Η κεντρική πολιτική ομιλία στην προφεστιβαλική εκδήλωση Φλώρινας, στα πλαίσια του 37ου Φεστιβάλ ΚΝΕ – ΟΔΗΓΗΤΗ, στις 9/9/2011, με ομιλητή το Νώντα Στολτίδη, μέλος του Γρ. Περιοχής Δυτ. Μακεδονίας του ΚΚΕ
Σας καλωσορίζουμε στις εκδηλώσεις του 37ου Φεστιβάλ ΚΝΕ-ΟΔΗΓΗΤΗ, που φέτος συμπληρώνει 37 χρόνια ζωής έχοντας κατακτήσει μέσα στα βάθη του χρόνου μεγάλο κύρος στην νεολαία καθώς αποτελεί το κορυφαίο πολιτικό και πολιτιστικό γεγονός του νεολαιίστικου κινήματος. Το φεστιβάλ της ΚΝΕ είναι μοναδικό γιατί είναι φτιαγμένο με τα ίδια υλικά που είναι φτιαγμένο το Κόμμα μας, το ΚΚΕ και η οργάνωση μας, η ΚΝΕ. Με την συλλογικότητα την αυτοθυσία και την ανιδιοτέλεια, με την αισιοδοξία, την εμπιστοσύνη προς τους εργαζόμενους και την νεολαία και την ανάγκη να συζητάμε μαζί τους για όλα.
Το σύνθημα που επιλέξαμε φέτος για το 36ο Φεστιβάλ της ΚΝΕ «Ο ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΣΟΥ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΕ ΤΟ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ », δεν επιλέχτηκε τυχαία. Θέλουμε να συζητήσουμε με τους χιλιάδες νέους που συναντηθήκαμε στις απεργίες, στους αγώνες που υποφέρουν από την καπιταλιστική κρίση και τα βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα. Μέσα από το περιεχόμενο, το πρόγραμμα, τον ίδιο το χαρακτήρα του Φεστιβάλ προβάλλουμε την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ για διέξοδο από την κρίση, την γραμμή της επαναστατικής στρατηγικής, της Σοσιαλιστικής διεξόδου.
Σε νέα φάση ισχυρών αναταράξεων πέρασαν τις τελευταίες βδομάδες η ΕΕ και οι ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις του ΚΚΕ ότι η κρίση είναι βαθιά και πως η ανάκαμψη θα είναι πρόσκαιρη και αναιμική, προάγγελος μιας επόμενης κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προειδοποίησε τη Δευτέρα ότι οι κύριες παγκόσμιες οικονομίες δείχνουν και πάλι σημάδια επιβράδυνσης, ενώ επανέρχονται οι ανησυχίες για μια νέα ύφεση, έπειτα από εκείνη του 2008 - 2009. Ο ΟΟΣΑ αναφέρει συγκεκριμένα ότι τον Ιούνη, σε σχέση με το Μάη, «έκαναν την εμφάνισή τους στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τη Ρωσία ισχυρότερα σημάδια αντιστροφής των κύκλων ανάπτυξης». Τον ίδιο μήνα, η ζώνη του ευρώ και η Κίνα βρίσκονταν σε φάση «επιβράδυνσης», ενώ οι ΗΠΑ εμφάνιζαν μια «πιθανή κορύφωση» της τάσης αυτής.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ΗΠΑ, το έλλειμμα σκαρφάλωσε τον Ιούνη πάνω και από το επίπεδο του 1 τρισ. δολαρίων, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών και αναμένεται να φτάσει στα 1,65 τρισ. δολάρια για το δημοσιονομικό έτος του 2011. Αυξημένο εμφανίζεται τον Ιούνη και το εμπορικό έλλειμμα, φθάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβρη του 2008, λόγω της συνολικής μείωσης των εξαγωγών, που επηρεάζονται από τη μειωμένη ζήτηση, εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης. Το εμπορικό έλλειμμα έφθασε τα 53,1 δισεκατομμύρια δολάρια και οι αμερικανικές εξαγωγές κατέγραψαν πτώση μεγαλύτερη του 2%. Ομοίως, η Γαλλία, δεύτερη μεγαλύτερη καπιταλιστική οικονομία της Ευρωζώνης, κατέγραψε μηδενική ανάπτυξη το δεύτερο τρίμηνο του 2011 και η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε περισσότερο από ό,τι ανέμεναν οι οικονομολόγοι τον Ιούνη. Πιο συγκεκριμένα, η παραγωγή υποχώρησε κατά 1,6% σε σχέση με το Μάη, έναντι πρόβλεψης για πτώση 0,7%. Στη Μ. Βρετανία, η Τράπεζα της Αγγλίας ανησυχεί για την «απώλεια της δυναμικότητας της ανάκαμψης στη βρετανική οικονομία» και υποβάθμισε τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη της βρετανικής οικονομίας στο 2% για φέτος, έναντι αρχικών εκτιμήσεων για 2,5%.
Αυτό που, σε τελική ανάλυση, αποκαλύπτουν τα οικονομικά στοιχεία, είναι ο παγκόσμιος και συγχρονισμένος χαρακτήρας της κρίσης. Πρόκειται για κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων και υπερπαραγωγής προϊόντων, η οποία αντανακλάται στο υπέρογκο δημόσιο χρέος και στα ελλείμματα που προκάλεσαν οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις τα προηγούμενα χρόνια, για να χρηματοδοτήσουν την «ανάπτυξη», μπουκώνοντας το κεφάλαιο με προνόμια και επιδοτήσεις.
Αυτή η βαθιά αντιλαϊκή «ανάπτυξη» εξέθρεψε τα χρέη και ταυτόχρονα δημιούργησε τις προϋποθέσεις της υπερπαραγωγής και της υπερσυσσώρευσης για να εκδηλωθεί η κρίση, την οποία αξιοποιεί σήμερα το κεφάλαιο για να ξεμπερδεύει με κάθε εργατική κατάκτηση, παρουσιάζοντάς την αντιεπιστημονικά σαν «κρίση χρέους».
Μπαράζ αντιλαϊκών μέτρων
Ενδεικτική των παραπάνω, είναι η πυγμή με την οποία οι κυβερνήσεις χωρών όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Ιταλία και άλλες, ανακοίνωσαν μέσα στη βδομάδα την πρόθεσή τους να επιταχύνουν και να διευρύνουν την εφαρμογή των προαποφασισμένων αντιλαϊκών μέτρων. Με διάγγελμα του προέδρου Ομπάμα, οι ΗΠΑ διαβεβαίωσαν για την πρόθεσή τους να προχωρήσουν ταχύτερα σε περικοπές των κοινωνικών δαπανών και σε αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις, που θα μειώσουν τα ελλείμματα στον προϋπολογισμό.
Αντίστοιχα, η Γαλλία ετοιμάζεται να ανακοινώσει την άλλη βδομάδα νέο πακέτο μέτρων λιτότητας, η Ιταλία, με υπουργικά διατάγματα θεσμοθέτησε ήδη γενικευμένες αντιλαϊκές ανατροπές, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται μπαράζ μέτρων που τσακίζουν το λαό σε Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ισπανία, αλλά και στη Μ. Βρετανία, η οποία ετοιμάζεται το Σεπτέμβρη να επεκτείνει το νομικό της οπλοστάσιο υπέρ των μονοπωλίων.
Αυτό που αποδεικνύει η συντονισμένη επίθεση σε βάρος των λαών, είναι η ενιαία στρατηγική και η ανάγκη του κεφαλαίου να ρίξει ακόμα πιο κάτω την τιμή της εργατικής δύναμης. Ειδικά στην Ελλάδα, οι εξελίξεις καταρρίπτουν την προπαγάνδα με την οποία η κυβέρνηση προσπάθησε όλους τους προηγούμενους μήνες να νομιμοποιήσει τα φιλομονοπωλιακά της μέτρα, παρουσιάζοντας τη χώρα σαν «ιδιαίτερη περίπτωση» στην ΕΕ και παγκόσμια, με «παθογένειες» δήθεν στο κράτος, που έπρεπε να καταπολεμηθούν με το τσάκισμα των εργασιακών - λαϊκών δικαιωμάτων.
Το κεφάλαιο επιδιώκει ταυτόχρονα να διασφαλίσει αδρή χρηματοδότηση από τους προϋπολογισμούς των καπιταλιστικών κρατών και να κερδίσει νέα πεδία επιχειρηματικής δράσης, μέσα από τις ιδιωτικοποιήσεις και την παράδοση στρατηγικών τομέων της παραγωγής στα μονοπώλια. Όλα τα παραπάνω, είναι όροι αναγκαίοι για να βρουν τα συσσωρευμένα κεφάλαια κερδοφόρα διέξοδο στην παραγωγή, ώστε να ξεκινήσει ένας νέος κύκλος της διευρυμένης αναπαραγωγής, για όσα μονοπώλια επιβιώσουν και καταφέρουν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στη διάρκεια της κρίσης. Εκεί ακριβώς εδράζεται και ο αδυσώπητος πόλεμος που μαίνεται στο προσκήνιο και το παρασκήνιο, για το ποια οικονομία και ποια μονοπώλια θα κερδίσουν ή θα χάσουν περισσότερα από την ελεγχόμενη - μέχρι στιγμής - καταστροφή κεφαλαίου, που μεθοδεύεται μέσα από τις αποφάσεις των Συνόδων Κορυφής της ΕΕ για τους μηχανισμούς δανειοδότησης υπερχρεωμένων κρατών. Έτσι, ενώ οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις ομονοούν στη στρατηγική με την οποία επιτίθενται στο λαό, συγκρούονται με σφοδρότητα για να υπερασπιστούν η καθεμία τα δικά της μονοπωλιακά συμφέροντα, οξύνοντας μ' αυτόν τον τρόπο τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς στο εσωτερικό των λυκοσυμμαχιών που συνάπτουν μεταξύ τους.
Ισχυρές αντιθέσεις και ανταγωνισμοί
Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι το παράδειγμα των αποφάσεων που πάρθηκαν στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής και οι οποίες χαιρετίστηκαν από τα καπιταλιστικά κράτη ως «ανάσα» και «σωτηρία», όχι βέβαια για τους λαούς, που χρεοκοπούν ταχύτατα, αλλά για τα μονοπώλια. Σήμερα, εκείνη η συμφωνία των κρατών της Ευρωζώνης και τα μέτρα που προέβλεπε, έχουν ήδη ξεπεραστεί από τις εξελίξεις που νομοτελειακά προκαλεί η κρίση. Για παράδειγμα, οι «17» συμφώνησαν στις 21 του Ιούλη για την δημιουργία ενός ταμείου, το οποίο θα εξασφαλίζει τον απρόσκοπτο δανεισμό των κρατών - μελών της Ευρωζώνης που αδυνατούν να αντλήσουν ρευστότητα από τις καπιταλιστικές αγορές, εξαιτίας της βαθιάς ύφεσης στην οποία βρίσκονται και η οποία αντανακλάται στη δυσκολία να ανταποκριθούν με συνέπεια στην αποπληρωμή του χρέους. Για παράδειγμα, η Ελλάδα είναι η χώρα με το μεγαλύτερο χρέος στην Ευρωζώνη και ταυτόχρονα με τη μεγαλύτερη ύφεση, η οποία, για το δεύτερο τρίμηνο του 2011, έφτασε το 6,9%.
Οι αποφάσεις της Συνόδου πάρθηκαν πριν ακόμα η Ιταλία και η Ισπανία βρεθούν αντιμέτωπες με δεδομένα που επαληθεύουν το βάθεμα της κρίσης στην οικονομία τους και επί της ουσίας την αδυναμία τους να πετύχουν άμεσα ανεβασμένους ρυθμούς ανάπτυξης.
Η αντανάκλαση που έχει αυτή η αντικειμενική κατάσταση στο κόστος του δανεισμού τους, επιβάλλει την υπέρογκη αύξηση των κεφαλαίων που θα πρέπει να διαθέτει ο μηχανισμός δανειοδότησης, σε μια πρώτη φάση από τα 750 δισ. στο 1 τρισ. ευρώ. Με δεδομένο όμως ότι τα κεφάλαια του ταμείου συγκεντρώνονται από τις επιμέρους εισφορές της κάθε χώρας - μέλους, καπιταλιστικά κράτη όπως η Γερμανία και η Ολλανδία αντιδρούν στο ενδεχόμενο να αυξηθεί το ποσό που θα διαθέτει το ταμείο, και κατά συνέπεια η δική τους συνεισφορά.
