Του ΝΙΚΟΛΑΟΥ Ι. ΜΕΡΤΖΟΥ
προέδρου της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, δημοσιογράφου και συγγραφέα
Η Δυτική Μακεδονία απελευθερώθηκε από τον Ελληνικό Στρατό το 1912 σε δύο φάσεις: τον Οκτώβριο το νότιο τμήμα της και το Νοέμβριο το βόρειο.
Οταν στις 5 Οκτωβρίου 1912 οι Βαλκάνιοι σύμμαχοι Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία και Μαυροβούνιο κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις ήσαν μικρότερες των βουλγαρικών περισσότερο από τρεις φορές και μικρότερες των σερβικών δυο φορές. Γι’ αυτό όλα τα Επιτελεία των βαλκανικών και των ευρωπαϊκών κρατών πίστευαν ακλόνητα ότι ο Ελληνικός Στρατός ήταν αδύνατον να εκπορθήσει ποτέ τις οχυρές διαβάσεις του Σαρανταπόρου, του Ολύμπου, του Κιλί Ντερβέν και της Καστανιάς, να διαβεί τρεις ποταμούς (Αλιάκμονα, Αξιό και Γαλλικό), να διασχίσει τους απέραντους βάλτους του Σαρή Γκιόλ και των Γιαννιτσών και μέσα σε 21 μόνον μέρες να εισέλθει ελευθερωτής στη Θεσσαλονίκη. Εξάλλου η Ελλάδα, βυθισμένη στα χρέη και στην εθνική ταπείνωση, εθεωρείτο ερείπιο: το 1893 είχε κηρύξει πτώχευση, ενώ στο βλακώδη πόλεμο του 1897 υπέστη συντριπτική ήττα και πρωτοφανή ταπείνωση. Ωστόσο, αυτοί οι «ασήμαντοι» Ελληνες, ενωμένοι και εμπνευσμένοι υπό την ικανή αποφασιστική ηγεσία του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και του αρχιστρατήγου διαδόχου Κωνσταντίνου, εξήλθαν από τα ερείπια, χύθηκαν διά της λόγχης και επέτυχαν ένα απίστευτο θαύμα.
Οι δύο Βαλκανικοί Πόλεμοι αποτελούν το μεγαλύτερο στρατηγικό επίτευγμα του ελληνισμού μετά το 1821. Μέσα σε διάστημα μικρότερο των δέκα μόνον μηνών, από 5 Οκτωβρίου 1912 μέχρι 28 Ιουλίου 1913, η Ελλάδα διπλασίασε την έκτασή της, από 63.211 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε 120.308, διπλασίασε τον πληθυσμό της, από 2.631.952 σε 4.718.221 κατοίκους, πολλαπλασίασε τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της και κατέλαβε την κεντρική στρατηγική θέση στα Βαλκάνια. Το μήνυμα, συνεπώς, είναι ότι ο Ελληνισμός μπορεί ενωμένος και ψυχωμένος υπό άξια ηγεσία να εξέλθει σήμερα από την ολόπλευρη εθνική κρίση και να επιτύχει πάλι ένα θαύμα.
Στις 9 Οκτωβρίου 1912, μετά διήμερη σκληρή μάχη, ο Ελληνικός Στρατός εξεπόρθησε τα αδιάβατα Στενά του Σαρανταπόρου, της Πόρτας και του Ολύμπου. Ξεχύθηκε τότε ακάθεκτος στη Δυτική Μακεδονία. Μετά την απελευθέρωση των Σερβίων στις 10 και της Κοζάνης την επομένη, στις 14 ο αρχιστράτηγος στρέφεται ολοταχώς προς Θεσσαλονίκη. Γνωρίζει, ωστόσο, ότι στο Βορρά ο Τζαβίτ πασάς εγκατέλειπε το Μέτωπο έναντι των Σέρβων και, με το σιδηρόδρομο, κατέβαζε όλες τις ισχυρές οθωμανικές δυνάμεις του στη Φλώρινα, ώστε, μέσω Βίγλας-Κορυτσάς, να κατέλθουν στην Ηπειρο για να υπερασπιστούν το Μπιζάνι και τα Γιάννενα. Γι’ αυτό εκπέμπει ταυτόχρονα προς Βορράν την ισχυρή 5η Μεραρχία με διπλή αποστολή: να προελάσει προς Φλώρινα-Μοναστήρι και να διαφυλάξει τα νώτα και τα δυτικά πλευρά του προελαύνοντος Ελληνικού Στρατού.
Την ίδια μέρα, στις 14, η 5η Μεραρχία εισέρχεται στην Πτολεμαΐδα και, μετά σκληρή νικηφόρα μάχη στο Ναλμπάνκιοϊ (Περδίκκας), στις 18 εισέρχεται στο Σόροβιτς (Αμύνταιο), όπου στρατωνίζεται και την επομένη καταλαμβάνει τη νότια είσοδο της Στενωπού Κιλί Ντερβέν (Κλειδί-Βεύη) στα υψώματα του Ξινού Νερού.
Παράλληλα στις εμπροσθοφυλακές ενεργούσαν ως πρόσκοποι του Στρατού οι παλαιοί έμπειροι μακεδονομάχοι που τη 16η Οκτωβρίου μπήκαν στην Κλεισούρα. Ο μακεδονομάχος Γεώργιος Δικώνυμος Μακρής ήταν εκεί και γράφει:
«Την 17ην Οκτωβρίου βλέπαμεν από την Κλεισούραν τα τουρκοχώρια του κάμπου των Καϊλαρίων να πυρπολούνται».
Στις 21 Οκτωβρίου η 5η Μεραρχία κινείται επιθετικά προς Φλώρινα-Μοναστήρι. Δυνάμεις της προφυλακής της εισέρχονται στο Φλάμπουρο, στη Βεύη, στους Λόφους και στη Μελίτη. Στις 22 απόσπασμα Στρατού βρίσκεται στην Κάτω Υδρούσα (Κότορι) αλλά 3.000 Τούρκοι εισβάλλουν στη Νεγκοβάνη (Φλάμπουρο) και πυρπολούν το σχολείο. Τότε οι ελληνικές εμπροσθοφυλακές φτάνουν σε απόσταση αναπνοής από τη Φλώρινα στο Αρμενοχώρι και στον Τροπαιούχο. Προσβάλλονται, όμως, από ισχυρές τουρκικές δυνάμεις και υποχωρούν με σημαντικές απώλειες στο Αμύνταιο, στο χωριό Σωτήρας και στη νότια πύλη του Κιλί Ντερβέν.
