(γερμανικά: Götterdämmerung) (2013): Βασίλη Τ. Βασιλείου, Αθήνα: Γαβριηλίδης
Σ. Ηλιάδου-Τάχου,
Αν. Καθηγήτριας Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Η έκδοση αυτή έχει ξεχωριστή σημασία, όχι μόνο γιατί πρόκειται για τη δουλειά ενός νέου ανθρώπου που κατάγεται εκ πατρός από τη Φλώρινα, αλλά κυρίως επειδή η συλλογή είναι απρόσμενα τόσο ώριμη, ώστε εντυπωσιάζει.
Ο τίτλος της συλλογής είναι το κλειδί για την «ανάγνωση» του έργου: Το Λυκόφως των Θεών (γερμανικά: Götterdämmerung είναι το τελευταίο μέρος, της όπερας του Ρίχαρντ Βάγκνερ, Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν που αρχίζει με την ικανοποίηση του αμοιβαίου έρωτα της βαλκυρίας Μπρυνχίλτης, και του ήρωα Ζίγκφριντ, ενός έρωτα που θα τους κάνει να λησμονήσουν τον υπέρτατο στόχο τους, που σχετίζεται με την επικείμενη κατάλυση της κυριαρχίας των θεών. Οι δύο ήρωες, πορευόμενοι ανάμεσα σε δοκιμασίες και απογοητεύσεις, κατακτούν την ευτυχία, αλλά και τον θάνατο που έρχεται ως συνέπεια της υπέρβασης του εγώ και επαναπροσδιορίζει την στράτευσή τους στο συλλογικό καλό, στην αποτροπή του τέλους των Θεών, στην αποκατάσταση της αρμονίας, στην κάθαρση.
Περπατώντας προσεκτικά στον καμβά που στήνει με το μουσικό του υφάδι ο Βάγκνερ, ο Βασιλείου μορφοποιεί με τις λέξεις το δικό του λυκόφως, σε έναν κόσμο όπου «πεθαίνουν οι Θεοί» και μαζί τους σβήνουν τα κίβδηλα σημεία του κόσμου μας. Είναι η στιγμή που το γεννημένο πεθαίνει και το αγέννητο δεν έχει ακόμα γεννηθεί, ένα σημείο οριακό, πριν από τον θάνατο ή την ανάσταση. Ο τόνος είναι υποβλητικός, επίσημος, η γλώσσα εύπλαστη, με συνειρμικές συνυποδηλώσεις, τα συναισθήματα συγκρατημένα μετεωρίζονται στα χείλη των λέξεων, οι συνδυασμοί σημαινόντων-σημαινομένων τολμηροί, οι ερωτικές συνευρέσεις δεν είναι λυτρωτικές αλλά παρακολουθούν τις διακυμάνσεις των οριακών στιγμών.
Ο ποιητής έχει κρατήσει για τον εαυτό του τον ρόλο του Ζίγκφριντ : η πορεία του προς την υπέρβαση, προς την υποταγή του εγώ στο εμείς υποδηλώνεται μορφοπλαστικά μέσα από την εναλλαγή του α ενικού προσώπου και του κυρίαρχου α πληθυντικού. Πρόκειται για έναν αγώνα με ερωτικά πρόσημα που στήνει ένα παρελκυστικό τοπίο με χαρακτηριστικά την αδυναμία σύλληψης των στοιχείων της φενάκης, την ικανοποίηση από το ανούσιο, την αταραξία που φαντάζει ταυτόσημη με την αβελτηρία, αλλά και με την ανοησία. Και όλα αυτά φαντάζουν, στο πλαίσιο της εμβληματικής πορείας του Ζίγκφριντ/ Βασιλείου, συνθήματα ή εμβλήματα παρακμής. Ο αγώνας ανάμεσα στην Σκύλα και στην Χάρυβδη, ανάμεσα στην αλήθεια του συλλογικού ονείρου και στην εμμονή στην κατάκτηση της ατομικής ηδονικής διαδρομής, υπαγορεύεται από μια Σισύφεια λογική: την εναλλαγή ανάμεσα στη μέρα που σημασιοδοτεί το πέρασμα από την αναστολή του ερωτικού κορεσμού, την ύψωση του λαβάρου, την υπέρβαση των στερεότυπων και το κυνήγι του ονείρου από τη μια και στη νύχτα από την άλλη που σημαδεύει την υποταγή σε κορεσμένες και παρωχημένες βεβαιότητες.
