Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

Τελικά η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες;

Αιτία αυτού του άρθρου είναι η πρόσφατη επίσκεψη μου στο μουσείο της Βεργίνας και η απαράδεκτη συμπεριφορά που αντιμετώπισα εκεί.
Το ποδηλατικό μου οδοιπορικό, είχε ως μήνυμα την ένωση που πρέπει να έχουμε σαν λαός, για να ξεπεράσουμε την τωρινή κρίση. Αντλούσε παράδειγμα από τη φιγούρα του Φιλίππου Β, ο οποίος χιλιάδες χρόνια πριν, ένωσε και ισχυροποίησε την Μακεδονία. Έπρεπε λοιπόν να περάσω από την Βεργίνα, για να αποτυπώσω στη φωτογραφική μου μηχανή, το ανάκτορο του Φιλίππου Β και τα κτερίσματα από τον τάφο του.
Η επίσκεψη μου στο μουσείο ήταν προγραμματισμένη την 7η μέρα του ταξιδιού. Παρόλα αυτά, τεχνικά προβλήματα με έριξαν πίσω στο χρόνο και εκείνη τη μέρα, το μουσείο έκλεινε στις 5μιση. Κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας, με διαβεβαίωσαν ότι την επομένη το μουσείο ΚΑΙ ο αρχαιολογικός χώρος θα ήταν ανοικτός μέχρι τις 7 το απόγευμα. Αναγκάστηκα να τροποποιήσω ολόκληρη τη σχεδίαση που είχα κάνει, για να μπορέσω την 8η μέρα να επισκεφθώ την Βεργίνα, αφού την προηγούμενη ήταν αδύνατο.
Πληρώνοντας το κάπως ακριβό αντίτιμο των 8 Ε για το μουσείο και τον αρχαιολογικό χώρο (συγκριτικά, για το μουσείο και το αρχαιολογικό χώρο της Πέλλας πλήρωσα 6 Ε), έμαθα ότι ο χώρος ήταν κλειστός λόγω... ανασκαφών! Ήδη λοιπόν, το ελληνικό μπάχαλο στο μεγαλείο του! Θα πλήρωνα για κάτι που δεν θα έβλεπα, ενώ κάποιος με είχε διαβεβαιώσει για το αντίθετο την προηγούμενη μέρα.
Προσπάθησα να το βάλω στο πίσω μέρος του μυαλού μου, γιατί τουλάχιστον θα έβγαζα όμορφες φωτογραφίες από το μουσείο. Φανταστείτε την απογοήτευση μου όταν η υπάλληλος μου ανέφερε ότι απαγορεύονται οι φωτογραφίες, χωρίς καν η ίδια να γνωρίζει το λόγο! Ο διάλογος που ακολούθησε αναφέρεται στην ανάρτηση της Μέρας 8 και είναι ενδεικτικός της γραφειοκρατικής νοοτροπίας που ακόμα ζει και βασιλεύει ανά την Ελλάδα.
Φανταστείτε, αυτό το ποδηλατικό ταξίδι, να το είχε οργανώσει κάποιος εκτός Ελλάδας, να έκανε χιλιάδες χιλιόμετρα για να φτάσει στη Βεργίνα και να έκανε αυτόν τον καταπληκτικό διάλογο. Ποιά θα ήταν η γνώμη που θα σχημάτιζε για την Ελλάδα;
Φυσικά και δεν κατηγορώ την όποια υπάλληλο μεταφέρει την εντολή της προϊσταμένης, αλλά την ίδια την κ. Κοταρίδου που με αυτόν τον αυταρχικό τρόπο, αποφασίζει και διατάζει ότι κανείς δεν πρέπει να αποτυπώνει σε κάμερα, αντικείμενα που ήδη κυκλοφορούν σε εκατοντάδες φωτογραφίες.
Γιατί λοιπόν απαγορεύονται οι φωτογραφίες σε ένα τόσο σημαντικό μουσείο, ενώ σε οποιαδήποτε άλλο μουσείο επιτρέπονται, απλά χωρίς τη χρήση φλας; Τα αντικείμενα αυτά ήδη κυκλοφορούν σε φωτογραφίες. Μήπως για να αναγκάσουν τους επισκέπτες να έρχονται ξανά και ξανά για να θαυμάσουν από κοντά τους τάφους; Κατά τη γνώμη μου, αυτή η συμπεριφορά απωθεί τον κόσμο, δεν τον κάνει να θέλει να ξαναπάει στην Βεργίνα.
Κάποιος πρέπει να εξηγήσει την κ. Κοταρίδου, ότι ο τάφος και τα κτερίσματα του Φίλιππου Β, του ηγεμόνα του Μακεδονικού Βασιλείου, δεν ανήκουν σε κανένα μουσείο, απλά φιλοξενούνται εκεί.
Ανήκουν στην Ελλάδα και στον ελληνικό λαό. Ας βάλει λοιπόν στην άκρη η κ. προϊσταμένη την όποια προσωπική της ματαιοδοξία για να μπορούμε να έχουμε και εμείς όταν φεύγουμε από αυτό, το κατά τα άλλα πολύ όμορφο μουσείο, το αυτονόητο` φωτογραφίες από τον τάφο του Φιλίππου Β.

Σπύρος Καρατζούλης


http://perifanoi-os-ellines.blogspot.gr

2 σχόλια:

  1. Φαντάζομαι ότι ο λόγος που απαγορεύεται η φωτογράφηση είναι ο ελάχιστος φωτισμός που επικρατεί στο χώρο και ο οποίος κάνει αδύνατη τη λήψη των φωτογραφιών χωρίς φλας. Επομένως παρά την απαγόρευση, εκατοντάδες επισκέπτες κάθε μέρα θα προσπαθούσαν να χρησιμοποιήσουν το φλας.

    Βλάσης Βλασίδης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ακούγεται λογικό το επιχείρημα σας κ. Βλασίδη, αλλά δεν μου ανέφεραν κάτι τέτοιο. Πάντως οι φωτογραφικές έχουν τη δυνατότητα να βγάλουν και με τέτοιες συνθήκες, αρκετά καλές φωτογραφίες χωρίς φλας.

    Δεν πιστεύω ότι είναι αυτός ο λόγος. Προτιμώ να πιστεύω ότι είναι ο ετσιθελησμός του Έλληνα, παρά κάποιος καταχθόνιος εμπορικός σκοπός (κάτι που έχω ακούσει, χωρίς να μπορώ να το διασταυρώσω).

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.