Ηδη η Μεραρχία έχει χάσει τη συνοχή της, μάλλον και το ηθικό της. Τη νύχτα της 23ης προς την 24η Οκτωβρίου την αιφνιδιάζει μικρό σώμα ατάκτων Κονιάρων του Σαρή Γκιόλ. Σε πλήρη σύγχυση η 5η Μεραρχία υποχωρεί άτακτα προς Κοζάνη, όπου ανασυντάσσεται. Η μεγάλη ευκαιρία χάνεται. Η Πτολεμαΐδα επίσης. Τώρα πια κινδυνεύουν άμεσα η Φλώρινα και το Μοναστήρι, όπου κατέρχονται οι Σέρβοι.
Εντωμεταξύ, στους σημερινούς νομούς Κοζάνης και Καστοριάς, η κατάσταση σημειώνει δραματικές εναλλαγές μεταξύ 16ης Οκτωβρίου και 4ης Νοεμβρίου, διότι οι Οθωμανοί με δυνάμεις τακτικού Στρατού και ατάκτων αντεπιτίθενται αιφνιδιαστικά.
Το μέτωπο παραμένει ρευστό και ελλοχεύει ο θανάσιμος κίνδυνος που αντιμετώπισε η 5η Μεραρχία, η οποία, όμως, ανασυντάσσεται γρήγορα και μάχεται. Οι πρόσκοποι μακεδονομάχοι αλωνίζουν κυριολεκτικά τον τόπο πίσω-μπρος. Οι εναλλαγές είναι διαρκείς και οι μάχες τόσο πολλές, ώστε εξαντλούνται τα φυσίγγια.
Στη μάχη της Ανασελίτσας τραυματίζεται και ο γιος του Παύλου Μελά, Μίκης.
Τα Γρεβενά, η Σιάτιστα, η Λιαψίστα, η Χρούπιστα, το Μαύροβο κ.ά. αλλάζουν χέρια διαρκώς. Το Βογατσικό και το Κωσταράζι πυρπολούνται.
Τη 15η Οκτωβρίου οι Τούρκοι επιτίθενται στο Βογατσικό. Οι ένοπλοι κάτοικοί του και το σώμα του μακεδονομάχου Γιάννη Καραβίτη αντιστέκονται σκληρά, αλλά κάμπτονται. Πέφτουν αρκετοί νεκροί και πληγώνεται ο Καραβίτης. Οι Τούρκοι πυρπολούν 90 σπίτια του χωριού και σκοτώνουν 30 γυναικόπαιδα, αλλά αποχωρούν, διότι σπεύδουν αμέσως οι μακεδονομάχοι. Ο καπετάν Στέφος Γρηγορίου από το Μοναστήρι αφηγείται:
«Διηυθύνθημεν εν τάχει προς το Βογατσικόν και εξ αποστάσεως διεκρίναμεν ουρανομήκεις φλόγας. Οι γενναίοι κάτοικοι του Βογατσικού, με αρχηγόν τον εκ Γρεβενών καπετάν Γεώργιον Μακρήν, είχον αντιτάξει ερρωμένην άμυναν κατά του πολυπληθούς τουρκικού Στρατού αλλά εντέλει συνετρίβησαν. Οι Τούρκοι όχι μόνον επυρπόλησαν έν μέρος του χωρίου αλλά και εκρεούργησαν αγρίως πλείστα γυναικόπαιδα καθ’ην στιγμήν ταύτα προσεπάθουν να σωθούν».
Την 29η Οκτωβρίου οι μακεδονομάχοι εξορμούν από το Βογατσικό προς το Κωσταράζι και δίνουν σκληρές μάχες στη γέφυρα της Σμίξης. Την επομένη οι Τούρκοι αποχωρούν, αλλά πρώτα πυρπολούν συθέμελα το Κωσταράζι με εξαίρεση την εκκλησιά του.
Στις 4 Νοεμβρίου ο Μεχμέτ πασάς επιτίθεται με ισχυρές δυνάμεις, πυροβολικό και εφόδους με εφ’ όπλου λόγχη στην απελευθερωμένη Σιάτιστα, την οποία υπερασπίζονται ένοπλοι Σιατιστινοί, μακεδονομάχοι, Ιταλοί εθελοντές Γαριβαλδινοί και μονάδες του τακτικού Στρατού. Μετά σκληρές μάχες υπό ραγδαία βροχή, υποχωρούν οι Τούρκοι. Δυο μέρες ενωρίτερα η αθηναϊκή εφημερίδα «Εσπερινή» έγραφε σε ανταπόκρισή της:
«Η Σιάτιστα είναι πόλις ωραιοτάτη 10.000 κατοίκων, πάντων Ελλήνων φημιζομένων διά το επιχειρηματικόν πνεύμα των. Τι γίνεται τώρα εις την Αγοράν της δεν περιγράφεται. Ανδρες, γυναίκες και παιδιά περί τας 40.000 εκ των πέριξ χωρίων, κατεστραμμένων και μη, γυμνά, ανυπόδητα και πειναλέα, επλημμύρουν τας οδούς κλαίοντα γοερώς».
Την 1η Νοεμβρίου ο Κωνσταντίνος στρέφεται προς Φλώρινα-Μοναστήρι με κατεύθυνση Σκύδρα-Εδεσσα-Αγρας-Αρνισσα-Ζέρβη-Αγιος Αθανάσιος.
Ταυτόχρονα, από την Κοζάνη, η 5η και η 4η Μεραρχίες κινούνται εκ νέου προς Βορράν. Στις 5 απελευθερώνεται η Αρνισσα, μετά σκληρή μάχη δύο ημερών υπό ραγδαία βροχή, και ανοίγει η διάβαση του Κιλί Ντερβέν.
Στις 6 Νοεμβρίου οι προφυλακές της 5ης και της 4ης Μεραρχίας φτάνουν έξω από τη Φλώρινα στη Σιταριά και στο σιδηροδρομικό σταθμό. Δεν προχωρούν, ωστόσο, διότι ο Τζαβίτ πασάς με Στρατιά 60.000 ανδρών κατέρχεται από τον Περλεπέ προς Φλώρινα και γι’ αυτό αναπροσαρμόζονται τα ελληνικά Σχέδια Επιχειρήσεων.
Την ίδια μέρα οι μπέηδες και ο μουφτής της Φλώρινας καλούν σε σύσκεψη το μητροπολίτη Πολύκαρπο και τους Ελληνες προύχοντες. Ζητούν προέλαση των Ελλήνων, διότι εντωμεταξύ οι Σέρβοι πήραν το Μοναστήρι και κατεβαίνουν.
«Από το Βασιλικόν Γένος των Ρωμαίων την πήραμε, στο Βασιλικόν Γένος των Ρωμαίων πρέπει να την παραδώσουμε», λένε οι μπέηδες.