Πού οφείλεται η άρνησή τους; Στο γεγονός ότι κάθε ευρώ που φεύγει από τα κρατικά ταμεία για να συνδράμει τη δανειοδότηση υπερχρεωμένων χωρών, το στερείται η ντόπια αστική τάξη, είτε σαν άμεση, είτε σαν έμμεση επιδότηση. Και μπορεί οι όροι του δανεισμού από το «Ταμείο Σταθερότητας» να εγγυώνται μακροπρόθεσμα ένα αξιολογότατο κέρδος για τις χώρες που συμμετέχουν στο αλισβερίσι με τα δάνεια, ωστόσο, η εξέλιξη της κρίσης και η ανάγκη να καταστραφεί κεφάλαιο, καθιστά τα γερμανικά και άλλα μονοπώλια επιφυλακτικά για την αυξημένη συμμετοχή τους στο δανειακό πακέτο. Δηλαδή, ένα από τα στοιχεία των αντιθέσεων που εκδηλώνονται στο εσωτερικό της Ευρωζώνης και της Γερμανίας, είναι ότι από τη μια έχει ανάγκη το ευρώ και μια ενιαία αγορά, για να διατηρεί σε ανταγωνιστικό επίπεδο τις εξαγωγές, που είναι και ο βασικός παράγοντας για την μεγέθυνση της οικονομίας της, την ίδια ώρα όμως αυξάνουν οι επισφάλειες για τα κονδύλια τα οποία επενδύει στη «διάσωση» δήθεν χωρών της Ευρωζώνης και εκτίθεται έτσι στον κίνδυνο για μεγαλύτερες απώλειες από τη δεδομένη καταστροφή κεφαλαίου. Και μπορεί στην παρούσα φάση η απαξίωση του πλεονάζοντος κεφαλαίου να μεθοδεύεται ελεγχόμενα, ενδέχεται όμως στο άμεσο μέλλον να προσλάβει άναρχα χαρακτηριστικά. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τον οποίο η Γερμανία, άλλα κράτη της Ευρωζώνης και μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, ζητάνε «εμπράγματες εγγυήσεις» για να συμμετέχουν στο πρόγραμμα δανειοδότησης της Ελλάδας, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στις αποκρατικοποιήσεις που εξήγγειλε η κυβέρνηση. Αυτό που επιδιώκουν, είναι να εκμεταλλευτούν πεδία επενδύσεων και πηγές κέρδους, σε σύμπραξη με την ντόπια αστική αστική, που θα τους εξασφαλίσουν σίγουρες και πολλαπλάσιες αποδόσεις σαν αντιστάθμισμα στην επισφάλεια που κρύβεται πίσω από τη δανειοδότηση υπερχρεωμένων κρατών και στις δεδομένες απώλειες από την καταστροφή κεφαλαίου. Για να γίνει αυτό, βέβαια, δεν αρκεί μόνο να βγει στο σφυρί ό,τι έχει απομείνει όρθιο από το δημόσιο πλούτο, αλλά να μειωθεί κι άλλο το λεγόμενο «εργατικό κόστος» στις επιχειρήσεις αυτές, προκειμένου να γίνουν φθηνότεροι οι εργάτες για τους ντόπιους και ξένους «επενδυτές».
Νέα εργαλεία ενάντια στο λαό
Βέβαια, οι αντεργατικές ανατροπές, οι ιδιωτικοποιήσεις και τα άλλα αντιλαϊκά μέτρα, δεν προέκυψαν σαν ζητούμενο για την ΕΕ με το ξέσπασμα της σημερινής κρίσης, αλλά αποτελούν στρατηγικό στόχο από τη συγκρότησή της. Οι ιδρυτικές συνθήκες της ΕΕ και όλες οι στρατηγικές συμφωνίες που ακολούθησαν, προέβλεπαν συγκεκριμένους και μετρήσιμους αντιλαϊκούς στόχους για να ισχυροποιηθεί το ευρωενωσιακό κεφάλαιο στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Η ανάγκη να προχωρήσουν αυτές οι προαποφασισμένες ανατροπές συντονισμένα και ταχύτατα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, είναι πλέον ζήτημα ζωής και θανάτου για τα μονοπώλια της ΕΕ, που βρίσκονται αντιμέτωπα με την όξυνση του ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο. Το κινέζικο, το αμερικάνικο, το ρώσικο, ακόμα και το λατινοαμερικάνικο κεφάλαιο, προσπαθούν να κερδίσουν θέσεις στον ανταγωνισμό. Το ίδιο ισχύει για κάθε μια από τις επιμέρους οικονομίες, μέσα στους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο σήμερα το κεφάλαιο και το πολιτικό του προσωπικό, δεν έχουν το παραμικρό περιθώριο να ελιχθούν απέναντι στην λαϊκή δυσαρέσκεια που προκαλείται από την προσπάθειά τους να διαχειριστούν την κρίση με κριτήριο το γενικό συμφέρον της αστικής τάξης. Κατά συνέπεια, όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν στις ελάχιστες παραχωρήσεις που θα μπορούσαν να διασκεδάσουν τη λαϊκή αγανάκτηση, αλλά επιπλέον, απεργάζονται εργαλεία που θα κάνουν ακόμα πιο επιθετική και αποτελεσματική την προώθηση της πολιτικής τους σε βάρος των λαών.
Ένα τέτοιο εργαλείο αποτελεί η λεγόμενη «οικονομική διακυβέρνηση» της ΕΕ, την οποία με παραλλαγές ασπάζονται όλα τα κράτη, επιβεβαιώνοντας την ενιαία αντιλαϊκή στρατηγική τους. Η Γερμανία, μάλιστα, κάνει ένα βήμα μπροστά και ζητάει τη δημιουργία ενός «συμβουλίου σταθερότητας», που θα έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει κυρώσεις σε χώρες «που δε διαχειρίζονται σωστά τα οικονομικά τους». Εξειδικεύοντας την πρόταση, Γερμανοί αξιωματούχοι κάνουν λόγο ακόμα και για «τεστ ανταγωνιστικότητας», στα οποία, όταν μία χώρα αποτυγχάνει, θα υπάρχουν κυρώσεις από «ένα νέο συμβούλιο ευρωπαϊκής σταθερότητας, χωρίς να αντιμετωπίζει την "απειλή" πολιτικών πιέσεων». Με άλλα λόγια, αυτό που μεθοδεύεται είναι ένας ακόμα τεχνοκρατικός μηχανισμός ελέγχου για την αυστηρή και έγκαιρη εφαρμογή των φιλομονοπωλιακών μέτρων που αποφασίζονται σε επίπεδο ΕΕ, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις χώρες που δανείζονται από τα ταμεία της Ευρωένωσης. Τα «τεστ ανταγωνιστικότητας» και οι κυρώσεις που θα μπορεί να επιβάλλει, θα κρέμονται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια των λαών και θα χρησιμεύουν για τον εκβιασμό τους από τις εθνικές κυβερνήσεις. Οι τελευταίες, μάλιστα, θα μπορούν με αυτόν τον τρόπο να δηλώνουν «αθώες του αίματος» για τη σφαγή των εργασιακών - συνταξιοδοτικών και άλλων δικαιωμάτων, παραπέμποντας τις όποιες αποφάσεις τους στα κριτήρια που θέτει το «συμβούλιο σταθερότητας». Η οικονομική διακυβέρνηση βρέθηκε στο επίκεντρο της συνάντησης που είχαν την Τρίτη στο Παρίσι ο Ν. Σαρκοζί και η Α. Μέρκελ, κατά την οποία, σύμφωνα με τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών, «η Γαλλία και η Γερμανία θα καταθέσουν ισχυρές προτάσεις για την αναμόρφωση της οικονομικής διακυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ», ώστε «να επιταχυνθεί η διαδικασία για την αναμόρφωση της οικονομικής διακυβέρνησης», καθώς «είναι αντιληπτό πλέον ότι το υφιστάμενο status quo δεν μπορεί να συνεχιστεί».
Για ριζικές αλλαγές υπέρ του λαού.
Απέναντι σ' αυτή τη ζοφερή για το λαό κατάσταση, υπάρχουν δυο στρατηγικές γραμμές, με τις οποίες τα κόμματα αντιμετωπίζουν την κρίση: Εκείνη που προσπαθεί να διαχειριστεί την κρίση προς όφελος του κεφαλαίου, στηρίζει τα μέτρα που παίρνονται και πασχίζει να σταθεροποιήσει την αστική εξουσία από τις αναταράξεις που προκαλεί η κλιμακούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια. Η άλλη στρατηγική είναι αυτή που υπηρετεί το ΚΚΕ και παλεύει για να ανοίξουν βαθιά ρήγματα στην αστική πολιτική, που θα φτάνουν μέχρι την αποσταθεροποίηση και την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, την αντικατάστασή της από την εργατική - λαϊκή εξουσία, την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Αυτή είναι η ριζική διαφορά του ΚΚΕ απ' όλα τα άλλα κόμματα στην Ελλάδα. Ολοι τους προσπαθούν να σώσουν τον καπιταλισμό, να τον εξωραΐσουν στα μάτια του λαού, ενώ το ΚΚΕ παλεύει για να τον ανατρέψει, διακηρύσσοντας ότι ένας τέτοιος επιθετικός αγώνας, είναι όρος αναγκαίος για να αποκρουστούν σήμερα τα βάρβαρα μέτρα και να ανοίξει ο δρόμος για ριζικές αλλαγές προς όφελος του λαού στο επίπεδο της εξουσίας και της οικονομίας.
Δίπλα στο ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ, τον ΛΑ.Ο.Σ., το κόμμα της Μπακογιάννη και τα άλλα αστικά κόμματα, στέκονται οι δυνάμεις του οπορτουνισμού, όπως ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που προπαγανδίζουν υπέρ μιας κυβερνητικής αλλαγής, χωρίς να αλλάξει τίποτε στο πεδίο της εξουσίας και της οικονομίας, η οποία θα συνεχίσει να είναι καπιταλιστική. Στο όνομα του «ρεαλισμού» του κεφαλαίου, οι προτάσεις τους είναι συμπληρωματικές σε αυτές των αστικών κομμάτων, όπως η έκδοση ευρωομόλογου, η ρύθμιση του χρέους, ο δανεισμός με χαμηλότερα επιτόκια, ο αναβαθμισμένος ρόλος της καπιταλιστικής ΕΚΤ στη διαχείριση της κρίσης.
Παρουσιάζουν αυτές τις προτάσεις σαν εργαλεία για την ανακούφιση δήθεν του λαού, κρύβοντας συνειδητά ότι σε συνθήκες γενικευμένης επίθεσης του κεφαλαίου, τίποτε δεν θα μείνει όρθιο αν οι εργαζόμενοι και τα αντιλαϊκά στρώματα δεν αντιτάξουν στην ενιαία στρατηγική και το δρόμο ανάπτυξης που υπερασπίζεται η πλουτοκρατία τη δική τους συμμαχία και τη στρατηγική τους πρόταση για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης. Επί της ουσίας, με τη στρατηγική τους οι οπορτουνιστές καλούν το λαό να χαράξει σαν γραμμή άμυνας το «λιγότερο κακό», το οποίο όμως, από τη μια στιγμή στην άλλη, ξεπερνιέται από τα σαρωτικά μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο για να σταθεί στον ανταγωνισμό εν μέσω κρίσης.
Γραμμή άμυνας για το ΚΚΕ είναι οι σύγχρονες και πραγματικές ανάγκες του λαού και οι δυνατότητες που αντικειμενικά υπάρχουν σήμερα για την ικανοποίησή τους. Ταυτόχρονα, το Κόμμα παλεύει με συγκεκριμένα αιτήματα και στόχους πάλης για την ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων που πλήττονται από την κρίση, στηρίζοντας το πλαίσιο των ΠΑΜΕ, ΠΑΣΕΒΕ, ΠΑΣΥ, ΟΓΕ, ΜΑΣ για μέτρα ουσιαστικής προστασίας των ανέργων, για προστασία όσων δεν έχουν να πληρώσουν το ρεύμα ή τα τραπεζικά δάνεια και άλλα. Πρόκειται για αιτήματα που προϋποθέτουν σύγκρουση με την κυρίαρχη πολιτική και την προπαγάνδα αστών και οπορτουνιστών, που με αποχρώσεις προσπαθούν να φορτώσουν το χρέος στις πλάτες του λαού και να πείσουν τα λαϊκά στρώματα ότι μπορεί να υπάρξει διέξοδος προς όφελός τους μέσα στο πλαίσιο αυτού του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος, που έχει φάει προ πολλού τα ψωμιά του και πρέπει να ανατραπεί.
