και έτσι να μεγιστοποιήσουμε ακόμη περισσότερο την σχέση εξόδων-ωφέλειας-, ουδέποτε πραγματοποιήθηκε. Πως αλλιώς θα έφτανε να ξοδεύεται το 90% στις αντρικές εθνικές ομάδες χωρίς αντιδράσεις; Είτε συνειδητά και άτυπα είτε ασυνείδητα και τυχαία, είναι ξεκάθαρο ότι έγινε μετατόπιση σχεδόν όλων των πόρων στις αντρικές εθνικές ομάδες.
Το χειρότερο όμως που αντιμετώπισα, δεν ήταν η έλλειψη πόρων αλλά η έλλειψη βούλησης κι αγωνίας για την γυναικεία χειροσφαίριση.
Η απόφασή μου ενέχει λοιπόν και την διάσταση της προσπάθειας αφύπνισης –μέσω της αλλαγής του προσώπου μου- των μετεχόντων του αθλήματος και ειδικά της γυναικείας χειροσφαίρισης, δηλ. των μελών του ΔΣ ΟΧΕ, των παραγόντων, προπονητών, αθλητριών.
Έτσι ως επαγγελματίας προπονητής που σέβεται, τον εαυτό του, τις διεθνείς αθλήτριες, την Εθνική ομάδα στην οποία ξεκίνησα πραγματικά με τεράστιο ενθουσιασμό και έχοντας γι’ αυτήν όραμα, δυστυχώς σας ενημερώνω ότι δεν επιθυμώ να είμαι στην θέση του ομοσπονδιακού προπονητή της Εθνικής Γυναικών και γι’ αυτό τον λόγο αποχωρώ.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω όλη την ηγεσία της ΟΧΕ, για την τιμή που μου έχουν κάνει, να μου δώσουν την ευκαιρία να εργαστώ από το 2012 ως ομοσπονδιακός προπονητής στην Εθνική Γυναικών αλλά και στις Εθνικές Νεανίδων.
Επιθυμώ να ευχαριστήσω τις υπαλλήλους της ομοσπονδίας που συχνά υπερέβαλαν εαυτούς για να γίνεται η δουλειά καθώς και τους διοικητικούς και ιατρικούς συνεργάτες μου, για την εκτίμηση και την εμπιστοσύνη τους και να ζητήσω συγγνώμη αν στην διάρκεια της θητείας μου έθιξα άθελά μου κάποιους από αυτούς. Ειδικότερα θέλω να σταθώ στους κους Στρατάκη, Μανδά και Σταυρακάκη, οι οποίοι με βοήθησαν πολλές φορές και σε πάμπολλα επίπεδα.
Ιδιαίτερη μνεία θα κάνω στον εκλιπόντα αείμνηστο συνεργάτη μου κο Αντωνίου με τον οποίο μοιραστήκαμε το ίδιο όνειρο. Ακολούθως θέλω να ευχαριστήσω τους συνεργάτες μου κο Τζουβάρα και κο Δανήλο που με την εξαιρετική τους κατάρτιση ήταν μεγάλη βοήθεια και στήριξη για μένα.
Τέλος θέλω, μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου να ευχαριστήσω όλες τις αθλήτριες με τις οποίες συνεργάστηκα, για όσα καταφέραμε και όσα δεν καταφέραμε, όσες πίστεψαν στην αλλαγή που επιχειρήσαμε και έδωσαν το καλύτερο εαυτό τους. Ήταν μεγάλη τιμή για μένα το να τις υπηρετήσω και να προσπαθήσω να είμαι αντάξιός τους.
Κύριε Πρόεδρε, κλείνοντας θα ήθελα να εκφράσω την εκτίμηση και τις ευχαριστίες μου προς το πρόσωπό σας, παρόλο που η αντίθεσή μου με βασικές επιλογές που αφορούν στην αθλητική πολιτική σας και κυρίως σε αυτήν που άπτεται των στόχων που έχετε για την γυναικεία χειροσφαίριση, καθιστά δυσχερή τη συνέχιση της συνεργασίας μας.
Επιθυμώ να ζητήσω την κατανόησή σας και τη συγγνώμη σας για τις περιπτώσεις εκείνες που δε συμφώνησα με τις επιλογές σας, αλλά οι προθέσεις μου ήταν πάντα αγαθές. Τέλος θα σας παρακαλούσα ως τελευταία χάρη να συνεχίσετε να βοηθάτε την γυναικεία χειροσφαίριση γιατί πέρα από την ιστορική διαδρομή που έχει, κοινωνούν σε αυτήν αθλήτριες εξαιρετικού σθένους με μεγάλη αίσθηση των ευθυνών και του καθήκοντός τους.
Εξάλλου ως Πρόεδρος, είσαστε ‘’πατέρας δύο παιδιών’’.
Με τιμή και εκτίμηση,
Βακάλης Σωκράτης
Ρε Σωκράτη εδώ ολόκληρος νομός δεν βρήκε άκρη με τον Αυτοκράτορα Στρατάκη...θα βρεί το χάντμπωλ???
ΑπάντησηΔιαγραφή1.ΕΠΙ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΣΟΥ ΤΑ 20 ΜΠΑΛΑ ΕΓΙΝΑΝ 40 ΜΠΑΛΑ...( FACT !)
ΑπάντησηΔιαγραφή2.ΟΜΟΛΟΓΕΙΣ ΟΤΙ ΤΟΣΟ ΚΑΙΡΟ ΣΕ ΕΙΧΑΝ ΑΠΛΗΡΩΤΟ ...ΕΜΕΝΕΣ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ ΤΟΥ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΟΥ; ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΓΡΑΦΙΚΟΤΗΤΑ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΣΟΥ...
3.ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ; ΔΕΝ ΕΧΕΙΣ ΕΥΘΥΝΕΣ ΕΣΥ; ΜΟΝΟ ΟΙ ΑΛΛΟΙ;