Αμέσως μια μικτή επιτροπή φτάνει στα υψώματα του Αμυνταίου και σε επιστολή του μητροπολίτη επιδίδει το αίτημα των Τούρκων στο στρατηγό Γεννάδη, που την μεταβιβάζει με οπτικό τηλέγραφο στην Αρνισσα στο διάδοχο. Ο Κωνσταντίνος διατάσσει να προελάσει μόνον μια μικρή δύναμη ιππέων. Ο μητροπολίτης αφηγείται:
«Η νύκτα της 6ης προς 7ην Νοεμβρίου μοι εφαίνετο ατελείωτος. Εξημέρωσεν η 7η Νοεμβρίου. Η ημέρα επερνούσε. Ο Τουρκικός Στρατός εξακολουθούσε διερχόμενος εκ Φλωρίνης. Από την Επιτροπήν ουδεμία πληροφορία. Ητο η ώρα 2 μεσημβρινή, όταν έξαφνα ακούω φωνάς. Ολίγα παιδιά ζητωκραύζοντα ωδηγούσαν τρεις Ελληνας ιππείς. Ησπάσθην τους ιππείς οι οποίοι μοι είπον ότι εις την είσοδον της πόλεως με περιμένει αξιωματικός να του την παραδώσω».
Ηταν ο υπίλαρχος Ιωάννης Αρτης με μία μικρή ίλη Ιππικού. Εισέρχεται αμαχητί στην πόλη, υψώνει την ελληνική σημαία και κατακυρώνει την απελευθέρωσή της. Την επομένη εισέρχεται μια σερβική Μεραρχία υπό τον πρίγκιπα Αρσένιο, αδελφό του βασιλέως των Σέρβων. Ευγενικά μα σταθερά διεκδικεί τη Φλώρινα, αλλά μετά την ελληνική αντίδραση, εξίσου ευγενική, αποχωρεί. Φτάνει ο Κωνσταντίνος και αρχίζει αμέσως να καταδιώκει τον οθωμανικό Στρατό που διέφευγε προς Ηπειρο.
Ξωπίσω από τους Τούρκους καλπάζει το 1ο Σύνταγμα Ιππικού. Διασχίζει τη Βίγλα και τα Κορέστεια, όπου σταθμεύει στο Βατοχώρι με κατεύθυνση την Μπίγλιστα. Πληροφορείται ότι από τη Χρούπιστα και την Καστοριά οι Τούρκοι υποχωρούν επίσης προς την Ηπειρο. Εκπέμπει προς αναγνώριση μια ίλη ιππικού που στις 10 Νοεμβρίου το βράδυ φτάνει στον Απόσκεπο και από εκεί ψηλά βλέπει με τα κιάλια ανοχύρωτη την Καστοριά. Οι Τούρκοι είχαν διαφύγει ήδη στην Κορυτσά μαζί με χίλιους ακόμη στρατιώτες και 3 πυροβόλα από τη Χρούπιστα.
Το πρωί της 11ης Νοεμβρίου η ίλη Ιππικού υπό τον υπίλαρχο Ιωάννη Αρτη εισέρχεται εν καλπασμώ στην Καστοριά μέσα σε φρενήρεις λαϊκούς πανηγυρισμούς. Ακολουθεί η γειτονική Χρούπιστα. Η Δυτική Μακεδονία είχε πια απελευθερωθεί.
Πηγή: aggelioforos.gr
Οταν στις 5 Οκτωβρίου 1912 οι Βαλκάνιοι σύμμαχοι Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία και Μαυροβούνιο κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις ήσαν μικρότερες των βουλγαρικών περισσότερο από τρεις φορές και μικρότερες των σερβικών δυο φορές. Γι’ αυτό όλα τα Επιτελεία των βαλκανικών και των ευρωπαϊκών κρατών πίστευαν ακλόνητα ότι ο Ελληνικός Στρατός ήταν αδύνατον να εκπορθήσει ποτέ τις οχυρές διαβάσεις του Σαρανταπόρου, του Ολύμπου, του Κιλί Ντερβέν και της Καστανιάς, να διαβεί τρεις ποταμούς (Αλιάκμονα, Αξιό και Γαλλικό), να διασχίσει τους απέραντους βάλτους του Σαρή Γκιόλ και των Γιαννιτσών και μέσα σε 21 μόνον μέρες να εισέλθει ελευθερωτής στη Θεσσαλονίκη. Εξάλλου η Ελλάδα, βυθισμένη στα χρέη και στην εθνική ταπείνωση, εθεωρείτο ερείπιο: το 1893 είχε κηρύξει πτώχευση, ενώ στο βλακώδη πόλεμο του 1897 υπέστη συντριπτική ήττα και πρωτοφανή ταπείνωση. Ωστόσο, αυτοί οι «ασήμαντοι» Ελληνες, ενωμένοι και εμπνευσμένοι υπό την ικανή αποφασιστική ηγεσία του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και του αρχιστρατήγου διαδόχου Κωνσταντίνου, εξήλθαν από τα ερείπια, χύθηκαν διά της λόγχης και επέτυχαν ένα απίστευτο θαύμα.
Οι δύο Βαλκανικοί Πόλεμοι αποτελούν το μεγαλύτερο στρατηγικό επίτευγμα του ελληνισμού μετά το 1821. Μέσα σε διάστημα μικρότερο των δέκα μόνον μηνών, από 5 Οκτωβρίου 1912 μέχρι 28 Ιουλίου 1913, η Ελλάδα διπλασίασε την έκτασή της, από 63.211 τετραγωνικά χιλιόμετρα σε 120.308, διπλασίασε τον πληθυσμό της, από 2.631.952 σε 4.718.221 κατοίκους, πολλαπλασίασε τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της και κατέλαβε την κεντρική στρατηγική θέση στα Βαλκάνια. Το μήνυμα, συνεπώς, είναι ότι ο Ελληνισμός μπορεί ενωμένος και ψυχωμένος υπό άξια ηγεσία να εξέλθει σήμερα από την ολόπλευρη εθνική κρίση και να επιτύχει πάλι ένα θαύμα.
Στις 9 Οκτωβρίου 1912, μετά διήμερη σκληρή μάχη, ο Ελληνικός Στρατός εξεπόρθησε τα αδιάβατα Στενά του Σαρανταπόρου, της Πόρτας και του Ολύμπου. Ξεχύθηκε τότε ακάθεκτος στη Δυτική Μακεδονία. Μετά την απελευθέρωση των Σερβίων στις 10 και της Κοζάνης την επομένη, στις 14 ο αρχιστράτηγος στρέφεται ολοταχώς προς Θεσσαλονίκη. Γνωρίζει, ωστόσο, ότι στο Βορρά ο Τζαβίτ πασάς εγκατέλειπε το Μέτωπο έναντι των Σέρβων και, με το σιδηρόδρομο, κατέβαζε όλες τις ισχυρές οθωμανικές δυνάμεις του στη Φλώρινα, ώστε, μέσω Βίγλας-Κορυτσάς, να κατέλθουν στην Ηπειρο για να υπερασπιστούν το Μπιζάνι και τα Γιάννενα. Γι’ αυτό εκπέμπει ταυτόχρονα προς Βορράν την ισχυρή 5η Μεραρχία με διπλή αποστολή: να προελάσει προς Φλώρινα-Μοναστήρι και να διαφυλάξει τα νώτα και τα δυτικά πλευρά του προελαύνοντος Ελληνικού Στρατού.