Η δεκαετία που διανύουμε και οι επόμενες δεκαετίες, θα είναι περίοδοι λαϊκής αφύπνισης και κοινωνικών επαναστάσεων. Η δράση του ΚΚΕ μέσα στη δίνη της καπιταλιστικής κρίσης, στοχεύει στην αναχαίτιση της επίθεσης και στην αντεπίθεση του λαού, μέσα από την οργάνωση και την προετοιμασία της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων για την εφ' όλης της ύλης αναμέτρηση με το κεφάλαιο και την πολιτική του. Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ και το στέριωμα της λαϊκής συμμαχίας σε τόπους δουλειάς και εργατογειτονιές, σε σχολειά και σχολές, στα αστικά κέντρα και την ύπαιθρο, είναι οι παράγοντες που θα γείρουν τελικά την πλάστιγγα υπέρ του λαού.
Σήμερα στη χώρα μας υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για μια ριζικά διαφορετική οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας, με βασικό χαρακτηριστικό τη μετατροπή της ιδιοκτησίας του μεγάλου κεφαλαίου σε κοινωνική κρατική ιδιοκτησία και δίπλα της τον παραγωγικό λαϊκό συνεταιρισμό.
Το ΚΚΕ καλεί το λαό να αγωνιστεί για να γίνουν λαϊκή περιουσία τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, στους κλάδους της μεταποίησης και γενικότερα της βιομηχανίας και του συγκεντρωμένου εμπορίου. Να δημιουργηθούν ενιαίοι αποκλειστικά κρατικοί φορείς στους κλάδους στρατηγικής σημασίας, όπως της Ενέργειας, των Τηλεπικοινωνιών, των Κατασκευών, των Μεταφορών, της Εξόρυξης. Να κοινωνικοποιηθεί η γη, οι μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις στον αγροτικό τομέα, να δημιουργηθούν συνεταιρισμοί φτωχών και μεσαίων αγροτών, ώστε να ξεπεραστεί το πρόβλημα της κατακερματισμένης χρήσης της γης.
Μόνο ο κεντρικός, επιστημονικά οργανωμένος, σχεδιασμός της λαϊκής οικονομίας μπορεί να απελευθερώσει τις εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες, γιατί έχει γνώμονα τη συνδυασμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Να ξεπεράσει ανισομέρειες της ανάπτυξης περιφερειών στο εσωτερικό της χώρας. Να διαμορφώσει εξειδικευμένα κατά κλάδο πλάνα παραγωγής και κατανομής του ανθρώπινου παραγωγικού δυναμικού, των μέσων παραγωγής, της ενέργειας, των πρώτων υλών. Παράλληλα θα διασφαλίζει την κλαδική συνεργασία που θα δίνει ώθηση στην ανάπτυξη κάθε περιφέρειας της χώρας, π.χ. με την εξόρυξη και καθετοποιημένη βιομηχανική παραγωγή, την αγροτική παραγωγή, τη βιομηχανία τροφίμων και βιομηχανικών υλών.
Μόνο η λαϊκή οικονομία μπορεί να εξαλείψει οριστικά την αναρχία της παραγωγής, τη ζούγκλα του ανταγωνισμού των μονοπωλιακών ομίλων για το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος. Μπορεί να αξιοποιήσει και να κατανείμει σε αυτήν την κατεύθυνση το σύνολο του εργατικού δυναμικού της χώρας εξαλείφοντας την ανεργία. Μόνο η εργατική τάξη μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα της φιλολαϊκής ανάπτυξης και να εξασφαλίσει τη συμμαχία με τα άλλα λαϊκά στρώματα.
Ο καπιταλισμός δεν είναι παντοδύναμος.
Η λαϊκή εξουσία θα εξοικονομήσει σημαντικούς πόρους που σπαταλώνται σήμερα στο πλαίσιο της αστικής στρατηγικής για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και της εξουσίας των μονοπωλίων. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
* Την κατάργηση της χρηματικής αφαίμαξης και ληστείας που επιβάλλει η καπιταλιστική ιδιοκτησία και των πολύμορφων πακέτων που αδειάζουν τα κρατικά ταμεία για να στηρίζονται οι μονοπωλιακοί όμιλοι.
* Τη διαγραφή του δημόσιου χρέους το οποίο δε χρωστούν οι εργαζόμενοι και το οποίο ξεπέρασε πλέον τα 340 δισ. ευρώ, ενώ αυξήθηκε κατά 41 δισ. ευρώ μόνο το 2010.
* Την κατάργηση στρατιωτικών δαπανών για σχέδια του ΝΑΤΟ (π.χ. αποστολές στο Κόσσοβο, στο Αφγανιστάν).
* Η παραγωγικότητα της εργασίας θα ανέβει με την αξιοποίηση των τεχνολογιών και με τη συμμετοχή του λαού στον εργατικό έλεγχο. Μακριά από το κυνήγι της καπιταλιστικής ανταγωνιστικότητας θα επιτυγχάνεται η μείωση των δαπανών εργασίας και υλών με ταυτόχρονη αύξηση παραγόμενου αποτελέσματος.
* Ο εργατικός έλεγχος, η πολιτική μείωσης των κοινωνικών και μισθολογικών ανισοτήτων, θα συμβάλουν και στο δραστικό περιορισμό της διαφθοράς των κρατικών υπαλλήλων, καθώς και των φαινομένων κακοδιαχείρισης.
* Η αποδέσμευση της χώρας από την ΕΕ και κάθε ιμπεριαλιστική συμμαχία και ένωση θα διαμορφώσει ευνοϊκούς όρους για τη σύναψη αμοιβαία επωφελών διεθνών σχέσεων συνεργασίας. Η λαϊκή εξουσία είναι η μόνη που μπορεί να αξιοποιήσει αποτελεσματικά τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις προς όφελος της κοινωνικής ευημερίας και να υπερασπίσει αποτελεσματικά τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
* Η σημαντική γεωπολιτική θέση της χώρας, ιδιαίτερα για τη μεταφορά ενέργειας και εμπορευμάτων μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, διαμορφώνει μια σημαντική διαπραγματευτική βάση για τη λαϊκή εξουσία, ιδιαίτερα στη σημερινή περίοδο όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.
Ο εργατικός έλεγχος, η λαϊκή συμμετοχή θα είναι κατοχυρωμένη όχι μόνο νομικά και θεσμικά, αλλά και με πρακτικά μέτρα όπως είναι η διεύρυνση του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων, για να ασκούν αυτόν τον έλεγχο. Θα ξεκινά από τις παραγωγικές μονάδες με εκλεγμένους, ανακλητούς εκπροσώπους και θα επεκτείνεται στο σύνολο κάθε κλάδου, κάθε περιοχής. Στα εκλεγμένα όργανα εξουσίας θα μετέχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων στις κρατικές παραγωγικές μονάδες, θα αντιπροσωπεύονται επίσης οι συνεταιρισμένοι εμπορευματοπαραγωγοί, οι φοιτητές και οι συνταξιούχοι και άλλοι που δεν μετέχουν σε κρατικές επιχειρήσεις. Ακόμη και στο ανώτατο όργανο εξουσίας για το σύνολο της χώρας, οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι δε θα είναι μόνιμοι αλλά ανακλητοί. Οι εκλεγμένοι δεν θα έχουν ιδιαίτερες απολαβές και προνόμια.
Η λαϊκή εξουσία σε μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα, θα συγκεντρώσει ενεργά γύρω της και τις λαϊκές δυνάμεις των γειτονικών καπιταλιστικών κρατών, θα συμβάλει να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ανατροπής στον ευρύτερο περίγυρό της.
Αυτό το διάστημα έχουμε ξεκινήσει μια νέα προσπάθεια να συζητήσουμε πλατιά με το λαό την πρότασή μας, να ακούσουμε τις δικές του απόψεις. Όλα τα μέλη του Κόμματος και της ΚΝΕ πρέπει να γίνουν οι πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες αυτού του διαλόγου και ταυτόχρονα οι πρωταγωνιστές της πάλης, σε συνεργασία με ριζοσπαστικές δυνάμεις που υπάρχουν στη χώρα μας και πρέπει να κάνουν το πιο αποφασιστικό, το πιο τολμηρό βήμα κοιτάζοντας μπροστά.
Συναίνεση: Αυτό που δεν μπορεί να παρακάμψει το κεφάλαιο και οι διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας του, είναι το γεγονός ότι η κρίση είναι βαθιά, όπως μεγάλα είναι τα αδιέξοδα στην καπιταλιστική διαχείριση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο οι ελιγμοί των αστικών κομμάτων απέναντι στη λαϊκή δυσαρέσκεια και την απαξίωση του αστικού συστήματος, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την αποδυνάμωση παραδοσιακών θεσμών του.
Με άλλα λόγια, τα μέτρα που βρίσκονται σε εξέλιξη και τα χειρότερα που έρχονται, είναι δύσκολο να περάσουν και να εμπεδωθούν από μια μονοκομματική κυβέρνηση ή μέσα σε κλίμα αντεγκλήσεων από τα αστικά κόμματα, ακόμα και για τα επιμέρους. Γι' αυτό επιζητούν να αποκτήσει η συναίνεση ακόμα πιο επιθετικά χαρακτηριστικά. Για να γίνει συνείδηση στο λαό ότι το «όλοι μαζί» για τη διάσωση του κεφαλαίου, αφορά πρώτα και κύρια τον ίδιο. Όσοι παρουσιάζουν σαν κοσμογονία την υπερψήφιση του νομοσχεδίου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, κοροϊδεύουν το λαό, γιατί ξέρουν ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ δεν είχαν και δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν. Η στρατηγική τους είναι του κεφαλαίου και εκφράζεται διαχρονικά με συμπόρευση σε βάρος του λαού. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι αμέτρητες φορές στο παρελθόν στήριξαν μαζί νόμους ενάντια στο λαό. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ ψήφισαν μαζί τα 22 από τα 49 άρθρα του εφαρμοστικού νόμου για το «μεσοπρόθεσμο». Ο ίδιος ο Αντ. Σαμαράς και τα στελέχη του καυχιούνται με κάθε αφορμή ότι έχουν ψηφίσει περισσότερα από τα μισά νομοσχέδια που έφερε η κυβέρνηση στην έως τώρα θητεία της. Τα δυο κόμματα έφτασαν στα πρόθυρα του σχηματισμού οικουμενικής κυβέρνησης στις 15 Ιούνη, η οποία ναυάγησε στις λεπτομέρειες. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ έχουν ψηφίσει μαζί τη συνθήκη του Μάαστριχτ, όλες τις μετέπειτα συνθήκες και στρατηγικές της ΕΕ, όλες τις στρατηγικές συμφωνίες ενσωμάτωσης της χώρας στο ΝΑΤΟ. Ακόμα, έχουν ψηφίσει από κοινού στο Ευρωκοινοβούλιο τη συντριπτική πλειοψηφία των οδηγιών, οι οποίες καθορίζουν την ελληνική νομοθεσία σε ποσοστό πάνω από 70%. Οσο για την ελληνική Βουλή, μόνο σε μια ενδεικτική περίπτωση, ο «Ρ» είχε αποκαλύψει ότι το 2007, στα θερινά τμήματα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είχαν ψηφίσει μαζί 11 από τα 13 νομοσχέδια που κατατέθηκαν από την τότε κυβέρνηση Καραμανλή.
ΒΑΘΑΙΝΕΙ Η ΚΡΙΣΗ - ΚΛΙΜΑΚΩΝΕΤΑΙ Η ΑΝΤΙΛΑΪΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ.
Απάντηση με οργανωμένη πάλη και συμπόρευση με το ΚΚΕ.
