Στην ανακοίνωση της Κ.Ε. του ΚΚΕ, με αφορμή τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών, τον Ιούνη του 2009, αναφέρονταν: «Στην Ελλάδα, καθώς εμφανίζονται δυσκολίες πραγματοποίησης της δικομματικής εναλλαγής, γίνονται διεργασίες και συζητήσεις για τη θωράκιση του αστικού πολιτικού συστήματος, προετοιμασίες για εναλλακτικές λύσεις κυβερνήσεων συνεργασίας Η επιχείρηση αυτή έχει στο κέντρο της προσοχής της την οργανωμένη και μελετημένη επίθεση στο ΚΚΕ, με σαφή στόχο να αλλάξει ο συσχετισμός και η διάταξη των δυνάμεων στο "χώρο της αριστεράς", ώστε να υπερκεράσει ο ΣΥΡΙΖΑ το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ γίνεται στόχος για το ρόλο που διαδραματίζει στην προσπάθεια να αναπτυχθεί η ταξική πάλη, να κερδίσει έδαφος η πρότασή του στο ζήτημα της εξουσίας, ανάμεσα σε λαϊκές δυνάμεις που δείχνουν τάση ριζοσπαστικοποίησης. Γίνεται στόχος για τον ενεργητικό ρόλο στη διαπάλη με τον οπορτουνισμό στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα, για την προσπάθεια που κάνει να ισχυροποιηθεί αυτό σε παγκόσμιο επίπεδο, να αποκτήσει ενιαία στρατηγική. (...) Η αντίθεση προς τα δύο κόμματα δεν έχει πάρει αντιμονοπωλιακή αντιιμπεριαλιστική κατεύθυνση, για ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων. Στην πολιτική τους άποψη παραμένει ως ζητούμενο η διόρθωση ή η αλλαγή του τρόπου διακυβέρνησης, της διαχείρισης. Η κρίση φέρνει ακόμα πιο πλατιά στην επιφάνεια τη λογική του "μικρότερου κακού", την αναζήτηση έστω και κάποιων προσωρινών ημίμετρων, ώστε να υπάρχει ανακούφιση από τα πιεστικά προβλήματα, σε συνθήκες που δεν έχει ακόμα ωριμάσει στη συνείδηση πλατιών λαϊκών μαζών η ανάγκη αντεπίθεσης, ρήξης…»
Δυο βδομάδες πριν από τις εκλογές της 17ης Ιούνη και σχεδόν έναν μήνα από την κάλπη της 6ης Μάη, οι πολιτικές διεργασίες στο προσκήνιο και το παρασκήνιο επιβεβαιώνουν την εκτίμηση του ΚΚΕ ότι η αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, με βασικό μοχλό τη συγκρότηση του δίπολου κεντροδεξιά με πυρήνα τη ΝΔ - κεντροαριστερά με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ.
Την αναμόρφωση στο αστικό πολιτικό σύστημα επιτάχυνε η συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΛΑ.Ο.Σ., αλλά και το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μάη. Η κυβέρνηση Παπαδήμου, που ήταν στρατηγική επιλογή της ντόπιας πλουτοκρατίας και της ΕΕ, για να κερδίσουν χρόνο απέναντι στην κλιμακούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, επισφράγισε την ενιαία στρατηγική ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ και διέλυσε την «αντιμνημονιακή» δημαγωγία της δεύτερης. Ταυτόχρονα, αξιοποιήθηκε προπαγανδιστικά για να εγκλωβιστεί στο ψευτοδίλημμα «μνημόνιο - αντιμνημόνιο» η λαϊκή αγανάκτηση για την κυρίαρχη πολιτική, μπροστά στις διαφαινόμενες, από τότε, εκλογές.