Την ίδια μέρα, στις 14, η 5η Μεραρχία εισέρχεται στην Πτολεμαΐδα και, μετά σκληρή νικηφόρα μάχη στο Ναλμπάνκιοϊ (Περδίκκας), στις 18 εισέρχεται στο Σόροβιτς (Αμύνταιο), όπου στρατωνίζεται και την επομένη καταλαμβάνει τη νότια είσοδο της Στενωπού Κιλί Ντερβέν (Κλειδί-Βεύη) στα υψώματα του Ξινού Νερού.
Παράλληλα στις εμπροσθοφυλακές ενεργούσαν ως πρόσκοποι του Στρατού οι παλαιοί έμπειροι μακεδονομάχοι που τη 16η Οκτωβρίου μπήκαν στην Κλεισούρα. Ο μακεδονομάχος Γεώργιος Δικώνυμος Μακρής ήταν εκεί και γράφει:
«Την 17ην Οκτωβρίου βλέπαμεν από την Κλεισούραν τα τουρκοχώρια του κάμπου των Καϊλαρίων να πυρπολούνται».
Στις 21 Οκτωβρίου η 5η Μεραρχία κινείται επιθετικά προς Φλώρινα-Μοναστήρι. Δυνάμεις της προφυλακής της εισέρχονται στο Φλάμπουρο, στη Βεύη, στους Λόφους και στη Μελίτη. Στις 22 απόσπασμα Στρατού βρίσκεται στην Κάτω Υδρούσα (Κότορι) αλλά 3.000 Τούρκοι εισβάλλουν στη Νεγκοβάνη (Φλάμπουρο) και πυρπολούν το σχολείο. Τότε οι ελληνικές εμπροσθοφυλακές φτάνουν σε απόσταση αναπνοής από τη Φλώρινα στο Αρμενοχώρι και στον Τροπαιούχο. Προσβάλλονται, όμως, από ισχυρές τουρκικές δυνάμεις και υποχωρούν με σημαντικές απώλειες στο Αμύνταιο, στο χωριό Σωτήρας και στη νότια πύλη του Κιλί Ντερβέν.
Ηδη η Μεραρχία έχει χάσει τη συνοχή της, μάλλον και το ηθικό της. Τη νύχτα της 23ης προς την 24η Οκτωβρίου την αιφνιδιάζει μικρό σώμα ατάκτων Κονιάρων του Σαρή Γκιόλ. Σε πλήρη σύγχυση η 5η Μεραρχία υποχωρεί άτακτα προς Κοζάνη, όπου ανασυντάσσεται. Η μεγάλη ευκαιρία χάνεται. Η Πτολεμαΐδα επίσης. Τώρα πια κινδυνεύουν άμεσα η Φλώρινα και το Μοναστήρι, όπου κατέρχονται οι Σέρβοι.
Εντωμεταξύ, στους σημερινούς νομούς Κοζάνης και Καστοριάς, η κατάσταση σημειώνει δραματικές εναλλαγές μεταξύ 16ης Οκτωβρίου και 4ης Νοεμβρίου, διότι οι Οθωμανοί με δυνάμεις τακτικού Στρατού και ατάκτων αντεπιτίθενται αιφνιδιαστικά.
Το μέτωπο παραμένει ρευστό και ελλοχεύει ο θανάσιμος κίνδυνος που αντιμετώπισε η 5η Μεραρχία, η οποία, όμως, ανασυντάσσεται γρήγορα και μάχεται. Οι πρόσκοποι μακεδονομάχοι αλωνίζουν κυριολεκτικά τον τόπο πίσω-μπρος. Οι εναλλαγές είναι διαρκείς και οι μάχες τόσο πολλές, ώστε εξαντλούνται τα φυσίγγια.
Στη μάχη της Ανασελίτσας τραυματίζεται και ο γιος του Παύλου Μελά, Μίκης.
Τα Γρεβενά, η Σιάτιστα, η Λιαψίστα, η Χρούπιστα, το Μαύροβο κ.ά. αλλάζουν χέρια διαρκώς. Το Βογατσικό και το Κωσταράζι πυρπολούνται.
Τη 15η Οκτωβρίου οι Τούρκοι επιτίθενται στο Βογατσικό. Οι ένοπλοι κάτοικοί του και το σώμα του μακεδονομάχου Γιάννη Καραβίτη αντιστέκονται σκληρά, αλλά κάμπτονται. Πέφτουν αρκετοί νεκροί και πληγώνεται ο Καραβίτης. Οι Τούρκοι πυρπολούν 90 σπίτια του χωριού και σκοτώνουν 30 γυναικόπαιδα, αλλά αποχωρούν, διότι σπεύδουν αμέσως οι μακεδονομάχοι. Ο καπετάν Στέφος Γρηγορίου από το Μοναστήρι αφηγείται:
«Διηυθύνθημεν εν τάχει προς το Βογατσικόν και εξ αποστάσεως διεκρίναμεν ουρανομήκεις φλόγας. Οι γενναίοι κάτοικοι του Βογατσικού, με αρχηγόν τον εκ Γρεβενών καπετάν Γεώργιον Μακρήν, είχον αντιτάξει ερρωμένην άμυναν κατά του πολυπληθούς τουρκικού Στρατού αλλά εντέλει συνετρίβησαν. Οι Τούρκοι όχι μόνον επυρπόλησαν έν μέρος του χωρίου αλλά και εκρεούργησαν αγρίως πλείστα γυναικόπαιδα καθ’ην στιγμήν ταύτα προσεπάθουν να σωθούν».
Την 29η Οκτωβρίου οι μακεδονομάχοι εξορμούν από το Βογατσικό προς το Κωσταράζι και δίνουν σκληρές μάχες στη γέφυρα της Σμίξης. Την επομένη οι Τούρκοι αποχωρούν, αλλά πρώτα πυρπολούν συθέμελα το Κωσταράζι με εξαίρεση την εκκλησιά του.