Ο λαός δεν έχει τίποτα να κερδίσει αν στοιχηθεί πίσω από τη μια ή την άλλη πρόταση για τη διαχείριση της κρίσης από τους καπιταλιστές και το πολιτικό τους προσωπικό.
Το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης στην Ελλάδα και άλλα κράτη μέλη της ευρωζώνης, που επιβεβαιώθηκε και από πρόσφατα στοιχεία της Γιούροστατ, τα οποία καταγράφουν σχεδόν μηδενική ανάπτυξη, τόσο για την ΕΕ και την ευρωζώνη, όσο και για τη Γερμανία και τη Γαλλία, και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η πλουτοκρατία στη διαχείριση της κρίσης προς όφελός της, πυροδοτούν εκ νέου τους ασίγαστους ανταγωνισμούς στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής ΕΕ.
Οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στους κεφαλαιοκράτες είναι αντικειμενικοί, δεδομένοι και αξεπέραστοι. Προκύπτουν από την ίδια τη φύση του καπιταλισμού και της ανισομετρίας του και οξύνονται στις συνθήκες της κρίσης, η οποία αναδεικνύει ακόμα πιο έντονα τα αδιέξοδα του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος, καθώς η αιτία της βρίσκεται στη βασική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την ατομική - καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Ανεξάρτητα από τη μορφή διαχείρισης, το ξεπέρασμα της κρίσης περνάει αντικειμενικά μέσα από την απαξίωση - καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, της εργατικής δύναμης και μέρους του κεφαλαίου. Όσον αφορά την απαξίωση εργατικής δύναμης, όλες οι μερίδες της πλουτοκρατίας προωθούν ενιαία τις αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις, υπηρετώντας τα γενικά συμφέροντα του κεφαλαίου σαν τάξη. Όμως, όσον αφορά την καταστροφή κεφαλαίων, κανείς τους δεν είναι διατεθειμένος να «θυσιαστεί» για τη σωτηρία του καπιταλισμού. Η ένταση των αντιπαραθέσεων που ξεδιπλώνονται και στην Ευρωζώνη, έχει να κάνει ακριβώς με τα παζάρια για το ποια μερίδα της πλουτοκρατίας θα μετρήσει τις λιγότερες ζημιές από την ελεγχόμενη για το κεφάλαιο ελληνική χρεοκοπία και ποιοι κεφαλαιοκράτες θα χάσουν τα περισσότερα ή και θα καταστραφούν εντελώς.
Σήμερα, όμως, η πλουτοκρατία βρίσκει μπροστά της μεγαλύτερες δυσκολίες απ' ότι παλιότερα στην αντιμετώπιση της κρίσης προς όφελός της. Αυτές οι δυσκολίες προκύπτουν από τη μεγαλύτερη διεθνοποίηση της καπιταλιστικής οικονομίας, σε σχέση με παλιότερες εποχές, από το μέγεθος της διαπλοκής και των ανταγωνισμών ανάμεσα στις καπιταλιστικές οικονομίες και τα μονοπώλια της κάθε χώρας ή συνασπισμού κρατών.
Καυγάδες για τον επιμερισμό της ζημιάς
Σε αυτό το πλαίσιο, φουντώνουν οι καυγάδες ανάμεσα σε κράτη μέλη της ΕΕ και μερίδες της πλουτοκρατίας, για το ποιος θα χάσει περισσότερα και ποιος λιγότερα από την ελεγχόμενη ελληνική χρεοκοπία. Από την καταστροφή δηλαδή κεφαλαίου που έχει τη μορφή ομολόγων του δημόσιου χρέους, μέσα από την αναδιάρθρωση και το «κούρεμά» του. Αυτό προωθείται μέσω της συμφωνίας της Συνόδου Κορυφής της 21ης Ιούλη, που προβλέπει «κούρεμα» 21% στο χρέος και επιμήκυνσή του κατά 30 και πλέον χρόνια, με επαναγορά ομολόγων και τη συμμετοχή ιδιωτών στον επιμερισμό της ζημιάς. Γιατί αυτό σημαίνει η απόφαση της 21ης Ιούλη: Μικρή, ελεγχόμενη ελληνική χρεοκοπία, με την «ομπρέλα» της Ευρωζώνης και με ταυτόχρονη μακράς πνοής και εφ' όλης της ύλης χρεοκοπία για τους εργαζόμενους και το λαό.
Αυτός ακριβώς ο επιμερισμός της ζημιάς στους κεφαλαιοκράτες βρίσκεται στο επίκεντρο των αντιπαραθέσεων γύρω και από το θέμα της συμφωνίας Ελλάδας - Φινλανδίας για την παροχή έμπρακτων εγγυήσεων, προκειμένου η Φινλανδία να συμμετέχει στο νέο δάνειο για την Ελλάδα. Μια σειρά χώρες (π.χ. Αυστρία, Ολλανδία, Σλοβενία, Σλοβακία) ήδη εγείρουν αξιώσεις για την παροχή εγγυήσεων, διεκδικώντας με αυτόν τον τρόπο να διασφαλίσουν ότι θα πάρουν - και με το παραπάνω, χάρη στους τόκους - τα χρήματά τους πίσω. Αυτή είναι η ουσία του καυγά και αντανακλά και τον ίδιο τον προσωρινό και εύθραυστο χαρακτήρα του συμβιβασμού που οδήγησε στη συμφωνία της 21ης Ιούλη. Σε εκείνη τη συμφωνία προβλέπεται η παροχή εγγυήσεων μέσα από διμερείς συμφωνίες, η οποία τώρα ξεσηκώνει αντιδράσεις. Την ίδια ώρα, αποκαλύπτεται και στον πλέον δύσπιστο ότι καμιά «αλληλεγγύη» μεταξύ των κρατών μελών δεν υπάρχει στην ΕΕ, όπως για χρόνια προπαγανδίζουν οι αστικές δυνάμεις για να εγκλωβίσουν το λαό. Ίδιο είναι το «πάπλωμα» του καυγά και για την έκδοση ή μη ευρωομολόγων, δηλαδή υπέρ ή κατά μιας μορφής διαχείρισης του χρέους, που θα διασφαλίσει φθηνότερο δανεισμό σε ορισμένες μερίδες της πλουτοκρατίας, θίγοντας ταυτόχρονα το συγκριτικό πλεονέκτημα άλλων μερίδων της πλουτοκρατίας. Ο καυγάς για την έκδοση ή μη ευρωομολόγου δεν προκύπτει, όπως υποστηρίζουν θιασώτες της ιμπεριαλιστικής ευρωένωσης, από «έλλειμμα ηγεσίας στην ΕΕ» ή από τον «αντιευρωπαϊκό» και «μη αλληλέγγυο» χαρακτήρα της πολιτικής ορισμένων χωρών, π.χ. της Γερμανίας. Αντίθετα, διεξάγεται στο πεδίο των ισχυρών ανταγωνισμών μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωζώνης, που βρίσκονται σε διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης και το καθένα από αυτά διεκδικεί καλύτερους όρους για τα δικά του μονοπώλια. Η ΕΕ είναι λυκοσυμμαχία ιμπεριαλιστών και όχι «ευαγές ίδρυμα» που παρέχει αλληλεγγύη. Αποτελείται από κράτη με ανισόμετρη καπιταλιστική ανάπτυξη, κάτι που ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία εκφράζεται ακόμα πιο έντονα στους εντεινόμενους ανταγωνισμούς. Μάλιστα, με αιχμή το ευρωομόλογο, αναδείχτηκαν οι ανταγωνισμοί ακόμα και στο εσωτερικό της Γερμανίας, φανερώνοντας ότι τα ιδιαίτερα συμφέροντα του κεφαλαίου δεν είναι ενιαία, ακόμα και σε μερίδες της αστικής τάξης μέσα στο ίδιο καπιταλιστικό κράτος. Από αυτήν τη σκοπιά, είναι επιζήμιος ο ρόλος των οπορτουνιστών που εξωραΐζουν την ΕΕ των μονοπωλίων και ταυτίζονται στις προτάσεις που καταθέτουν με μερίδες του κεφαλαίου, που επιδιώκουν την υπηρέτηση των δικών τους ιδιαίτερων συμφερόντων, μέσα στο μπλεγμένο κουβάρι των ανταγωνισμών.
Άλλος είναι ο δρόμος του λαού.
Στην προώθηση της ενιαίας στρατηγικής της αστικής τάξης, που συνασπίζεται στην κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης, η ελληνική κυβέρνηση και ο αστικός Τύπος προβάλλουν το δρόμο σωτηρίας του κεφαλαίου, ως σωτηρία του λαού. Υποκλίνονται στην απόφαση της 21ης Ιούλη, που προωθεί την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία του λαού και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Εντείνουν το τσάκισμα των εργατικών και λαϊκών δικαιωμάτων, υλοποιούν μέτρα που ξεθεμελιώνουν τα δικαιώματα των εργαζομένων στη δουλειά, στο μισθό, στην ασφάλιση, στην Παιδεία, στην Υγεία. Όλα αυτά τα εντάσσουν στην προπαγάνδα των «αναγκαστικών θυσιών» που καλείται να κάνει ο λαός για τη σωτηρία του κεφαλαίου. Καλούν το λαό να σφίξει κι άλλο το ζωνάρι, να παραιτηθεί από τις κατακτήσεις και τα δικαιώματά του, από τις σύγχρονες ανάγκες του, προκειμένου να θωρακιστεί και να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων. Αξιοποιούν τον μπαμπούλα της μη καταβολής της επόμενης δόσης από το δάνειο των ΕΕ - ΔΝΤ, φοβερίζουν το λαό με τον κίνδυνο πτώχευσης, όταν τα ίδια τα μέτρα που εφαρμόζουν οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην πτώχευση του λαού.
Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα δεν πρέπει να τρομάξουν από τους εκβιασμούς της κυβέρνησης και των άλλων κομμάτων της πλουτοκρατίας. Ο λαός δεν έχει κανέναν λόγο να πάρει θέση υπέρ του ενός ή του άλλου καπιταλιστή, που ανταγωνίζονται μεταξύ τους, για παράδειγμα γύρω από την έκδοση ή μη ευρωομολόγου. Δεν έχει κανένα συμφέρον να μπει σε ψευτοδιλήμματα και να διαλέξει τον τρόπο διαχείρισης του χρέους και της κρίσης που συμφέρει την πλουτοκρατία, και ο οποίος αντικειμενικά περνάει μέσα από την ακόμα σφοδρότερη επίθεση στα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα, στο ολοκληρωτικό ξεκλήρισμα των κατακτήσεων των εργαζομένων.
Φιλολαϊκή διέξοδος από την κρίση στο πλαίσιο του καπιταλισμού δεν υπάρχει. Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα δεν έχουν κανένα λόγο να διαλέξουν με ποιον τρόπο η πλουτοκρατία θα σφάξει τα δικαιώματά τους, θα προωθήσει την πτώχευση του λαού. Για την κρίση δεν ευθύνεται ο λαός και πρέπει να αρνηθεί να πληρώσει για να σωθούν τα μονοπώλια. Το συμφέρον των εργαζόμενων, των αυτοαπασχολούμενων, της φτωχής αγροτιάς βρίσκεται στην ταξική οργάνωση για αντίσταση στην αντιλαϊκή πολιτική, στην πάλη για την ανατροπή της. Ενας τέτοιος επιθετικός αγώνας πολλαπλασιάζει την ικανότητα του λαού να βάζει εμπόδια στα άγρια μέτρα, να αναχαιτίζει την επίθεση, να ανοίγει με σχέδιο, υπομονή και επιμονή το δρόμο για ριζικές αλλαγές στην εξουσία και την οικονομία.
Η αντιλαϊκή πολιτική δεν έχει τέρμα, αν αυτό δεν το βάλει ο λαός. Μέσα από τη συμπόρευση με το ΚΚΕ και την οργάνωση της λαϊκής συμμαχίας, που θα σαλπίσει την λαϊκή αντεπίθεση ενάντια στα μονοπώλια και την εξουσία τους, θα επιβάλλει αποδέσμευση από την ΕΕ και διαγραφή του χρέους με λαϊκή εξουσία και οικονομία.
ΜΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΤΑΞΙΚΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΔΙΧΩΣ ΤΕΛΟΣ:
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ.