Ο αγώνας ή η πορεία διεξάγεται σε ένα συγκείμενο φορτισμένο από αρνητικά υλικά: σκοτεινές παραδοχές, άδηλες σκοπιμότητες, βερμπαλιστικές θέσεις, φαλκιδευμένα ιδανικά, θρυμματισμένες αναμνήσεις, υποταγμένες στην συγκυριακή προσδοκία, άνοηή ανόητη χαρά, ανώφελη εκ των υστέρων παρρησία, διάχυση ενός απομυθοποιημένου ηρωισμού, αναγνώσεις του παρελθόντος με ιδιοτελή κίνητρα, προσκυνημένη ευθυκρισία και απεμπόληση της ευθύνης. Και ο έρωτας που εξυφαίνει το δίκτυ της πλοκής να επιμένει με την γητευτική του πρόκληση, να αποτρέπει από την ανασημασιοδότηση του κόσμου γύρω από τον ήρωα και το αντικείμενο του ερωτισμού του..
Ώσπου ξύπνησαν οι φωνές της παιδικής ηλικίας, ανασταίνοντας τα κλειδιά της αποκωδικοποίησης των πραγμάτων. Η αφύπνιση είναι στην άκρη μιας διαδικασίας που περνά από την αυτοεπίγνωση του έρωτα, της ιστορίας, των εννοιών, της αποθησαυρισμένης μνήμης, της υπέρβασης των ψευδαισθήσεων, της πορείας σε αφιλόξενα χιονισμένα τοπία.
Το τέρμα της πορείας είναι η δυναμική του αυτοπροσδιορισμού μέσα στο συλλογικό, η κατάκτηση του χάους και του μη χάους, η οροθέτηση των κανονιστικών συμβόλων μέσα από την κριτική βίωση των συγκυριών. Και ο κόσμος που επιλογικά θα προκύψει; Θα είναι γεμάτος έρωτα τις νύχτες και μέρες χωρίς αναμνήσεις ονείρων. Και θα έχει υποτάξει τα συναισθήματα στην συμβατική και απρόσωπη εκφορά του λόγου, σε ένα τοπίο χωρίς το κυνήγι του ανέφικτου.
Και ο Ζίγκφριντ/ Βασιλείου θα οδηγηθεί στην κορύφωση ενός δράαμτος-παρωδίας, στο οποίο το δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν είναι εν έτει 2013 οριστικά πια χαμένο και το λυκόφως των Θεών θα παραχωρήσει τη θέση του στο σκότος των ψυχών ή στην αιχμαλωσία της σκέψης.. Η ποίηση Βασιλείου με την αφηγηματική δραματική της διάσταση συνιστά στην ουσία μια κραυγή αγωνίας για τους υποψιασμένους. Και το τέλος του κόσμου όπως τον γνωρίσαμε ιχνηλατείται με οξυδέρκεια και διορατικότητα.
Ο τίτλος της συλλογής είναι το κλειδί για την «ανάγνωση» του έργου: Το Λυκόφως των Θεών (γερμανικά: Götterdämmerung είναι το τελευταίο μέρος, της όπερας του Ρίχαρντ Βάγκνερ, Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν που αρχίζει με την ικανοποίηση του αμοιβαίου έρωτα της βαλκυρίας Μπρυνχίλτης, και του ήρωα Ζίγκφριντ, ενός έρωτα που θα τους κάνει να λησμονήσουν τον υπέρτατο στόχο τους, που σχετίζεται με την επικείμενη κατάλυση της κυριαρχίας των θεών. Οι δύο ήρωες, πορευόμενοι ανάμεσα σε δοκιμασίες και απογοητεύσεις, κατακτούν την ευτυχία, αλλά και τον θάνατο που έρχεται ως συνέπεια της υπέρβασης του εγώ και επαναπροσδιορίζει την στράτευσή τους στο συλλογικό καλό, στην αποτροπή του τέλους των Θεών, στην αποκατάσταση της αρμονίας, στην κάθαρση.
Περπατώντας προσεκτικά στον καμβά που στήνει με το μουσικό του υφάδι ο Βάγκνερ, ο Βασιλείου μορφοποιεί με τις λέξεις το δικό του λυκόφως, σε έναν κόσμο όπου «πεθαίνουν οι Θεοί» και μαζί τους σβήνουν τα κίβδηλα σημεία του κόσμου μας. Είναι η στιγμή που το γεννημένο πεθαίνει και το αγέννητο δεν έχει ακόμα γεννηθεί, ένα σημείο οριακό, πριν από τον θάνατο ή την ανάσταση. Ο τόνος είναι υποβλητικός, επίσημος, η γλώσσα εύπλαστη, με συνειρμικές συνυποδηλώσεις, τα συναισθήματα συγκρατημένα μετεωρίζονται στα χείλη των λέξεων, οι συνδυασμοί σημαινόντων-σημαινομένων τολμηροί, οι ερωτικές συνευρέσεις δεν είναι λυτρωτικές αλλά παρακολουθούν τις διακυμάνσεις των οριακών στιγμών.