Η θετική δυναμική χειραφέτησης από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, πριν από τις εκλογές του Μάη, σκόρπισε στην κάλπη ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αυτοαποκαλούμενα «αντιμνημονιακά» κόμματα, πυροδοτώντας νέες διεργασίες στο αστικό πολιτικό σύστημα. Η κάλπη επιβεβαίωσε ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, μετά από δεκαετίες δικομματικής εναλλαγής, «κουτσάθηκαν» στην κούρσα της αστικής διαχείρισης και πλέον είναι ανίκανα να υπηρετήσουν την αστική τάξη με αυτοδύναμες κυβερνήσεις, ακόμα και με μεταξύ τους συγκυβέρνηση. Άρα, κάτι «άλλο» πρέπει να φτιαχτεί για να τα αντικαταστήσει και αυτό είναι το – δοκιμασμένο στην υπόλοιπη Ευρώπη – δίπολο «κεντροδεξιάς - κεντροαριστεράς».
Πρώτη έγνοια των επιτελείων του συστήματος ήταν και παραμένει να ανακόψουν την τάση ριζοσπαστικοποίησης πλατιών λαϊκών στρωμάτων και να εμποδίσουν τη συνάντησή τους με την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ. Ταυτόχρονα, να αντιστρέψουν το κλίμα δυσαρέσκειας απέναντι στην ΕΕ, για να θωρακίσουν την πολιτική του ευρωμονόδρομου, την οποία πολεμάει το ΚΚΕ και υπηρετούν όλα τα αστικά κόμματα και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο άλλος δρόμος ανάπτυξης, – που στο κέντρο του θα έχει την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και όχι τα κέρδη των καπιταλιστών και που αντικειμενικά προβάλλει σαν αναγκαιότητα για λαϊκή ευημερία, – θέλουν να εξαλειφθεί από τον προβληματισμό εκείνων των λαϊκών ανθρώπων, που μαζί με την εγκατάλειψη του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, δείχνουν διάθεση να χειραφετηθούν.
Πού βρισκόμαστε σήμερα; Μια ισχυρή μερίδα της αστικής τάξης έχει επιλέξει σαν μοχλό για την αναμόρφωση του αστικού συστήματος την κεντροαριστερά με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για το πιο «ανοιχτομάτικο» κομμάτι των αστών, που αξιοποιούν την πείρα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και μεθοδεύουν κεντροαριστερή κυβερνητική λύση, για να προωθήσουν ευκολότερα στρατηγικού χαρακτήρα αντιλαϊκές ανατροπές, ανεξάρτητα από μνημόνια και δανειακές συμβάσεις.
Ταυτόχρονα, όμως, αντιλαμβάνονται τη χρησιμότητα της κεντροαριστερής διαχείρισης μπροστά στο ενδεχόμενο να βαθύνει κι άλλο η κρίση στην Ελλάδα και στη Ευρωζώνη και η ελληνική καπιταλιστική οικονομία να περάσει σε φάση ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας. Ποια κυβέρνηση μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Μια κυβέρνηση της κεντροδεξιάς, με ολίγον από ΠΑΣΟΚ, θα δυσκολευτεί να κουμαντάρει τις γενικευμένες λαϊκές αντιδράσεις και θα αποτελέσει κόκκινο πανί για το κίνημα. Αντίθετα, μια κεντροαριστερή κυβέρνηση, με «αριστερή» φρασεολογία και με άλλοθι τις «καλές προθέσεις», θα είναι ευκολότερο να καλλιεργήσει στάση ανοχής και αναμονής στο κίνημα και άρα να δώσει χρόνο στην αστική τάξη να προσαρμοστεί καλύτερα στις νέες συνθήκες που θα δημιουργήσει μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία. Με δεδομένα τα παραπάνω, καλλιεργήθηκε τις τελευταίες μέρες πριν τις εκλογές της 6ης Μάη ένα ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, σαν εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, ή στη συγκυβέρνηση των δύο.