Σας καλωσορίζουμε στις εκδηλώσεις του 37ου Φεστιβάλ ΚΝΕ-ΟΔΗΓΗΤΗ, που φέτος συμπληρώνει 37 χρόνια ζωής έχοντας κατακτήσει μέσα στα βάθη του χρόνου μεγάλο κύρος στην νεολαία καθώς αποτελεί το κορυφαίο πολιτικό και πολιτιστικό γεγονός του νεολαιίστικου κινήματος. Το φεστιβάλ της ΚΝΕ είναι μοναδικό γιατί είναι φτιαγμένο με τα ίδια υλικά που είναι φτιαγμένο το Κόμμα μας, το ΚΚΕ και η οργάνωση μας, η ΚΝΕ. Με την συλλογικότητα την αυτοθυσία και την ανιδιοτέλεια, με την αισιοδοξία, την εμπιστοσύνη προς τους εργαζόμενους και την νεολαία και την ανάγκη να συζητάμε μαζί τους για όλα.
Το σύνθημα που επιλέξαμε φέτος για το 36ο Φεστιβάλ της ΚΝΕ «Ο ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΣΟΥ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΕ ΤΟ ΚΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ », δεν επιλέχτηκε τυχαία. Θέλουμε να συζητήσουμε με τους χιλιάδες νέους που συναντηθήκαμε στις απεργίες, στους αγώνες που υποφέρουν από την καπιταλιστική κρίση και τα βάρβαρα αντιλαϊκά μέτρα. Μέσα από το περιεχόμενο, το πρόγραμμα, τον ίδιο το χαρακτήρα του Φεστιβάλ προβάλλουμε την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ για διέξοδο από την κρίση, την γραμμή της επαναστατικής στρατηγικής, της Σοσιαλιστικής διεξόδου.
Σε νέα φάση ισχυρών αναταράξεων πέρασαν τις τελευταίες βδομάδες η ΕΕ και οι ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις του ΚΚΕ ότι η κρίση είναι βαθιά και πως η ανάκαμψη θα είναι πρόσκαιρη και αναιμική, προάγγελος μιας επόμενης κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προειδοποίησε τη Δευτέρα ότι οι κύριες παγκόσμιες οικονομίες δείχνουν και πάλι σημάδια επιβράδυνσης, ενώ επανέρχονται οι ανησυχίες για μια νέα ύφεση, έπειτα από εκείνη του 2008 - 2009. Ο ΟΟΣΑ αναφέρει συγκεκριμένα ότι τον Ιούνη, σε σχέση με το Μάη, «έκαναν την εμφάνισή τους στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τη Ρωσία ισχυρότερα σημάδια αντιστροφής των κύκλων ανάπτυξης». Τον ίδιο μήνα, η ζώνη του ευρώ και η Κίνα βρίσκονταν σε φάση «επιβράδυνσης», ενώ οι ΗΠΑ εμφάνιζαν μια «πιθανή κορύφωση» της τάσης αυτής.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις ΗΠΑ, το έλλειμμα σκαρφάλωσε τον Ιούνη πάνω και από το επίπεδο του 1 τρισ. δολαρίων, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών και αναμένεται να φτάσει στα 1,65 τρισ. δολάρια για το δημοσιονομικό έτος του 2011. Αυξημένο εμφανίζεται τον Ιούνη και το εμπορικό έλλειμμα, φθάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβρη του 2008, λόγω της συνολικής μείωσης των εξαγωγών, που επηρεάζονται από τη μειωμένη ζήτηση, εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης. Το εμπορικό έλλειμμα έφθασε τα 53,1 δισεκατομμύρια δολάρια και οι αμερικανικές εξαγωγές κατέγραψαν πτώση μεγαλύτερη του 2%. Ομοίως, η Γαλλία, δεύτερη μεγαλύτερη καπιταλιστική οικονομία της Ευρωζώνης, κατέγραψε μηδενική ανάπτυξη το δεύτερο τρίμηνο του 2011 και η βιομηχανική παραγωγή υποχώρησε περισσότερο από ό,τι ανέμεναν οι οικονομολόγοι τον Ιούνη. Πιο συγκεκριμένα, η παραγωγή υποχώρησε κατά 1,6% σε σχέση με το Μάη, έναντι πρόβλεψης για πτώση 0,7%. Στη Μ. Βρετανία, η Τράπεζα της Αγγλίας ανησυχεί για την «απώλεια της δυναμικότητας της ανάκαμψης στη βρετανική οικονομία» και υποβάθμισε τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη της βρετανικής οικονομίας στο 2% για φέτος, έναντι αρχικών εκτιμήσεων για 2,5%.
Αυτό που, σε τελική ανάλυση, αποκαλύπτουν τα οικονομικά στοιχεία, είναι ο παγκόσμιος και συγχρονισμένος χαρακτήρας της κρίσης. Πρόκειται για κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων και υπερπαραγωγής προϊόντων, η οποία αντανακλάται στο υπέρογκο δημόσιο χρέος και στα ελλείμματα που προκάλεσαν οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις τα προηγούμενα χρόνια, για να χρηματοδοτήσουν την «ανάπτυξη», μπουκώνοντας το κεφάλαιο με προνόμια και επιδοτήσεις.
Αυτή η βαθιά αντιλαϊκή «ανάπτυξη» εξέθρεψε τα χρέη και ταυτόχρονα δημιούργησε τις προϋποθέσεις της υπερπαραγωγής και της υπερσυσσώρευσης για να εκδηλωθεί η κρίση, την οποία αξιοποιεί σήμερα το κεφάλαιο για να ξεμπερδεύει με κάθε εργατική κατάκτηση, παρουσιάζοντάς την αντιεπιστημονικά σαν «κρίση χρέους».
Μπαράζ αντιλαϊκών μέτρων
Ενδεικτική των παραπάνω, είναι η πυγμή με την οποία οι κυβερνήσεις χωρών όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Ιταλία και άλλες, ανακοίνωσαν μέσα στη βδομάδα την πρόθεσή τους να επιταχύνουν και να διευρύνουν την εφαρμογή των προαποφασισμένων αντιλαϊκών μέτρων. Με διάγγελμα του προέδρου Ομπάμα, οι ΗΠΑ διαβεβαίωσαν για την πρόθεσή τους να προχωρήσουν ταχύτερα σε περικοπές των κοινωνικών δαπανών και σε αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις, που θα μειώσουν τα ελλείμματα στον προϋπολογισμό.
Αντίστοιχα, η Γαλλία ετοιμάζεται να ανακοινώσει την άλλη βδομάδα νέο πακέτο μέτρων λιτότητας, η Ιταλία, με υπουργικά διατάγματα θεσμοθέτησε ήδη γενικευμένες αντιλαϊκές ανατροπές, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται μπαράζ μέτρων που τσακίζουν το λαό σε Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ισπανία, αλλά και στη Μ. Βρετανία, η οποία ετοιμάζεται το Σεπτέμβρη να επεκτείνει το νομικό της οπλοστάσιο υπέρ των μονοπωλίων.
Αυτό που αποδεικνύει η συντονισμένη επίθεση σε βάρος των λαών, είναι η ενιαία στρατηγική και η ανάγκη του κεφαλαίου να ρίξει ακόμα πιο κάτω την τιμή της εργατικής δύναμης. Ειδικά στην Ελλάδα, οι εξελίξεις καταρρίπτουν την προπαγάνδα με την οποία η κυβέρνηση προσπάθησε όλους τους προηγούμενους μήνες να νομιμοποιήσει τα φιλομονοπωλιακά της μέτρα, παρουσιάζοντας τη χώρα σαν «ιδιαίτερη περίπτωση» στην ΕΕ και παγκόσμια, με «παθογένειες» δήθεν στο κράτος, που έπρεπε να καταπολεμηθούν με το τσάκισμα των εργασιακών - λαϊκών δικαιωμάτων.
Το κεφάλαιο επιδιώκει ταυτόχρονα να διασφαλίσει αδρή χρηματοδότηση από τους προϋπολογισμούς των καπιταλιστικών κρατών και να κερδίσει νέα πεδία επιχειρηματικής δράσης, μέσα από τις ιδιωτικοποιήσεις και την παράδοση στρατηγικών τομέων της παραγωγής στα μονοπώλια. Όλα τα παραπάνω, είναι όροι αναγκαίοι για να βρουν τα συσσωρευμένα κεφάλαια κερδοφόρα διέξοδο στην παραγωγή, ώστε να ξεκινήσει ένας νέος κύκλος της διευρυμένης αναπαραγωγής, για όσα μονοπώλια επιβιώσουν και καταφέρουν να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στη διάρκεια της κρίσης. Εκεί ακριβώς εδράζεται και ο αδυσώπητος πόλεμος που μαίνεται στο προσκήνιο και το παρασκήνιο, για το ποια οικονομία και ποια μονοπώλια θα κερδίσουν ή θα χάσουν περισσότερα από την ελεγχόμενη - μέχρι στιγμής - καταστροφή κεφαλαίου, που μεθοδεύεται μέσα από τις αποφάσεις των Συνόδων Κορυφής της ΕΕ για τους μηχανισμούς δανειοδότησης υπερχρεωμένων κρατών. Έτσι, ενώ οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις ομονοούν στη στρατηγική με την οποία επιτίθενται στο λαό, συγκρούονται με σφοδρότητα για να υπερασπιστούν η καθεμία τα δικά της μονοπωλιακά συμφέροντα, οξύνοντας μ' αυτόν τον τρόπο τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς στο εσωτερικό των λυκοσυμμαχιών που συνάπτουν μεταξύ τους.
Ισχυρές αντιθέσεις και ανταγωνισμοί
Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι το παράδειγμα των αποφάσεων που πάρθηκαν στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής και οι οποίες χαιρετίστηκαν από τα καπιταλιστικά κράτη ως «ανάσα» και «σωτηρία», όχι βέβαια για τους λαούς, που χρεοκοπούν ταχύτατα, αλλά για τα μονοπώλια. Σήμερα, εκείνη η συμφωνία των κρατών της Ευρωζώνης και τα μέτρα που προέβλεπε, έχουν ήδη ξεπεραστεί από τις εξελίξεις που νομοτελειακά προκαλεί η κρίση. Για παράδειγμα, οι «17» συμφώνησαν στις 21 του Ιούλη για την δημιουργία ενός ταμείου, το οποίο θα εξασφαλίζει τον απρόσκοπτο δανεισμό των κρατών - μελών της Ευρωζώνης που αδυνατούν να αντλήσουν ρευστότητα από τις καπιταλιστικές αγορές, εξαιτίας της βαθιάς ύφεσης στην οποία βρίσκονται και η οποία αντανακλάται στη δυσκολία να ανταποκριθούν με συνέπεια στην αποπληρωμή του χρέους. Για παράδειγμα, η Ελλάδα είναι η χώρα με το μεγαλύτερο χρέος στην Ευρωζώνη και ταυτόχρονα με τη μεγαλύτερη ύφεση, η οποία, για το δεύτερο τρίμηνο του 2011, έφτασε το 6,9%.
Οι αποφάσεις της Συνόδου πάρθηκαν πριν ακόμα η Ιταλία και η Ισπανία βρεθούν αντιμέτωπες με δεδομένα που επαληθεύουν το βάθεμα της κρίσης στην οικονομία τους και επί της ουσίας την αδυναμία τους να πετύχουν άμεσα ανεβασμένους ρυθμούς ανάπτυξης.
Η αντανάκλαση που έχει αυτή η αντικειμενική κατάσταση στο κόστος του δανεισμού τους, επιβάλλει την υπέρογκη αύξηση των κεφαλαίων που θα πρέπει να διαθέτει ο μηχανισμός δανειοδότησης, σε μια πρώτη φάση από τα 750 δισ. στο 1 τρισ. ευρώ. Με δεδομένο όμως ότι τα κεφάλαια του ταμείου συγκεντρώνονται από τις επιμέρους εισφορές της κάθε χώρας - μέλους, καπιταλιστικά κράτη όπως η Γερμανία και η Ολλανδία αντιδρούν στο ενδεχόμενο να αυξηθεί το ποσό που θα διαθέτει το ταμείο, και κατά συνέπεια η δική τους συνεισφορά.