Στις 4 Νοεμβρίου ο Μεχμέτ πασάς επιτίθεται με ισχυρές δυνάμεις, πυροβολικό και εφόδους με εφ’ όπλου λόγχη στην απελευθερωμένη Σιάτιστα, την οποία υπερασπίζονται ένοπλοι Σιατιστινοί, μακεδονομάχοι, Ιταλοί εθελοντές Γαριβαλδινοί και μονάδες του τακτικού Στρατού. Μετά σκληρές μάχες υπό ραγδαία βροχή, υποχωρούν οι Τούρκοι. Δυο μέρες ενωρίτερα η αθηναϊκή εφημερίδα «Εσπερινή» έγραφε σε ανταπόκρισή της:
«Η Σιάτιστα είναι πόλις ωραιοτάτη 10.000 κατοίκων, πάντων Ελλήνων φημιζομένων διά το επιχειρηματικόν πνεύμα των. Τι γίνεται τώρα εις την Αγοράν της δεν περιγράφεται. Ανδρες, γυναίκες και παιδιά περί τας 40.000 εκ των πέριξ χωρίων, κατεστραμμένων και μη, γυμνά, ανυπόδητα και πειναλέα, επλημμύρουν τας οδούς κλαίοντα γοερώς».
Την 1η Νοεμβρίου ο Κωνσταντίνος στρέφεται προς Φλώρινα-Μοναστήρι με κατεύθυνση Σκύδρα-Εδεσσα-Αγρας-Αρνισσα-Ζέρβη-Αγιος Αθανάσιος.
Ταυτόχρονα, από την Κοζάνη, η 5η και η 4η Μεραρχίες κινούνται εκ νέου προς Βορράν. Στις 5 απελευθερώνεται η Αρνισσα, μετά σκληρή μάχη δύο ημερών υπό ραγδαία βροχή, και ανοίγει η διάβαση του Κιλί Ντερβέν.
Στις 6 Νοεμβρίου οι προφυλακές της 5ης και της 4ης Μεραρχίας φτάνουν έξω από τη Φλώρινα στη Σιταριά και στο σιδηροδρομικό σταθμό. Δεν προχωρούν, ωστόσο, διότι ο Τζαβίτ πασάς με Στρατιά 60.000 ανδρών κατέρχεται από τον Περλεπέ προς Φλώρινα και γι’ αυτό αναπροσαρμόζονται τα ελληνικά Σχέδια Επιχειρήσεων.
Την ίδια μέρα οι μπέηδες και ο μουφτής της Φλώρινας καλούν σε σύσκεψη το μητροπολίτη Πολύκαρπο και τους Ελληνες προύχοντες. Ζητούν προέλαση των Ελλήνων, διότι εντωμεταξύ οι Σέρβοι πήραν το Μοναστήρι και κατεβαίνουν.
«Από το Βασιλικόν Γένος των Ρωμαίων την πήραμε, στο Βασιλικόν Γένος των Ρωμαίων πρέπει να την παραδώσουμε», λένε οι μπέηδες.
Αμέσως μια μικτή επιτροπή φτάνει στα υψώματα του Αμυνταίου και σε επιστολή του μητροπολίτη επιδίδει το αίτημα των Τούρκων στο στρατηγό Γεννάδη, που την μεταβιβάζει με οπτικό τηλέγραφο στην Αρνισσα στο διάδοχο. Ο Κωνσταντίνος διατάσσει να προελάσει μόνον μια μικρή δύναμη ιππέων. Ο μητροπολίτης αφηγείται:
«Η νύκτα της 6ης προς 7ην Νοεμβρίου μοι εφαίνετο ατελείωτος. Εξημέρωσεν η 7η Νοεμβρίου. Η ημέρα επερνούσε. Ο Τουρκικός Στρατός εξακολουθούσε διερχόμενος εκ Φλωρίνης. Από την Επιτροπήν ουδεμία πληροφορία. Ητο η ώρα 2 μεσημβρινή, όταν έξαφνα ακούω φωνάς. Ολίγα παιδιά ζητωκραύζοντα ωδηγούσαν τρεις Ελληνας ιππείς. Ησπάσθην τους ιππείς οι οποίοι μοι είπον ότι εις την είσοδον της πόλεως με περιμένει αξιωματικός να του την παραδώσω».
Ηταν ο υπίλαρχος Ιωάννης Αρτης με μία μικρή ίλη Ιππικού. Εισέρχεται αμαχητί στην πόλη, υψώνει την ελληνική σημαία και κατακυρώνει την απελευθέρωσή της. Την επομένη εισέρχεται μια σερβική Μεραρχία υπό τον πρίγκιπα Αρσένιο, αδελφό του βασιλέως των Σέρβων. Ευγενικά μα σταθερά διεκδικεί τη Φλώρινα, αλλά μετά την ελληνική αντίδραση, εξίσου ευγενική, αποχωρεί. Φτάνει ο Κωνσταντίνος και αρχίζει αμέσως να καταδιώκει τον οθωμανικό Στρατό που διέφευγε προς Ηπειρο.
Ξωπίσω από τους Τούρκους καλπάζει το 1ο Σύνταγμα Ιππικού. Διασχίζει τη Βίγλα και τα Κορέστεια, όπου σταθμεύει στο Βατοχώρι με κατεύθυνση την Μπίγλιστα. Πληροφορείται ότι από τη Χρούπιστα και την Καστοριά οι Τούρκοι υποχωρούν επίσης προς την Ηπειρο. Εκπέμπει προς αναγνώριση μια ίλη ιππικού που στις 10 Νοεμβρίου το βράδυ φτάνει στον Απόσκεπο και από εκεί ψηλά βλέπει με τα κιάλια ανοχύρωτη την Καστοριά. Οι Τούρκοι είχαν διαφύγει ήδη στην Κορυτσά μαζί με χίλιους ακόμη στρατιώτες και 3 πυροβόλα από τη Χρούπιστα.
Το πρωί της 11ης Νοεμβρίου η ίλη Ιππικού υπό τον υπίλαρχο Ιωάννη Αρτη εισέρχεται εν καλπασμώ στην Καστοριά μέσα σε φρενήρεις λαϊκούς πανηγυρισμούς. Ακολουθεί η γειτονική Χρούπιστα. Η Δυτική Μακεδονία είχε πια απελευθερωθεί.