Για πρώτη φορά, εδώ και δεκαετίες, αστικά ΜΜΕ με περγαμηνές στη συκοφάντηση των εργατικών - λαϊκών αγώνων και με συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα από πίσω τους, - ακόμα και η κρατική τηλεόραση, - άσκησαν προεκλογικά σφοδρή κριτική στο ΠΑΣΟΚ και στη ΝΔ. Όχι βέβαια για την αντιλαϊκή πολιτική τους, αλλά για την αδυναμία να περάσουν ταχύτερα τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις και να ρίξουν το κίνημα στο καναβάτσο. Κατήγγειλαν, μάλιστα, εν χορώ τα δύο κόμματα ότι η ολιγωρία τους, για παράδειγμα στις ιδιωτικοποιήσεις, στο άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, στην παραπέρα ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας και στην αναμόρφωση της φορολογίας προς όφελος των μεγαλοεπιχειρηματιών, στην ισοπέδωση ότι έχει απομείνει όρθιο από κοινωνικές παροχές και δαπάνες, ευθύνονται για τα μέτρα λιτότητας και τα σφιχτά μνημόνια. Άρα, μια άλλη διαχείριση, θα μπορούσε τάχα να γλιτώσει το λαό από τα μνημόνια και ταυτόχρονα να προωθήσει τα μέτρα εκείνα που προβλέπονται από τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ και τις δανειακές συμβάσεις. Πάνω εκεί οικοδομήθηκε το παραμύθι της «ανάπτυξης», που παρουσιάστηκε παραπλανητικά και από τον ΣΥΡΙΖΑ σαν το αντίδοτο τάχα στα μέτρα λιτότητας.
Μετακομίσεις από το ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ
Ακολουθώντας και ενισχύοντας αυτό το ρεύμα, μεγάλος αριθμός συνδικαλιστών και στελεχών του ΠΑΣΟΚ, κύρια από τις πρώην ΔΕΚΟ, τη Δημόσια Διοίκηση και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, κατευθύνθηκε οργανωμένα στον ΣΥΡΙΖΑ, επηρεάζοντας, με τη στάση τους εργατικές συνειδήσεις που έχουν φτάσει στο αμήν και ψάχνουν να πιαστούν από τα μαλλιά τους, προσδοκώντας εδώ και τώρα λύση στα οξυμένα προβλήματά τους. Η μετακίνηση αυτή δεν κρύβει από πίσω καμιά συνωμοσία. Έγινε στο έδαφος της οξυμένης λαϊκής δυσαρέσκειας για την πολιτική κύρια του ΠΑΣΟΚ και με δεδομένο ότι ιδεολογικά βρίσκονταν πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ απ' ότι σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα.
Πριν από αυτούς, είχαν μετακινηθεί στον ΣΥΡΙΖΑ πολιτικά στελέχη που υπηρέτησαν το ΠΑΣΟΚ από επιτελικές θέσεις. Τέτοιοι είναι, για παράδειγμα, τα μέλη του «Ρεύματος της Κοινωνικής Αριστεράς», όπως ο Γιώργος Ραυτόπουλος, πρόεδρος της ΓΣΕΕ την περίοδο 1983 - '89, που είχε ταχθεί με τον Άκη Τσοχατζόπουλο. Ακόμη, ο Αντώνης Κοτσακάς, πρώην υπουργός των κυβερνήσεων Ανδρέα Παπανδρέου και γραμματέας οργανωτικού του ΠΑΣΟΚ από το 1989 έως και το 1993 και ο Γιάννης Γκόβας, παλαιός συνδικαλιστής της «Πειραϊκής - Πατραϊκής», εκλεγμένος δημοτικός σύμβουλος Πάτρας με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ, ο Φωτόπουλος, πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, κ.ά. Στον ΣΥΡΙΖΑ εγκαταστάθηκε και ο Π. Κουρουμπλής, ο οποίος, με τον Ν. Κοτζιά, συμμετείχαν στην «Ενωτική Κίνηση», ένα ακόμη «ρεύμα» που δημιουργήθηκε το 2011 από πρώην βουλευτές και στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, ο Ν. Κοτζιάς, στενός συνεργάτης παλαιότερα του Θ. Πάγκαλου και αργότερα του Γ. Παπανδρέου, είχε συζητήσεις με τον Α. Τσίπρα για οικονομικά και διπλωματικά θέματα πριν από τις εκλογές της 6ης Μάη.