Πού οφείλεται η άρνησή τους; Στο γεγονός ότι κάθε ευρώ που φεύγει από τα κρατικά ταμεία για να συνδράμει τη δανειοδότηση υπερχρεωμένων χωρών, το στερείται η ντόπια αστική τάξη, είτε σαν άμεση, είτε σαν έμμεση επιδότηση. Και μπορεί οι όροι του δανεισμού από το «Ταμείο Σταθερότητας» να εγγυώνται μακροπρόθεσμα ένα αξιολογότατο κέρδος για τις χώρες που συμμετέχουν στο αλισβερίσι με τα δάνεια, ωστόσο, η εξέλιξη της κρίσης και η ανάγκη να καταστραφεί κεφάλαιο, καθιστά τα γερμανικά και άλλα μονοπώλια επιφυλακτικά για την αυξημένη συμμετοχή τους στο δανειακό πακέτο. Δηλαδή, ένα από τα στοιχεία των αντιθέσεων που εκδηλώνονται στο εσωτερικό της Ευρωζώνης και της Γερμανίας, είναι ότι από τη μια έχει ανάγκη το ευρώ και μια ενιαία αγορά, για να διατηρεί σε ανταγωνιστικό επίπεδο τις εξαγωγές, που είναι και ο βασικός παράγοντας για την μεγέθυνση της οικονομίας της, την ίδια ώρα όμως αυξάνουν οι επισφάλειες για τα κονδύλια τα οποία επενδύει στη «διάσωση» δήθεν χωρών της Ευρωζώνης και εκτίθεται έτσι στον κίνδυνο για μεγαλύτερες απώλειες από τη δεδομένη καταστροφή κεφαλαίου. Και μπορεί στην παρούσα φάση η απαξίωση του πλεονάζοντος κεφαλαίου να μεθοδεύεται ελεγχόμενα, ενδέχεται όμως στο άμεσο μέλλον να προσλάβει άναρχα χαρακτηριστικά. Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τον οποίο η Γερμανία, άλλα κράτη της Ευρωζώνης και μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, ζητάνε «εμπράγματες εγγυήσεις» για να συμμετέχουν στο πρόγραμμα δανειοδότησης της Ελλάδας, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στις αποκρατικοποιήσεις που εξήγγειλε η κυβέρνηση. Αυτό που επιδιώκουν, είναι να εκμεταλλευτούν πεδία επενδύσεων και πηγές κέρδους, σε σύμπραξη με την ντόπια αστική αστική, που θα τους εξασφαλίσουν σίγουρες και πολλαπλάσιες αποδόσεις σαν αντιστάθμισμα στην επισφάλεια που κρύβεται πίσω από τη δανειοδότηση υπερχρεωμένων κρατών και στις δεδομένες απώλειες από την καταστροφή κεφαλαίου. Για να γίνει αυτό, βέβαια, δεν αρκεί μόνο να βγει στο σφυρί ό,τι έχει απομείνει όρθιο από το δημόσιο πλούτο, αλλά να μειωθεί κι άλλο το λεγόμενο «εργατικό κόστος» στις επιχειρήσεις αυτές, προκειμένου να γίνουν φθηνότεροι οι εργάτες για τους ντόπιους και ξένους «επενδυτές».
Νέα εργαλεία ενάντια στο λαό
Βέβαια, οι αντεργατικές ανατροπές, οι ιδιωτικοποιήσεις και τα άλλα αντιλαϊκά μέτρα, δεν προέκυψαν σαν ζητούμενο για την ΕΕ με το ξέσπασμα της σημερινής κρίσης, αλλά αποτελούν στρατηγικό στόχο από τη συγκρότησή της. Οι ιδρυτικές συνθήκες της ΕΕ και όλες οι στρατηγικές συμφωνίες που ακολούθησαν, προέβλεπαν συγκεκριμένους και μετρήσιμους αντιλαϊκούς στόχους για να ισχυροποιηθεί το ευρωενωσιακό κεφάλαιο στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Η ανάγκη να προχωρήσουν αυτές οι προαποφασισμένες ανατροπές συντονισμένα και ταχύτατα σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, είναι πλέον ζήτημα ζωής και θανάτου για τα μονοπώλια της ΕΕ, που βρίσκονται αντιμέτωπα με την όξυνση του ανταγωνισμού σε παγκόσμιο επίπεδο. Το κινέζικο, το αμερικάνικο, το ρώσικο, ακόμα και το λατινοαμερικάνικο κεφάλαιο, προσπαθούν να κερδίσουν θέσεις στον ανταγωνισμό. Το ίδιο ισχύει για κάθε μια από τις επιμέρους οικονομίες, μέσα στους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο σήμερα το κεφάλαιο και το πολιτικό του προσωπικό, δεν έχουν το παραμικρό περιθώριο να ελιχθούν απέναντι στην λαϊκή δυσαρέσκεια που προκαλείται από την προσπάθειά τους να διαχειριστούν την κρίση με κριτήριο το γενικό συμφέρον της αστικής τάξης. Κατά συνέπεια, όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν στις ελάχιστες παραχωρήσεις που θα μπορούσαν να διασκεδάσουν τη λαϊκή αγανάκτηση, αλλά επιπλέον, απεργάζονται εργαλεία που θα κάνουν ακόμα πιο επιθετική και αποτελεσματική την προώθηση της πολιτικής τους σε βάρος των λαών.
Ένα τέτοιο εργαλείο αποτελεί η λεγόμενη «οικονομική διακυβέρνηση» της ΕΕ, την οποία με παραλλαγές ασπάζονται όλα τα κράτη, επιβεβαιώνοντας την ενιαία αντιλαϊκή στρατηγική τους. Η Γερμανία, μάλιστα, κάνει ένα βήμα μπροστά και ζητάει τη δημιουργία ενός «συμβουλίου σταθερότητας», που θα έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει κυρώσεις σε χώρες «που δε διαχειρίζονται σωστά τα οικονομικά τους». Εξειδικεύοντας την πρόταση, Γερμανοί αξιωματούχοι κάνουν λόγο ακόμα και για «τεστ ανταγωνιστικότητας», στα οποία, όταν μία χώρα αποτυγχάνει, θα υπάρχουν κυρώσεις από «ένα νέο συμβούλιο ευρωπαϊκής σταθερότητας, χωρίς να αντιμετωπίζει την "απειλή" πολιτικών πιέσεων». Με άλλα λόγια, αυτό που μεθοδεύεται είναι ένας ακόμα τεχνοκρατικός μηχανισμός ελέγχου για την αυστηρή και έγκαιρη εφαρμογή των φιλομονοπωλιακών μέτρων που αποφασίζονται σε επίπεδο ΕΕ, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις χώρες που δανείζονται από τα ταμεία της Ευρωένωσης. Τα «τεστ ανταγωνιστικότητας» και οι κυρώσεις που θα μπορεί να επιβάλλει, θα κρέμονται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια των λαών και θα χρησιμεύουν για τον εκβιασμό τους από τις εθνικές κυβερνήσεις. Οι τελευταίες, μάλιστα, θα μπορούν με αυτόν τον τρόπο να δηλώνουν «αθώες του αίματος» για τη σφαγή των εργασιακών - συνταξιοδοτικών και άλλων δικαιωμάτων, παραπέμποντας τις όποιες αποφάσεις τους στα κριτήρια που θέτει το «συμβούλιο σταθερότητας». Η οικονομική διακυβέρνηση βρέθηκε στο επίκεντρο της συνάντησης που είχαν την Τρίτη στο Παρίσι ο Ν. Σαρκοζί και η Α. Μέρκελ, κατά την οποία, σύμφωνα με τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών, «η Γαλλία και η Γερμανία θα καταθέσουν ισχυρές προτάσεις για την αναμόρφωση της οικονομικής διακυβέρνησης στη ζώνη του ευρώ», ώστε «να επιταχυνθεί η διαδικασία για την αναμόρφωση της οικονομικής διακυβέρνησης», καθώς «είναι αντιληπτό πλέον ότι το υφιστάμενο status quo δεν μπορεί να συνεχιστεί».
Για ριζικές αλλαγές υπέρ του λαού.
Απέναντι σ' αυτή τη ζοφερή για το λαό κατάσταση, υπάρχουν δυο στρατηγικές γραμμές, με τις οποίες τα κόμματα αντιμετωπίζουν την κρίση: Εκείνη που προσπαθεί να διαχειριστεί την κρίση προς όφελος του κεφαλαίου, στηρίζει τα μέτρα που παίρνονται και πασχίζει να σταθεροποιήσει την αστική εξουσία από τις αναταράξεις που προκαλεί η κλιμακούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια. Η άλλη στρατηγική είναι αυτή που υπηρετεί το ΚΚΕ και παλεύει για να ανοίξουν βαθιά ρήγματα στην αστική πολιτική, που θα φτάνουν μέχρι την αποσταθεροποίηση και την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, την αντικατάστασή της από την εργατική - λαϊκή εξουσία, την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Αυτή είναι η ριζική διαφορά του ΚΚΕ απ' όλα τα άλλα κόμματα στην Ελλάδα. Ολοι τους προσπαθούν να σώσουν τον καπιταλισμό, να τον εξωραΐσουν στα μάτια του λαού, ενώ το ΚΚΕ παλεύει για να τον ανατρέψει, διακηρύσσοντας ότι ένας τέτοιος επιθετικός αγώνας, είναι όρος αναγκαίος για να αποκρουστούν σήμερα τα βάρβαρα μέτρα και να ανοίξει ο δρόμος για ριζικές αλλαγές προς όφελος του λαού στο επίπεδο της εξουσίας και της οικονομίας.
Δίπλα στο ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ, τον ΛΑ.Ο.Σ., το κόμμα της Μπακογιάννη και τα άλλα αστικά κόμματα, στέκονται οι δυνάμεις του οπορτουνισμού, όπως ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που προπαγανδίζουν υπέρ μιας κυβερνητικής αλλαγής, χωρίς να αλλάξει τίποτε στο πεδίο της εξουσίας και της οικονομίας, η οποία θα συνεχίσει να είναι καπιταλιστική. Στο όνομα του «ρεαλισμού» του κεφαλαίου, οι προτάσεις τους είναι συμπληρωματικές σε αυτές των αστικών κομμάτων, όπως η έκδοση ευρωομόλογου, η ρύθμιση του χρέους, ο δανεισμός με χαμηλότερα επιτόκια, ο αναβαθμισμένος ρόλος της καπιταλιστικής ΕΚΤ στη διαχείριση της κρίσης.
Παρουσιάζουν αυτές τις προτάσεις σαν εργαλεία για την ανακούφιση δήθεν του λαού, κρύβοντας συνειδητά ότι σε συνθήκες γενικευμένης επίθεσης του κεφαλαίου, τίποτε δεν θα μείνει όρθιο αν οι εργαζόμενοι και τα αντιλαϊκά στρώματα δεν αντιτάξουν στην ενιαία στρατηγική και το δρόμο ανάπτυξης που υπερασπίζεται η πλουτοκρατία τη δική τους συμμαχία και τη στρατηγική τους πρόταση για τον άλλο δρόμο ανάπτυξης. Επί της ουσίας, με τη στρατηγική τους οι οπορτουνιστές καλούν το λαό να χαράξει σαν γραμμή άμυνας το «λιγότερο κακό», το οποίο όμως, από τη μια στιγμή στην άλλη, ξεπερνιέται από τα σαρωτικά μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο για να σταθεί στον ανταγωνισμό εν μέσω κρίσης.
Γραμμή άμυνας για το ΚΚΕ είναι οι σύγχρονες και πραγματικές ανάγκες του λαού και οι δυνατότητες που αντικειμενικά υπάρχουν σήμερα για την ικανοποίησή τους. Ταυτόχρονα, το Κόμμα παλεύει με συγκεκριμένα αιτήματα και στόχους πάλης για την ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων που πλήττονται από την κρίση, στηρίζοντας το πλαίσιο των ΠΑΜΕ, ΠΑΣΕΒΕ, ΠΑΣΥ, ΟΓΕ, ΜΑΣ για μέτρα ουσιαστικής προστασίας των ανέργων, για προστασία όσων δεν έχουν να πληρώσουν το ρεύμα ή τα τραπεζικά δάνεια και άλλα. Πρόκειται για αιτήματα που προϋποθέτουν σύγκρουση με την κυρίαρχη πολιτική και την προπαγάνδα αστών και οπορτουνιστών, που με αποχρώσεις προσπαθούν να φορτώσουν το χρέος στις πλάτες του λαού και να πείσουν τα λαϊκά στρώματα ότι μπορεί να υπάρξει διέξοδος προς όφελός τους μέσα στο πλαίσιο αυτού του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος, που έχει φάει προ πολλού τα ψωμιά του και πρέπει να ανατραπεί.