Πηγή: aggelioforos.gr
Αξιότιμε πρόεδρε της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών κε Νικόλαε Ι. Μέρζο το παραπάνω κείμενο, θλίβει ιδιαιτέρως εμάς τους κατοίκους της ορεινής Κέλλας!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ λόγος είναι ότι εξεχάσατε δυστυχώς την μάχη που έδωσε ο Ελληνικός στρατός στην Κέλλα στις 6 Νοεμβρίου με την υποστήριξη ανταρτικής ομάδος αποτελούμενη από συγχωριανούς μας. Μια μάχη με καταστροφικές συνέπειες εις βάρος τον Τούρκων που άνοιξε το δρόμο για την έγκαιρη μετάβαση του υπιλάρχου Ιωάννη Άρτη από την Κέλλα στην πόλη της Φλώρινας. Στην οποία επιτροπή υποδοχής και παράδοσης της πόλεως στις 7 Νοεμβρίου συμμετείχε ένα από τα κορυφαία τέκνα της ορεινής και περήφανης Κέλλας,Τέγος Σαπουντζής(χρημάτισε Γραμματέας της Μητρόπολης Μογλενών και Φλωρίνης, κι ήταν η ψυχή της επιτροπής του Μακεδονικού Αγώνα στη Φλώρινα) πρώτος Δήμαρχος της απελευθερωμένης πρωτεύουσας του ακριτικού Νομού μας.
Μετά τιμής & σεβασμού,
«Ιερά Δρυς Κέλλας» (μια οργανωμένη προσπάθεια ανάδειξης, της αιματοβαμμένης ιστορίας του τόπου μας)
KAI TI EGINE O TEGOS SAPOUNGIS?
ΑπάντησηΔιαγραφήAUTOS DEN SIKOSE TIN ELLINIKI SIMEA KAI SERVOI APOHORISANE??? TI STIGMI POU O ELLINIKOS STRATOS ITA STIN KOZANI KAI STI ARNISA AUTA MOU TA ELEGE O PAPPOU MOU TON 90 XRONON
Ο Στέργιος Σαπουντζής γεννήθηκε το 1877[1] στο Γκορνίτσοβο (Κέλλη) Φλώρινας. Δραστηριοποιήθηκε στον ένοπλο αγώνα κατά των Βουλγάρων κομιτατζήδων, ήδη από το 1903, χρονιά κατά την οποία εντάχθηκε ως οπλίτης στο σώμα του γαμπρού του, οπλαρχηγού Μηνά Τσάλκου, που δρούσε στην περιοχή Αμυνταίου. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στη Φλώρινα, όπου διατέλεσε διευθυντής του Εθνικού Κέντρου Φλωρίνης και ανέλαβε να συντονίζει τις Ελληνικές κινήσεις στην περιοχή της Φλώρινας. Πολλές φορές συνεργάστηκε σε επιχειρήσεις με τους οπλαρχηγούς Ευάγγελο Νικολούδη και Ιωάννη Καραβίτη. [2][3][4]
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτις 15 Ιουλίου του 1906 οργάνωσε την επιχείρηση του Γκορνιτσόβου (Κέλλης), συντονίζοντας τα σώματα των Ευ. Νικολούδη και Ι. Καραβίτη. Στη γενέτειρα του Τέγου Σαπουντζή, κρύβονταν Βουλγαρικά σώματα με την ανοχή μέρους των κατοίκων. Έτσι σε συνεννόηση με το Ελληνικό Προξενείο Μοναστηρίου και τον πρόξενο Νικόλαο Ξυδάκη, συναποφασίστηκε η επίθεση στο χωριό. Η επιχείρηση όμως προδώθηκε, καθώς ο Στ. Σαπουντζής στον ενθουσιασμό του, εκμυστηρεύτηκε σε δύο Οθωμανούς, γνωστούς του, ότι προτίθεται να επιτεθεί στο Γκορνίτσοβο. Έτσι κατά την είσοδο των Ελληνικών σωμάτων, συνάντησαν Οθωμανικό στρατιωτικό απόσπασμα. Ακολούθησε σφοδρή μάχη κατά την οποία οι Έλληνες είχαν δώδεκα νεκρούς, μεταξύ των οποίων και τον Ευάγγελο Νικολούδη. Ο Στέργιος Σαπουντζής συνελήφθη και φυλακίστηκε στις φυλακές Μοναστηρίου, από τις οποίες δραπέτευσε λίγο αργότερα. [5][6][7][8]
Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας δήμαρχος της Φλώρινας, μετά την απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους, το 1912. Στη γενέτειρά του Κέλλη, σήμερα, έχει στηθεί άγαλμά του.
http://el.wikipedia.org/
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
ΑπάντησηΔιαγραφήΜετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
Συντεταγμένες: 40°47′06″N 21°41′23″E (Χάρτης)
Κέλλη
21-Octobre-1916-Gornichevo.jpg
Γεωγρ. διαμ.
Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας
Νομός Φλώρινας
Δήμος Δήμος Αμυνταίου
Πληθυσμός 805 (2001)
Υψόμετρο 934 m
Παλαιά ονομασία Γκορνίτσοβο
Η Κέλλη -καθαρεύουσα Κέλλα, (παλαιά ονομασία Γκορνίτσοβο μέχρι το 1926 [1], στα Βουλγάρικα: Горничево, Γκορνίτσεβο και στα πριλαπομοναστηριώτικα: Γκορνίτσεβο) είναι ένα χωριό του νομού Φλώρινας που ανήκει στον δήμο Αμυνταίου. Έχει 805 κατοίκους (Απογραφή 2001) [εκκρεμεί παραπομπή]. Το χωριό είναι κτισμένο σε υψόμετρο 934 μέτρων. Οι Γκορνιτσοβίτες συμμετείχαν στην Ελληνική Επανάσταση του 1821[2]. Σημαντικότερος αγωνιστής ήταν ο Στάικος. Κατά το Μακεδονικό Αγώνα οι Γκορνιτσοβίτες συμμετείχαν, με κυριότερους αγωνιστές, τον οπλαρχηγό Μηνά Τσάλκο και το μετέπειτα δήμαρχο Φλώρινας, Τέγο Σαπουντζή. Άλλοι σημαντικοί Γκορνιτσοβίτες Μακεδονομάχοι ήταν οι Λάζαρος Γέτσιος, Παπαπέτρος, Γεώργιος Ζήσης (Παπάς), Γεώργιος Ρώμας, Ιωάννης Σαπουντζής, Χρήστος Σαπουντζής, Σταύρος Τζόγας, Ιωάννης Τράικος (Χαλκίδας) και Κωνσταντίνος Τράικος[3]. Το χωριό μετονομάστηκε από Γκορνίτσοβο σε Κέλλα το 1926 (με το ΦΕΚ 55/1926) [1]. Η ονομασία οφείλεται στην παρακείμενη αρχαία Ελληνική πόλη Κέλλα που κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, αποτέλεσε σημαντικό κόμβο της Εγνατίας οδού. Η Κέλλα υπήρξε έδρα επισκοπής κατά τους χριστιανικούς χρόνους. Η Επισκοπή Κέλλας δεν φαίνεται να επηρεάζεται από τις Σλαβικές επιδρομές, καθώς υπάρχει σε αναφορές έως και τον 8ο αιώνα.