Δευτέρα 13 Απριλίου 2015

Η ιδιάζουσα κοινωνικότητα του πινγκ πονγκ

της Σοφίας Ξυγαλά

«Το πρεζάκι ήταν ικανό να σπάσει τις μισές προθήκες που πουλούσαν εφημερίδες στο άνω Μπρόντγουέι αναζητώντας τίποτα δολάρια, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να δανειστεί ούτε λεπτό από μας. Αδιαφορούσαμε αν ο ψυχαναλυτής έτρωγε τη σαλάτα του παρέα με τον Πωλ Νιούμαν ή την Μπέττυ Μίντλερ.
Δεν ανταλλάσσαμε ποτέ ιστορίες σχετικές με τα επαγγελματικά, τις συνήθειες και τα ενδιαφέροντα που είχαμε εντός Ενενηκοστής Έκτης οδού. Το μοντέλο Sreiver της ρακέτας με σπόγγο ήταν ανώτερο από το Mark V; Μήπως η λαβή της Πεταλούδας παραήταν ασταθής; Που μπορούσαμε να βρούμε την καλύτερη τιμή χονδρικής για μπαλάκια Nittaku; Είχαμε μια τρέλα για το πινγκ πονγκ που ξεπερνούσε τις οικογένειες, τους εχθρούς και τους φίλους μας. Μας κρατούσε ζωντανούς ο ρυθμός από ένα μπαλάκι που διέσχιζε την απόσταση μεταξύ δυο ρακετών από σπόγγο.»
Όσοι, παίζουν πινγκ πονγκ ερασιτεχνικά σε λέσχες ή αθλητικά σωματεία στα τμήματα ενηλίκων, νιώθουν μια βαθιά οικειότητα με όσα γράφει παραπάνω ο συγγραφέας και πινγκπονίστας Jerome Charyn.
Τρέχοντας στους αγωνιστικούς στίβους σχεδόν σε όλη μου τη ζωή, ως αθλήτρια και προπονήτρια, αυτό που ένιωσα όταν άρχισα να εξασκούμαι στην επιτραπέζια αντισφαίριση δεν το ένιωσα με κανένα άλλο άθλημα. Σε μια αίθουσα πινγκ πονγκ, μπορεί κανείς να συναντήσει ανθρώπους όλων των ηλικιών και δραστηριοτήτων. Νέους, παιδιά, γυναίκες και άνδρες κάθε επαγγέλματος και κουλτούρας, που όμως όλοι εξισώνονται μπροστά στο ξύλινο ορθογώνιο τραπέζι και νιώθουν την ίδια έξαψη για τη νίκη, το ίδιο πάθος για το παιχνίδι, γίνονται όλοι ΠΑΙΔΙΑ. Αυτή είναι η μοναδικότητα του πινγκ πονγκ, έχει την καταπληκτική ικανότητα να κάνει τους πάντες να νιώθουν και πάλι παιδιά, μέσα από ένα παιχνίδι με τόσο διαφορετικούς αντιπάλους, που όμως, ΟΛΟΙ ΕΙΝΑΙ ΙΣΟΙ. Δεν ξεχωρίζει κάποιος αν είναι νεώτερος, γυμνασμένος, εύρωστος οικονομικά ή καταξιωμένος κοινωνικά. Εκεί, είναι ο συναθλητής που θα μοιραστεί τη χαρά του παιχνιδιού και τον πόθο της νίκης! Εκεί, υπάρχει αλληλοσεβασμός και κανείς δεν επιδιώκει κάτι άλλο, πέρα από τη νίκη, για να στεφθεί ο βασιλιάς του είδους!
Γιατί όμως άνθρωποι κάθε εθνικότητας, ηλικίας, φύλου, κοινωνικού προφίλ κλπ., νιώθουν ίσοι κρατώντας μια ρακέτα μπροστά από ένα ξύλινο τραπέζι; Σύμφωνα με τον ψυχολόγο Eric Βurn και το μοντέλο της «κατάστασης του εγώ» (ego-state model) που διατύπωσε, ο άνθρωπος εκφράζεται μέσα από τρεις διαφορετικές καταστάσεις του εγώ: του ενήλικα, του γονέα και του παιδιού. Μια υγιής προσωπικότητα έχει ανάγκη και τις τρεις καταστάσεις του εγώ σε ισορροπία και αρμονία για να ζει με λειτουργικό τρόπο. Η κατάσταση του Ενήλικα τον βοηθά να επιλύει προβλήματα και να λειτουργεί με σύνεση και υπευθυνότητα. Η κατάσταση του Γονέα, τον βοηθά να προστατεύεται και να προστατεύει, να φροντίζει και να νοιάζεται. Η κατάσταση του Παιδιού, του δίνει πρόσβαση στον αυθορμητισμό, τη δημιουργικότητα, το χιούμορ και τη χαρά της ανεμελιάς.
Καθώς ενηλικιώνεται ο άνθρωπος μπαίνει στην αγορά εργασίας, κάνει οικογένεια και γίνεται γονέας. Πολλές φορές ασυνείδητα παραμελεί την κατάσταση του Παιδιού. Αυτό, του κοστίζει αρκετές φορές την απώλεια της ανεμελιάς, του αυθορμητισμού, τη χαρά που βιώνει μέσα από το παιχνίδι. Οι ενασχολήσεις του, μέσα από τις τέχνες και τις αθλητικές δραστηριότητες, ακριβώς αυτό του χαρίζουν, τη χαρά που βιώνει παίζοντας. Το πινγκ πονγκ έχει αυτή ακριβώς τη δύναμη. Να κάνει ξανά παιδί έναν ενήλικα, τον βοηθά να αφήνεται στην ξεγνοιασιά της κατάστασης του Παιδιού. Επιπρόσθετα, επειδή δεν είναι ένα απαιτητικό άθλημα, όπως για παράδειγμα η ενόργανη γυμναστική, μπορεί κανείς να παίζει ακόμα και στα γεράματά του και μάλιστα να είναι ανταγωνιστικός σε σχέση με νεώτερους ηλικιακά παίκτες. Αυτή είναι και η ιδιάζουσα κοινωνικότητα του αθλήματος αυτού. Δημιουργεί φιλίες και παρέες, που κάτω από άλλες συνθήκες δε θα μπορούσαν ποτέ να συμβιώσουν ή και να συναντηθούν. Κάνει τους ενήλικες, παιδιά και τους φέρνει πιο κοντά.

Aναδημοσίευση από http://www.sportsland.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.