Η δεκαετία που διανύουμε και οι επόμενες δεκαετίες, θα είναι περίοδοι λαϊκής αφύπνισης και κοινωνικών επαναστάσεων. Η δράση του ΚΚΕ μέσα στη δίνη της καπιταλιστικής κρίσης, στοχεύει στην αναχαίτιση της επίθεσης και στην αντεπίθεση του λαού, μέσα από την οργάνωση και την προετοιμασία της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων για την εφ' όλης της ύλης αναμέτρηση με το κεφάλαιο και την πολιτική του. Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ και το στέριωμα της λαϊκής συμμαχίας σε τόπους δουλειάς και εργατογειτονιές, σε σχολειά και σχολές, στα αστικά κέντρα και την ύπαιθρο, είναι οι παράγοντες που θα γείρουν τελικά την πλάστιγγα υπέρ του λαού.
Σήμερα στη χώρα μας υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για μια ριζικά διαφορετική οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας, με βασικό χαρακτηριστικό τη μετατροπή της ιδιοκτησίας του μεγάλου κεφαλαίου σε κοινωνική κρατική ιδιοκτησία και δίπλα της τον παραγωγικό λαϊκό συνεταιρισμό.
Το ΚΚΕ καλεί το λαό να αγωνιστεί για να γίνουν λαϊκή περιουσία τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, στους κλάδους της μεταποίησης και γενικότερα της βιομηχανίας και του συγκεντρωμένου εμπορίου. Να δημιουργηθούν ενιαίοι αποκλειστικά κρατικοί φορείς στους κλάδους στρατηγικής σημασίας, όπως της Ενέργειας, των Τηλεπικοινωνιών, των Κατασκευών, των Μεταφορών, της Εξόρυξης. Να κοινωνικοποιηθεί η γη, οι μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις στον αγροτικό τομέα, να δημιουργηθούν συνεταιρισμοί φτωχών και μεσαίων αγροτών, ώστε να ξεπεραστεί το πρόβλημα της κατακερματισμένης χρήσης της γης.
Μόνο ο κεντρικός, επιστημονικά οργανωμένος, σχεδιασμός της λαϊκής οικονομίας μπορεί να απελευθερώσει τις εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες, γιατί έχει γνώμονα τη συνδυασμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Να ξεπεράσει ανισομέρειες της ανάπτυξης περιφερειών στο εσωτερικό της χώρας. Να διαμορφώσει εξειδικευμένα κατά κλάδο πλάνα παραγωγής και κατανομής του ανθρώπινου παραγωγικού δυναμικού, των μέσων παραγωγής, της ενέργειας, των πρώτων υλών. Παράλληλα θα διασφαλίζει την κλαδική συνεργασία που θα δίνει ώθηση στην ανάπτυξη κάθε περιφέρειας της χώρας, π.χ. με την εξόρυξη και καθετοποιημένη βιομηχανική παραγωγή, την αγροτική παραγωγή, τη βιομηχανία τροφίμων και βιομηχανικών υλών.
Μόνο η λαϊκή οικονομία μπορεί να εξαλείψει οριστικά την αναρχία της παραγωγής, τη ζούγκλα του ανταγωνισμού των μονοπωλιακών ομίλων για το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος. Μπορεί να αξιοποιήσει και να κατανείμει σε αυτήν την κατεύθυνση το σύνολο του εργατικού δυναμικού της χώρας εξαλείφοντας την ανεργία. Μόνο η εργατική τάξη μπορεί να δώσει λύση στο πρόβλημα της φιλολαϊκής ανάπτυξης και να εξασφαλίσει τη συμμαχία με τα άλλα λαϊκά στρώματα.
Ο καπιταλισμός δεν είναι παντοδύναμος.
Η λαϊκή εξουσία θα εξοικονομήσει σημαντικούς πόρους που σπαταλώνται σήμερα στο πλαίσιο της αστικής στρατηγικής για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και της εξουσίας των μονοπωλίων. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
* Την κατάργηση της χρηματικής αφαίμαξης και ληστείας που επιβάλλει η καπιταλιστική ιδιοκτησία και των πολύμορφων πακέτων που αδειάζουν τα κρατικά ταμεία για να στηρίζονται οι μονοπωλιακοί όμιλοι.
* Τη διαγραφή του δημόσιου χρέους το οποίο δε χρωστούν οι εργαζόμενοι και το οποίο ξεπέρασε πλέον τα 340 δισ. ευρώ, ενώ αυξήθηκε κατά 41 δισ. ευρώ μόνο το 2010.
* Την κατάργηση στρατιωτικών δαπανών για σχέδια του ΝΑΤΟ (π.χ. αποστολές στο Κόσσοβο, στο Αφγανιστάν).
* Η παραγωγικότητα της εργασίας θα ανέβει με την αξιοποίηση των τεχνολογιών και με τη συμμετοχή του λαού στον εργατικό έλεγχο. Μακριά από το κυνήγι της καπιταλιστικής ανταγωνιστικότητας θα επιτυγχάνεται η μείωση των δαπανών εργασίας και υλών με ταυτόχρονη αύξηση παραγόμενου αποτελέσματος.
* Ο εργατικός έλεγχος, η πολιτική μείωσης των κοινωνικών και μισθολογικών ανισοτήτων, θα συμβάλουν και στο δραστικό περιορισμό της διαφθοράς των κρατικών υπαλλήλων, καθώς και των φαινομένων κακοδιαχείρισης.
* Η αποδέσμευση της χώρας από την ΕΕ και κάθε ιμπεριαλιστική συμμαχία και ένωση θα διαμορφώσει ευνοϊκούς όρους για τη σύναψη αμοιβαία επωφελών διεθνών σχέσεων συνεργασίας. Η λαϊκή εξουσία είναι η μόνη που μπορεί να αξιοποιήσει αποτελεσματικά τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις προς όφελος της κοινωνικής ευημερίας και να υπερασπίσει αποτελεσματικά τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
* Η σημαντική γεωπολιτική θέση της χώρας, ιδιαίτερα για τη μεταφορά ενέργειας και εμπορευμάτων μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, διαμορφώνει μια σημαντική διαπραγματευτική βάση για τη λαϊκή εξουσία, ιδιαίτερα στη σημερινή περίοδο όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων.
Ο εργατικός έλεγχος, η λαϊκή συμμετοχή θα είναι κατοχυρωμένη όχι μόνο νομικά και θεσμικά, αλλά και με πρακτικά μέτρα όπως είναι η διεύρυνση του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων, για να ασκούν αυτόν τον έλεγχο. Θα ξεκινά από τις παραγωγικές μονάδες με εκλεγμένους, ανακλητούς εκπροσώπους και θα επεκτείνεται στο σύνολο κάθε κλάδου, κάθε περιοχής. Στα εκλεγμένα όργανα εξουσίας θα μετέχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων στις κρατικές παραγωγικές μονάδες, θα αντιπροσωπεύονται επίσης οι συνεταιρισμένοι εμπορευματοπαραγωγοί, οι φοιτητές και οι συνταξιούχοι και άλλοι που δεν μετέχουν σε κρατικές επιχειρήσεις. Ακόμη και στο ανώτατο όργανο εξουσίας για το σύνολο της χώρας, οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι δε θα είναι μόνιμοι αλλά ανακλητοί. Οι εκλεγμένοι δεν θα έχουν ιδιαίτερες απολαβές και προνόμια.
Η λαϊκή εξουσία σε μια μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα, θα συγκεντρώσει ενεργά γύρω της και τις λαϊκές δυνάμεις των γειτονικών καπιταλιστικών κρατών, θα συμβάλει να δημιουργηθούν προϋποθέσεις ανατροπής στον ευρύτερο περίγυρό της.
Αυτό το διάστημα έχουμε ξεκινήσει μια νέα προσπάθεια να συζητήσουμε πλατιά με το λαό την πρότασή μας, να ακούσουμε τις δικές του απόψεις. Όλα τα μέλη του Κόμματος και της ΚΝΕ πρέπει να γίνουν οι πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες αυτού του διαλόγου και ταυτόχρονα οι πρωταγωνιστές της πάλης, σε συνεργασία με ριζοσπαστικές δυνάμεις που υπάρχουν στη χώρα μας και πρέπει να κάνουν το πιο αποφασιστικό, το πιο τολμηρό βήμα κοιτάζοντας μπροστά.
Συναίνεση: Αυτό που δεν μπορεί να παρακάμψει το κεφάλαιο και οι διαχειριστές της πολιτικής εξουσίας του, είναι το γεγονός ότι η κρίση είναι βαθιά, όπως μεγάλα είναι τα αδιέξοδα στην καπιταλιστική διαχείριση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο οι ελιγμοί των αστικών κομμάτων απέναντι στη λαϊκή δυσαρέσκεια και την απαξίωση του αστικού συστήματος, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από την αποδυνάμωση παραδοσιακών θεσμών του.
Με άλλα λόγια, τα μέτρα που βρίσκονται σε εξέλιξη και τα χειρότερα που έρχονται, είναι δύσκολο να περάσουν και να εμπεδωθούν από μια μονοκομματική κυβέρνηση ή μέσα σε κλίμα αντεγκλήσεων από τα αστικά κόμματα, ακόμα και για τα επιμέρους. Γι' αυτό επιζητούν να αποκτήσει η συναίνεση ακόμα πιο επιθετικά χαρακτηριστικά. Για να γίνει συνείδηση στο λαό ότι το «όλοι μαζί» για τη διάσωση του κεφαλαίου, αφορά πρώτα και κύρια τον ίδιο. Όσοι παρουσιάζουν σαν κοσμογονία την υπερψήφιση του νομοσχεδίου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, κοροϊδεύουν το λαό, γιατί ξέρουν ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ δεν είχαν και δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν. Η στρατηγική τους είναι του κεφαλαίου και εκφράζεται διαχρονικά με συμπόρευση σε βάρος του λαού. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι αμέτρητες φορές στο παρελθόν στήριξαν μαζί νόμους ενάντια στο λαό. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ ψήφισαν μαζί τα 22 από τα 49 άρθρα του εφαρμοστικού νόμου για το «μεσοπρόθεσμο». Ο ίδιος ο Αντ. Σαμαράς και τα στελέχη του καυχιούνται με κάθε αφορμή ότι έχουν ψηφίσει περισσότερα από τα μισά νομοσχέδια που έφερε η κυβέρνηση στην έως τώρα θητεία της. Τα δυο κόμματα έφτασαν στα πρόθυρα του σχηματισμού οικουμενικής κυβέρνησης στις 15 Ιούνη, η οποία ναυάγησε στις λεπτομέρειες. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ έχουν ψηφίσει μαζί τη συνθήκη του Μάαστριχτ, όλες τις μετέπειτα συνθήκες και στρατηγικές της ΕΕ, όλες τις στρατηγικές συμφωνίες ενσωμάτωσης της χώρας στο ΝΑΤΟ. Ακόμα, έχουν ψηφίσει από κοινού στο Ευρωκοινοβούλιο τη συντριπτική πλειοψηφία των οδηγιών, οι οποίες καθορίζουν την ελληνική νομοθεσία σε ποσοστό πάνω από 70%. Οσο για την ελληνική Βουλή, μόνο σε μια ενδεικτική περίπτωση, ο «Ρ» είχε αποκαλύψει ότι το 2007, στα θερινά τμήματα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είχαν ψηφίσει μαζί 11 από τα 13 νομοσχέδια που κατατέθηκαν από την τότε κυβέρνηση Καραμανλή.
ΒΑΘΑΙΝΕΙ Η ΚΡΙΣΗ - ΚΛΙΜΑΚΩΝΕΤΑΙ Η ΑΝΤΙΛΑΪΚΗ ΕΠΙΘΕΣΗ.
Απάντηση με οργανωμένη πάλη και συμπόρευση με το ΚΚΕ.
Ο λαός δεν έχει τίποτα να κερδίσει αν στοιχηθεί πίσω από τη μια ή την άλλη πρόταση για τη διαχείριση της κρίσης από τους καπιταλιστές και το πολιτικό τους προσωπικό.