[4] Η ονομασία Γκορνίτσοβο συνέχισε να χρησιμοποιείται και στο προφορικό λόγο (ομιλίες - ενημερώσεις κλπ) αλλά και σε επίσημα έγγραφα μέχρι την δεκαετία του 60. Το 1963 η υπ' αριθμό 111989/1963 Διαταγής του Υπουργείου Εσωτερικών, κοινοποιηθείσα δια της 31444/27-Φεβ-1968 από τον Νομάρχη Φλώρινας απαγόρευσε στους κατοίκους την χρήση της παλαιότερης ονομασίας. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, την εποχή εκείνη, όποιος σε έγγραφο αναφερόταν στο παλαιότερο όνομα θα τιμωρούνταν με πρόστιμο αλλά και φυλάκιση. [5]
......Γνωρίσαμε ένα γέρο αγρότη απ' το χωριό Γκορνίτσοβο. Αυτός ο Μακεδόνας αφηγήθηκε μια χαρακτηριστική ιστορία: Ένας χωριανός του, που τώρα είναι έμπορας στο Σόροβιτς, του πήρε στα 1925 60 λίρες για να "βεβαιώσει" στη διοίκηση χωροφυλακής πως είναι ...Έλληνας. Ο ίδιος αυτός - ο πλούσιος συγχωριανός του, ο τώρα βέρος "Έλλην πατριώτης" - στο "μακεδονικό αγώνα" ήταν πληροφοριοδότης των κομιτατζήδων. Μάλιστα τον μικρότερό του αδελφό τον βάφτισε ο κομιτατζής βοεβόδας Τάνεφ. Οι πλούσιοι Μακεδόνες στα χωριά τους είναι χαφιέδες της ελληνικής αστυνομίας. Όπως άλλοτε ήσαν της Βουλγαρίας. Την εθνικότητά τους την αλλάζουν σαν το πουκάμισό τους, ανάλογα με τα οικονομικά τους συμφέροντα. Και μόνο ο εργαζόμενος μακεδονικός λαός, παρά τις στερήσεις, παρά τους εξοντωτικούς διωγμούς, κρατάει η μακεδονική του εθνικότητα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο ανωτέρω κείμενο δημοσιεύτηκε σε δύο συνέχειες, στην εφημερίδα Ριζοσπάστης (όργανο της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ), στις 24 και 25 Νοεμβρίου του 1932. Υπήρχε ακόμα ένα κεφάλαιο που δε δημοσιεύτηκε, γιατί η αστυνομία κατάσχεσε το χειρόγραφο στο τυπογραφείο.
Η συμπλήρωση 100 χρόνων από την προσάρτηση της νότιας Μακεδονίας από την Ελλάδα ας γίνει αφορμή για έναν πραγματικό απολογισμό των συνεπειών της για μας τους γηγενείς Μακεδόνες. Ας δούμε την ωμή πραγματικότητα και ας τολμήσουμε να πούμε όλη την αλήθεια, όσο δυσάρεστη κι αν είναι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτά τα 100 χρόνια δεν μας άφησαν να γευτούμε τα αγαθά της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης. Ήταν χρόνια βάρβαρης καταπίεσης και ακραίας καταπάτησης των δικαιωμάτων μας. Μας ανάγκασαν να απαρνηθούμε την εθνική μας ταυτότητα, την ιστορίας μας, τους συγγενείς μας, τους ομογενείς μας. Μας έκαναν μάλιστα να στρεφόμαστε εναντίον τους, κάνοντάς μας έτσι γενίτσαρους.
Μας «εξελλήνισαν» με τις πιο ακραίες φασιστικές μεθόδους. Μας απαγόρεψαν τη μητρική μας γλώσσα και άλλαξαν τα ονόματά μας και τα ονόματα των χωριών και των πόλεών μας, χωρίς να μας ρωτήσουν και χωρίς να επιτρέψουν οποιαδήποτε μορφή διαμαρτυρίας.
τα ιδια παθαμε κι εμεις οι Μανιατες ! Ααααχ ατιμοι Ελληνες ,χαλασατε το μανιατικο εθνος! ( Πλακα κανω ,οπως πιστευω και ο 4.58! Γιατι αν τα λεει σοβαρα , τι να πω;)Τι πινεις και δε μας δινεις ,μερες πουναι;
ΑπάντησηΔιαγραφήI ALITHEIA PERNAEI TRIA STADIA
ΑπάντησηΔιαγραφήPROTA GELOIOPOIEITAI
META POLEMEITE KAI TELIKA
GINETAI APODEKTI OS AUTONOITI (GIA TO ANONIMO TOU 9:15)
ναι βεβαια ,αλλα αυτο ισχυει για την αληθεια ,οχι για τα παραμυθια και τα διαφορα εφευρηματα με τα οποια γελαει καθε μορφωμενος και μη πληρωμενος ανθρωπος στα περατα της γης!
Διαγραφή“The cultural oppression of the indigenous Macedonian population in Aegean Macedonia is an international embarrassment for Greece and to the European Union, and it is the root cause of Greece’s hostility towards the Republic of Macedonia.
ΔιαγραφήIT IS TRUE
Whatever you say ,my friend! Anyway ,the Albanian minority( or is it majority) in the F.Y.R.o.M will soon give an end to the lie.Because you cannot build a country upon a lie ,especially when you deny your brave Slavs ancestors.Good night and good luck .We all will need it.
ΔιαγραφήΠριν έρθουν οι "βάρβαροι" Έλληνες ήταν οι "βάρβαροι" Βούλγαροι και Τούρκοι και γενηκά "βάρβαροι" πριν από όλους αυτούς έδω όπως και στο μεγαλήτερο μέρος της Μακεδονίας και της Ηπείρου ζούσαν οι Βλάχοι. Όλοι οι άλλοι είναι κατακτητές "βάρβαροι". ΝΑ ΦΎΓΕΤΕ ΝΑ ΠΆΤΕ ΑΛΛΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ δεν βλέπω ούτε έθημα ουτε γλώσσα να μην μηλάτε.
Έαν ψάξετε λίγο θα βρήτε οτι τα ονόματα των βούνων πριν τα καταλάβουν οι "βάρβαροι" Σλάβοι από την εποχή του ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ έχουν Βλάχικες ονομασίες.