Η κινητικότητα ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ εντάθηκε μετά τις εκλογές, οπότε απογειώθηκε στην κυριολεξία και η υποστήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ από την κρατική τηλεόραση και συγκεκριμένα εκδοτικά συγκροτήματα, όπως αυτό της «Αυριανής» του Κουρή. Η Λούκα Κατσέλη, - Υπουργός και από τους αρχιτέκτονες του 1ου μνημονίου, - προστέθηκε πρόσφατα και επίσημα στους συνεργαζόμενους με τον ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, ο Γ. Σταθάς, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Λιβαδειάς, ενώ λέγεται ότι και ο Β. Χωραφάς, σύμβουλος κάποτε του Άκη Τσοχατζόπουλου, είναι στα επιτελεία του ΣΥΡΙΖΑ. Πριν από λίγες μέρες, 127 στελέχη του ΠΑΣΟΚ εξέφρασαν την υποστήριξή τους στον ΣΥΡΙΖΑ. Στην πλειοψηφία τους είναι μέλη του «Ρεύματος Νέων Σοσιαλιστών» και, όπως γράφτηκε στον Τύπο, συνδέονται με τον Δ. Σακελλάρη, ο οποίος παραιτήθηκε προ εβδομάδων από το Πολιτικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ και τώρα φέρεται να συζητά με τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για στελέχη που είχαν διαχρονικά προνομιακές σχέσεις με τον Άκη Τσοχατζόπουλο, αλλά και την Λούκα Κατσέλη.
Όπως αποκαλύφθηκε την περασμένη βδομάδα, στους θιασώτες του ΣΥΡΙΖΑ είναι και ο Κ. Λαλιώτης. Σε επιστολή με την οποία προσπαθεί να διαψεύσει δημοσίευμα που τον ήθελε να έχει ρόλο συμβούλου του Αλ. Τσίπρα, επί της ουσίας επιβεβαιώνει την ιδεολογική και πολιτική του συγγένεια με τον ΣΥΡΙΖΑ, γράφοντας μάλιστα ότι στόχος του ήταν πάντα η «σύγχρονη, πολυκομματική και ριζοσπαστική Κυβερνώσα Κεντροαριστερά με αδιαπραγμάτευτο Ευρωπαϊκό προσανατολισμό».
Θέλουν αποδυνάμωση του ΚΚΕ
Η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος θα ενταθεί το επόμενο διάστημα. Η αστική τάξη καταλαβαίνει ότι ΠΑΣΟΚ - ΝΔ τέλειωσαν και πως πρέπει να διαμορφώσουν νέα κόμματα. Δίνουν την τελευταία πίστωση χρόνου στη ΝΔ, η οποία, όμως, δεν πρόκειται να σταθεί, επειδή διευρύνθηκε με την Μπακογιάννη, απορρόφησε τον ΛΑ.Ο.Σ. κι επειδή θα πάρει ένα κομμάτι απ' το κόμμα του Καμμένου. Το σύστημα καταλαβαίνει ότι δεν τραβάει η ΝΔ, επειδή ξεσκεπάστηκε στο λαό.
Πάνω απ' όλα, τα αστικά επιτελεία έχουν αποφασίσει να φτιάξουν νέα σοσιαλδημοκρατία και αυτό φανερώνει η κινητικότητα στον πόλο της «κεντροαριστεράς». Σε μια πορεία, ένα μεγάλο κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ θα ενωθεί με ένα κομμάτι του ΠΑΣΟΚ και θα γίνει το νέο ΠΑΣΟΚ με άλλο όνομα. Ένα άλλο κομμάτι των δήθεν αριστερών, θα σταθεί εκεί και - ενδεχομένως με άλλες εξωκοινοβουλευτικές ομάδες - θα παίξει το ρόλο που έπαιζε ο Συνασπισμός ως ανάχωμα προς το ΚΚΕ.