Το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης στην Ελλάδα και άλλα κράτη μέλη της ευρωζώνης, που επιβεβαιώθηκε και από πρόσφατα στοιχεία της Γιούροστατ, τα οποία καταγράφουν σχεδόν μηδενική ανάπτυξη, τόσο για την ΕΕ και την ευρωζώνη, όσο και για τη Γερμανία και τη Γαλλία, και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η πλουτοκρατία στη διαχείριση της κρίσης προς όφελός της, πυροδοτούν εκ νέου τους ασίγαστους ανταγωνισμούς στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής ΕΕ.
Οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στους κεφαλαιοκράτες είναι αντικειμενικοί, δεδομένοι και αξεπέραστοι. Προκύπτουν από την ίδια τη φύση του καπιταλισμού και της ανισομετρίας του και οξύνονται στις συνθήκες της κρίσης, η οποία αναδεικνύει ακόμα πιο έντονα τα αδιέξοδα του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος, καθώς η αιτία της βρίσκεται στη βασική αντίθεση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την ατομική - καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Ανεξάρτητα από τη μορφή διαχείρισης, το ξεπέρασμα της κρίσης περνάει αντικειμενικά μέσα από την απαξίωση - καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, της εργατικής δύναμης και μέρους του κεφαλαίου. Όσον αφορά την απαξίωση εργατικής δύναμης, όλες οι μερίδες της πλουτοκρατίας προωθούν ενιαία τις αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις, υπηρετώντας τα γενικά συμφέροντα του κεφαλαίου σαν τάξη. Όμως, όσον αφορά την καταστροφή κεφαλαίων, κανείς τους δεν είναι διατεθειμένος να «θυσιαστεί» για τη σωτηρία του καπιταλισμού. Η ένταση των αντιπαραθέσεων που ξεδιπλώνονται και στην Ευρωζώνη, έχει να κάνει ακριβώς με τα παζάρια για το ποια μερίδα της πλουτοκρατίας θα μετρήσει τις λιγότερες ζημιές από την ελεγχόμενη για το κεφάλαιο ελληνική χρεοκοπία και ποιοι κεφαλαιοκράτες θα χάσουν τα περισσότερα ή και θα καταστραφούν εντελώς.
Σήμερα, όμως, η πλουτοκρατία βρίσκει μπροστά της μεγαλύτερες δυσκολίες απ' ότι παλιότερα στην αντιμετώπιση της κρίσης προς όφελός της. Αυτές οι δυσκολίες προκύπτουν από τη μεγαλύτερη διεθνοποίηση της καπιταλιστικής οικονομίας, σε σχέση με παλιότερες εποχές, από το μέγεθος της διαπλοκής και των ανταγωνισμών ανάμεσα στις καπιταλιστικές οικονομίες και τα μονοπώλια της κάθε χώρας ή συνασπισμού κρατών.
Καυγάδες για τον επιμερισμό της ζημιάς
Σε αυτό το πλαίσιο, φουντώνουν οι καυγάδες ανάμεσα σε κράτη μέλη της ΕΕ και μερίδες της πλουτοκρατίας, για το ποιος θα χάσει περισσότερα και ποιος λιγότερα από την ελεγχόμενη ελληνική χρεοκοπία. Από την καταστροφή δηλαδή κεφαλαίου που έχει τη μορφή ομολόγων του δημόσιου χρέους, μέσα από την αναδιάρθρωση και το «κούρεμά» του. Αυτό προωθείται μέσω της συμφωνίας της Συνόδου Κορυφής της 21ης Ιούλη, που προβλέπει «κούρεμα» 21% στο χρέος και επιμήκυνσή του κατά 30 και πλέον χρόνια, με επαναγορά ομολόγων και τη συμμετοχή ιδιωτών στον επιμερισμό της ζημιάς. Γιατί αυτό σημαίνει η απόφαση της 21ης Ιούλη: Μικρή, ελεγχόμενη ελληνική χρεοκοπία, με την «ομπρέλα» της Ευρωζώνης και με ταυτόχρονη μακράς πνοής και εφ' όλης της ύλης χρεοκοπία για τους εργαζόμενους και το λαό.
Αυτός ακριβώς ο επιμερισμός της ζημιάς στους κεφαλαιοκράτες βρίσκεται στο επίκεντρο των αντιπαραθέσεων γύρω και από το θέμα της συμφωνίας Ελλάδας - Φινλανδίας για την παροχή έμπρακτων εγγυήσεων, προκειμένου η Φινλανδία να συμμετέχει στο νέο δάνειο για την Ελλάδα. Μια σειρά χώρες (π.χ. Αυστρία, Ολλανδία, Σλοβενία, Σλοβακία) ήδη εγείρουν αξιώσεις για την παροχή εγγυήσεων, διεκδικώντας με αυτόν τον τρόπο να διασφαλίσουν ότι θα πάρουν - και με το παραπάνω, χάρη στους τόκους - τα χρήματά τους πίσω. Αυτή είναι η ουσία του καυγά και αντανακλά και τον ίδιο τον προσωρινό και εύθραυστο χαρακτήρα του συμβιβασμού που οδήγησε στη συμφωνία της 21ης Ιούλη. Σε εκείνη τη συμφωνία προβλέπεται η παροχή εγγυήσεων μέσα από διμερείς συμφωνίες, η οποία τώρα ξεσηκώνει αντιδράσεις. Την ίδια ώρα, αποκαλύπτεται και στον πλέον δύσπιστο ότι καμιά «αλληλεγγύη» μεταξύ των κρατών μελών δεν υπάρχει στην ΕΕ, όπως για χρόνια προπαγανδίζουν οι αστικές δυνάμεις για να εγκλωβίσουν το λαό. Ίδιο είναι το «πάπλωμα» του καυγά και για την έκδοση ή μη ευρωομολόγων, δηλαδή υπέρ ή κατά μιας μορφής διαχείρισης του χρέους, που θα διασφαλίσει φθηνότερο δανεισμό σε ορισμένες μερίδες της πλουτοκρατίας, θίγοντας ταυτόχρονα το συγκριτικό πλεονέκτημα άλλων μερίδων της πλουτοκρατίας. Ο καυγάς για την έκδοση ή μη ευρωομολόγου δεν προκύπτει, όπως υποστηρίζουν θιασώτες της ιμπεριαλιστικής ευρωένωσης, από «έλλειμμα ηγεσίας στην ΕΕ» ή από τον «αντιευρωπαϊκό» και «μη αλληλέγγυο» χαρακτήρα της πολιτικής ορισμένων χωρών, π.χ. της Γερμανίας. Αντίθετα, διεξάγεται στο πεδίο των ισχυρών ανταγωνισμών μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωζώνης, που βρίσκονται σε διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης και το καθένα από αυτά διεκδικεί καλύτερους όρους για τα δικά του μονοπώλια. Η ΕΕ είναι λυκοσυμμαχία ιμπεριαλιστών και όχι «ευαγές ίδρυμα» που παρέχει αλληλεγγύη. Αποτελείται από κράτη με ανισόμετρη καπιταλιστική ανάπτυξη, κάτι που ιδιαίτερα στη σημερινή συγκυρία εκφράζεται ακόμα πιο έντονα στους εντεινόμενους ανταγωνισμούς. Μάλιστα, με αιχμή το ευρωομόλογο, αναδείχτηκαν οι ανταγωνισμοί ακόμα και στο εσωτερικό της Γερμανίας, φανερώνοντας ότι τα ιδιαίτερα συμφέροντα του κεφαλαίου δεν είναι ενιαία, ακόμα και σε μερίδες της αστικής τάξης μέσα στο ίδιο καπιταλιστικό κράτος. Από αυτήν τη σκοπιά, είναι επιζήμιος ο ρόλος των οπορτουνιστών που εξωραΐζουν την ΕΕ των μονοπωλίων και ταυτίζονται στις προτάσεις που καταθέτουν με μερίδες του κεφαλαίου, που επιδιώκουν την υπηρέτηση των δικών τους ιδιαίτερων συμφερόντων, μέσα στο μπλεγμένο κουβάρι των ανταγωνισμών.
Άλλος είναι ο δρόμος του λαού.
Στην προώθηση της ενιαίας στρατηγικής της αστικής τάξης, που συνασπίζεται στην κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης, η ελληνική κυβέρνηση και ο αστικός Τύπος προβάλλουν το δρόμο σωτηρίας του κεφαλαίου, ως σωτηρία του λαού. Υποκλίνονται στην απόφαση της 21ης Ιούλη, που προωθεί την ανεξέλεγκτη χρεοκοπία του λαού και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Εντείνουν το τσάκισμα των εργατικών και λαϊκών δικαιωμάτων, υλοποιούν μέτρα που ξεθεμελιώνουν τα δικαιώματα των εργαζομένων στη δουλειά, στο μισθό, στην ασφάλιση, στην Παιδεία, στην Υγεία. Όλα αυτά τα εντάσσουν στην προπαγάνδα των «αναγκαστικών θυσιών» που καλείται να κάνει ο λαός για τη σωτηρία του κεφαλαίου. Καλούν το λαό να σφίξει κι άλλο το ζωνάρι, να παραιτηθεί από τις κατακτήσεις και τα δικαιώματά του, από τις σύγχρονες ανάγκες του, προκειμένου να θωρακιστεί και να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων. Αξιοποιούν τον μπαμπούλα της μη καταβολής της επόμενης δόσης από το δάνειο των ΕΕ - ΔΝΤ, φοβερίζουν το λαό με τον κίνδυνο πτώχευσης, όταν τα ίδια τα μέτρα που εφαρμόζουν οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην πτώχευση του λαού.
Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα δεν πρέπει να τρομάξουν από τους εκβιασμούς της κυβέρνησης και των άλλων κομμάτων της πλουτοκρατίας. Ο λαός δεν έχει κανέναν λόγο να πάρει θέση υπέρ του ενός ή του άλλου καπιταλιστή, που ανταγωνίζονται μεταξύ τους, για παράδειγμα γύρω από την έκδοση ή μη ευρωομολόγου. Δεν έχει κανένα συμφέρον να μπει σε ψευτοδιλήμματα και να διαλέξει τον τρόπο διαχείρισης του χρέους και της κρίσης που συμφέρει την πλουτοκρατία, και ο οποίος αντικειμενικά περνάει μέσα από την ακόμα σφοδρότερη επίθεση στα εργατικά και λαϊκά δικαιώματα, στο ολοκληρωτικό ξεκλήρισμα των κατακτήσεων των εργαζομένων.
Φιλολαϊκή διέξοδος από την κρίση στο πλαίσιο του καπιταλισμού δεν υπάρχει. Οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα δεν έχουν κανένα λόγο να διαλέξουν με ποιον τρόπο η πλουτοκρατία θα σφάξει τα δικαιώματά τους, θα προωθήσει την πτώχευση του λαού. Για την κρίση δεν ευθύνεται ο λαός και πρέπει να αρνηθεί να πληρώσει για να σωθούν τα μονοπώλια. Το συμφέρον των εργαζόμενων, των αυτοαπασχολούμενων, της φτωχής αγροτιάς βρίσκεται στην ταξική οργάνωση για αντίσταση στην αντιλαϊκή πολιτική, στην πάλη για την ανατροπή της. Ενας τέτοιος επιθετικός αγώνας πολλαπλασιάζει την ικανότητα του λαού να βάζει εμπόδια στα άγρια μέτρα, να αναχαιτίζει την επίθεση, να ανοίγει με σχέδιο, υπομονή και επιμονή το δρόμο για ριζικές αλλαγές στην εξουσία και την οικονομία.
Η αντιλαϊκή πολιτική δεν έχει τέρμα, αν αυτό δεν το βάλει ο λαός. Μέσα από τη συμπόρευση με το ΚΚΕ και την οργάνωση της λαϊκής συμμαχίας, που θα σαλπίσει την λαϊκή αντεπίθεση ενάντια στα μονοπώλια και την εξουσία τους, θα επιβάλλει αποδέσμευση από την ΕΕ και διαγραφή του χρέους με λαϊκή εξουσία και οικονομία.
ΜΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΤΑΞΙΚΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΔΙΧΩΣ ΤΕΛΟΣ:
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.