.....Είναι λοιπόν ο βυζαντινός συγγραφέας του ΙΒ΄ αιώνα Κεκαυμένος, που εκφράζοντας την αντίθεση των αρχών της Κωνσταντινούπολης προς τους δυναμικά αντιστεκόμενους στην αυτοκρατορική εξουσία Βλάχους, τους χαρακτηρίζει “γένος άπιστον τε παντελώς και διεστραμμένον, μήτε εις θεόν έχον πίστιν ορθήν μήτε εις βασιλέα μήτε εις συγγενή ή εις φίλον, αλλά αγωνιζόμενον πάντας καταπραγματεύεσθαι, ψεύδεται δε πολλά και κλέπτει πάνυ, ομνύμενον καθεκάστην όρκους φρικωδεστάτους προς τους εαυτού φίλους και αθετούν ραδίως ποιούν τε αδελφοποιήσεις και συντεκνίας και σοφιζόμενον δια τούτων απατάν τους απλουστέρους, ουδέποτε δε εφύλαξε πίστιν προς τινα, ουδέ προς τους αρχαιοτέρους βασιλείς των Ρωμαίων”.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈνας Εβραίος περιηγητής, ο Βενιαμίν εκ Τουδέλας, [6] σημειώνει το 1159 στο Ζητούνι (Λαμία): “Εδώ βρίσκονται τα σύνορα της Βλαχίας που οι κάτοικοι της ονομάζονται Βλάχοι. Είναι αλαφροί και γρήγοροι σαν ζαρκάδια και κατεβαίνουν από τα βουνά στους ελληνικούς κάμπους για ληστεία και αρπαγές. Κανείς δεν ριψοκινδυνεύει πόλεμο μαζί τους, ούτε μπορεί να τους υποτάξει γιατί τα καταφύγιά τους είναι απρόσιτα και αυτοί μονάχα γνωρίζουν τους δρόμους. Δεν είναι χριστιανοί ούτε Εβραίοι”. Και συμπληρώνει: “Όταν συναντήσουν Ισραηλίτη τον ληστεύουν αλλά δεν τον σκοτώνουν, όπως κάνουν με τους Έλληνες. Αυτή η φυλή δεν υπακούει σε κανένα νόμο” [Κυριάκου Σιμόπουλου, Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα, τόμος πρώτος, Αθήνα 1976, σελ. 223].
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ θρίαμβος ωστόσο της ρουμανικής διπλωματίας στο κουτσοβλαχικό έρχεται με την επιστολή του Ελευθερίου Βενιζέλου στις 29 Ιουλίου 1913, ημέρα της συνθήκης του Βερολίνου, προς τον πρωθυπουργό Τάκε Μαγιορέσκο: “Η Ελλάς συγκατατίθεται να παράσχη αυτονομίαν εις τας των κουτσοβλάχων σχολάς και εκκλησίας τας ευρισκομένας εν ταις μελλούσαις Ελληνικαίς κτήσεσι και να επιτρέψη την σύστασιν επισκοπής δια τους κουτσοβλάχους τούτους, της Ρουμανικής Κυβερνήσεως δυναμένης να επιχορηγή υπό την επίβλεψιν της Ελληνικής Κυβερνήσεως τα ειρημένα ενεστώτα ή μέλλοντα θρησκευτικά και εθνικά καθιδρύματα”.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε κάθε περίπτωση, πρόκειται για την πιο ευδιάκριτη γλωσσοπολιτισμική ομάδα στο δημόσιο χώρο. Σε αντίθεση με τους Αρβανίτες και τους Σλαβόφωνους, ή ακόμη τους Μικρασιάτες τουρκόφωνους, οι Βλάχοι σπάνια αποκρύπτουν την εθνοτική τους διαφορά, ασχέτως μάλιστα αν αυτή εξακολουθεί να υπάρχει ως τέτοια. Όπως είχαμε παλαιότερα αναφέρει με τον Λεωνίδα Εμπειρίκο στην Αυγή της Κυριακής, «διακρίνονται από ένα ιδιότυπο ethnic pride”.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗμερομηνία δημοσίευσης: 31/05/2009
http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=463248
Μας «εξελλήνισαν» με τις πιο ακραίες φασιστικές μεθόδους. Μας απαγόρεψαν τη μητρική μας γλώσσα και άλλαξαν τα ονόματά μας και τα ονόματα των χωριών και των πόλεών μας, χωρίς να μας ρωτήσουν και χωρίς να επιτρέψουν οποιαδήποτε μορφή διαμαρτυρίας
ΑπάντησηΔιαγραφήAUTA DEN EINAI ALITHEIA???
Σιγουρα ,αν ηταν διαφορετικες οι συνθηκες το ελληνικο κρατος θα μπορουσε να φερθει στην οποια ΣΛΑΒΙΚΗ μειονοτητα της περιοχης διαφορετικα. Οι βλεψεις ομως των Βουλγαρων -εμπνευστων του δηθεν "μακεδονισμου" - που αποκυρηχτηκαν μολις το 1987, δεν αφησε και πολλα περιθωρια.Τα υπολοιπα ειναι παραμυθια για να γεμιζει η αδεια κοιλια και να παρηγοριεται ο απελπισμενος.
ΔιαγραφήΜας «εξελλήνισαν» με τις πιο ακραίες φασιστικές μεθόδους. Μας απαγόρεψαν τη μητρική μας γλώσσα και άλλαξαν τα ονόματά μας και τα ονόματα των χωριών και των πόλεών μας, χωρίς να μας ρωτήσουν και χωρίς να επιτρέψουν οποιαδήποτε μορφή διαμαρτυρίας
ΑπάντησηΔιαγραφήAUTA DEN EINAI ALEITHIA??? ""LIPAME""
Το θέμα αναζωπυρώθηκε κατά την κατοχή, λόγω της συνεργασίας μερίδας Κουτσοβλάχων με τους Ιταλούς και την προσπάθεια του Αλκιβιάδη Διαμαντή για την ίδρυση λατινο-ιταλο-ρουμανικού κράτους [24] στα ελληνικά εδάφη που κατοικούσαν Βλάχοι [Βλ. περισσότερα στον Ευάγγελο Αβέρωφ, Η πολιτική πλευρά του κουτσοβλαχικού ζητήματος].
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα αρνητικά αποτελέσματα αυτής της κίνησης, τα βίωσε ο βλάχικος πληθυσμός στο σύνολό του, με τη σκλήρυνση της στάσης του ελληνικού κράτους μεταπολεμικά εναντίον των Βλάχων για “προδοσία και δωσιλογισμό”. Η ένταξη της Ρουμανίας στο κομμουνιστικό στρατόπεδο, επέτρεψε στο ελληνικό κράτος, να προχωρήσει το 1945 στην κατάργηση των μειονοτικών δικαιωμάτων των Βλάχων. Την εποχή εκείνη ο υπουργός Εσωτερικών Θεοτόκης υπολόγισε τον αριθμό των “Ρωμανοφρόνων” σε 2.749 άτομα. Βλ. Αρχείο Φίλιππου Δραγούμη, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, υποφ. 104.5, έγγραφο 134, Απόρρητο υπόμνημα (27/4/1946) του Υπουργού Εσωτερικών Σπ. Θεοτόκη “Περί Βουλγαροφρόνων και Ρωμανοφρόνων Βορείου Ελλάδος”.