Αυτά είναι τα σχέδια, με τα οποία προσπαθούν να κρατήσουν μαντρωμένο το λαό στην αστική διαχείριση, αποδυναμώνοντας το ΚΚΕ. Σε ότι αφορά το ΚΚΕ, ο λαός μπορεί να είναι σίγουρος ότι δε θα τον προδώσει, δε θα τον εγκαταλείψει ποτέ. Στο χέρι της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων είναι να βάλουν εμπόδια στα σχέδια των αστικών επιτελείων, αλλάζοντας την ψήφο του στις 17 Ιούνη, δίνοντας δύναμη στο ΚΚΕ.
Δυο βδομάδες πριν από τις εκλογές της 17ης Ιούνη και σχεδόν έναν μήνα από την κάλπη της 6ης Μάη, οι πολιτικές διεργασίες στο προσκήνιο και το παρασκήνιο επιβεβαιώνουν την εκτίμηση του ΚΚΕ ότι η αναμόρφωση του πολιτικού σκηνικού βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, με βασικό μοχλό τη συγκρότηση του δίπολου κεντροδεξιά με πυρήνα τη ΝΔ - κεντροαριστερά με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ.
Την αναμόρφωση στο αστικό πολιτικό σύστημα επιτάχυνε η συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ - ΝΔ - ΛΑ.Ο.Σ., αλλά και το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μάη. Η κυβέρνηση Παπαδήμου, που ήταν στρατηγική επιλογή της ντόπιας πλουτοκρατίας και της ΕΕ, για να κερδίσουν χρόνο απέναντι στην κλιμακούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, επισφράγισε την ενιαία στρατηγική ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ και διέλυσε την «αντιμνημονιακή» δημαγωγία της δεύτερης. Ταυτόχρονα, αξιοποιήθηκε προπαγανδιστικά για να εγκλωβιστεί στο ψευτοδίλημμα «μνημόνιο - αντιμνημόνιο» η λαϊκή αγανάκτηση για την κυρίαρχη πολιτική, μπροστά στις διαφαινόμενες, από τότε, εκλογές.
Η θετική δυναμική χειραφέτησης από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, πριν από τις εκλογές του Μάη, σκόρπισε στην κάλπη ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αυτοαποκαλούμενα «αντιμνημονιακά» κόμματα, πυροδοτώντας νέες διεργασίες στο αστικό πολιτικό σύστημα. Η κάλπη επιβεβαίωσε ότι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, μετά από δεκαετίες δικομματικής εναλλαγής, «κουτσάθηκαν» στην κούρσα της αστικής διαχείρισης και πλέον είναι ανίκανα να υπηρετήσουν την αστική τάξη με αυτοδύναμες κυβερνήσεις, ακόμα και με μεταξύ τους συγκυβέρνηση. Άρα, κάτι «άλλο» πρέπει να φτιαχτεί για να τα αντικαταστήσει και αυτό είναι το – δοκιμασμένο στην υπόλοιπη Ευρώπη – δίπολο «κεντροδεξιάς - κεντροαριστεράς».
Πρώτη έγνοια των επιτελείων του συστήματος ήταν και παραμένει να ανακόψουν την τάση ριζοσπαστικοποίησης πλατιών λαϊκών στρωμάτων και να εμποδίσουν τη συνάντησή τους με την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ. Ταυτόχρονα, να αντιστρέψουν το κλίμα δυσαρέσκειας απέναντι στην ΕΕ, για να θωρακίσουν την πολιτική του ευρωμονόδρομου, την οποία πολεμάει το ΚΚΕ και υπηρετούν όλα τα αστικά κόμματα και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο άλλος δρόμος ανάπτυξης, – που στο κέντρο του θα έχει την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών και όχι τα κέρδη των καπιταλιστών και που αντικειμενικά προβάλλει σαν αναγκαιότητα για λαϊκή ευημερία, – θέλουν να εξαλειφθεί από τον προβληματισμό εκείνων των λαϊκών ανθρώπων, που μαζί με την εγκατάλειψη του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, δείχνουν διάθεση να χειραφετηθούν.