Ο ποιητής έχει κρατήσει για τον εαυτό του τον ρόλο του Ζίγκφριντ : η πορεία του προς την υπέρβαση, προς την υποταγή του εγώ στο εμείς υποδηλώνεται μορφοπλαστικά μέσα από την εναλλαγή του α ενικού προσώπου και του κυρίαρχου α πληθυντικού. Πρόκειται για έναν αγώνα με ερωτικά πρόσημα που στήνει ένα παρελκυστικό τοπίο με χαρακτηριστικά την αδυναμία σύλληψης των στοιχείων της φενάκης, την ικανοποίηση από το ανούσιο, την αταραξία που φαντάζει ταυτόσημη με την αβελτηρία, αλλά και με την ανοησία. Και όλα αυτά φαντάζουν, στο πλαίσιο της εμβληματικής πορείας του Ζίγκφριντ/ Βασιλείου, συνθήματα ή εμβλήματα παρακμής. Ο αγώνας ανάμεσα στην Σκύλα και στην Χάρυβδη, ανάμεσα στην αλήθεια του συλλογικού ονείρου και στην εμμονή στην κατάκτηση της ατομικής ηδονικής διαδρομής, υπαγορεύεται από μια Σισύφεια λογική: την εναλλαγή ανάμεσα στη μέρα που σημασιοδοτεί το πέρασμα από την αναστολή του ερωτικού κορεσμού, την ύψωση του λαβάρου, την υπέρβαση των στερεότυπων και το κυνήγι του ονείρου από τη μια και στη νύχτα από την άλλη που σημαδεύει την υποταγή σε κορεσμένες και παρωχημένες βεβαιότητες.
Ο αγώνας ή η πορεία διεξάγεται σε ένα συγκείμενο φορτισμένο από αρνητικά υλικά: σκοτεινές παραδοχές, άδηλες σκοπιμότητες, βερμπαλιστικές θέσεις, φαλκιδευμένα ιδανικά, θρυμματισμένες αναμνήσεις, υποταγμένες στην συγκυριακή προσδοκία, άνοηή ανόητη χαρά, ανώφελη εκ των υστέρων παρρησία, διάχυση ενός απομυθοποιημένου ηρωισμού, αναγνώσεις του παρελθόντος με ιδιοτελή κίνητρα, προσκυνημένη ευθυκρισία και απεμπόληση της ευθύνης. Και ο έρωτας που εξυφαίνει το δίκτυ της πλοκής να επιμένει με την γητευτική του πρόκληση, να αποτρέπει από την ανασημασιοδότηση του κόσμου γύρω από τον ήρωα και το αντικείμενο του ερωτισμού του..
Ώσπου ξύπνησαν οι φωνές της παιδικής ηλικίας, ανασταίνοντας τα κλειδιά της αποκωδικοποίησης των πραγμάτων. Η αφύπνιση είναι στην άκρη μιας διαδικασίας που περνά από την αυτοεπίγνωση του έρωτα, της ιστορίας, των εννοιών, της αποθησαυρισμένης μνήμης, της υπέρβασης των ψευδαισθήσεων, της πορείας σε αφιλόξενα χιονισμένα τοπία.
Το τέρμα της πορείας είναι η δυναμική του αυτοπροσδιορισμού μέσα στο συλλογικό, η κατάκτηση του χάους και του μη χάους, η οροθέτηση των κανονιστικών συμβόλων μέσα από την κριτική βίωση των συγκυριών. Και ο κόσμος που επιλογικά θα προκύψει; Θα είναι γεμάτος έρωτα τις νύχτες και μέρες χωρίς αναμνήσεις ονείρων. Και θα έχει υποτάξει τα συναισθήματα στην συμβατική και απρόσωπη εκφορά του λόγου, σε ένα τοπίο χωρίς το κυνήγι του ανέφικτου.
Και ο Ζίγκφριντ/ Βασιλείου θα οδηγηθεί στην κορύφωση ενός δράαμτος-παρωδίας, στο οποίο το δαχτυλίδι των Νιμπελούγκεν είναι εν έτει 2013 οριστικά πια χαμένο και το λυκόφως των Θεών θα παραχωρήσει τη θέση του στο σκότος των ψυχών ή στην αιχμαλωσία της σκέψης.. Η ποίηση Βασιλείου με την αφηγηματική δραματική της διάσταση συνιστά στην ουσία μια κραυγή αγωνίας για τους υποψιασμένους. Και το τέλος του κόσμου όπως τον γνωρίσαμε ιχνηλατείται με οξυδέρκεια και διορατικότητα.
ΕΝΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΕΣ, Ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΠροτιμώ το δικό σου λυκαυγές σε γαλανό φόντο!
ΑπάντησηΔιαγραφή