Πού βρισκόμαστε σήμερα; Μια ισχυρή μερίδα της αστικής τάξης έχει επιλέξει σαν μοχλό για την αναμόρφωση του αστικού συστήματος την κεντροαριστερά με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για το πιο «ανοιχτομάτικο» κομμάτι των αστών, που αξιοποιούν την πείρα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες και μεθοδεύουν κεντροαριστερή κυβερνητική λύση, για να προωθήσουν ευκολότερα στρατηγικού χαρακτήρα αντιλαϊκές ανατροπές, ανεξάρτητα από μνημόνια και δανειακές συμβάσεις.
Ταυτόχρονα, όμως, αντιλαμβάνονται τη χρησιμότητα της κεντροαριστερής διαχείρισης μπροστά στο ενδεχόμενο να βαθύνει κι άλλο η κρίση στην Ελλάδα και στη Ευρωζώνη και η ελληνική καπιταλιστική οικονομία να περάσει σε φάση ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας. Ποια κυβέρνηση μπορεί να διαχειριστεί καλύτερα ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Μια κυβέρνηση της κεντροδεξιάς, με ολίγον από ΠΑΣΟΚ, θα δυσκολευτεί να κουμαντάρει τις γενικευμένες λαϊκές αντιδράσεις και θα αποτελέσει κόκκινο πανί για το κίνημα. Αντίθετα, μια κεντροαριστερή κυβέρνηση, με «αριστερή» φρασεολογία και με άλλοθι τις «καλές προθέσεις», θα είναι ευκολότερο να καλλιεργήσει στάση ανοχής και αναμονής στο κίνημα και άρα να δώσει χρόνο στην αστική τάξη να προσαρμοστεί καλύτερα στις νέες συνθήκες που θα δημιουργήσει μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία. Με δεδομένα τα παραπάνω, καλλιεργήθηκε τις τελευταίες μέρες πριν τις εκλογές της 6ης Μάη ένα ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, σαν εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, ή στη συγκυβέρνηση των δύο.
Για πρώτη φορά, εδώ και δεκαετίες, αστικά ΜΜΕ με περγαμηνές στη συκοφάντηση των εργατικών - λαϊκών αγώνων και με συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα από πίσω τους, - ακόμα και η κρατική τηλεόραση, - άσκησαν προεκλογικά σφοδρή κριτική στο ΠΑΣΟΚ και στη ΝΔ. Όχι βέβαια για την αντιλαϊκή πολιτική τους, αλλά για την αδυναμία να περάσουν ταχύτερα τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις και να ρίξουν το κίνημα στο καναβάτσο. Κατήγγειλαν, μάλιστα, εν χορώ τα δύο κόμματα ότι η ολιγωρία τους, για παράδειγμα στις ιδιωτικοποιήσεις, στο άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, στην παραπέρα ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας και στην αναμόρφωση της φορολογίας προς όφελος των μεγαλοεπιχειρηματιών, στην ισοπέδωση ότι έχει απομείνει όρθιο από κοινωνικές παροχές και δαπάνες, ευθύνονται για τα μέτρα λιτότητας και τα σφιχτά μνημόνια. Άρα, μια άλλη διαχείριση, θα μπορούσε τάχα να γλιτώσει το λαό από τα μνημόνια και ταυτόχρονα να προωθήσει τα μέτρα εκείνα που προβλέπονται από τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ και τις δανειακές συμβάσεις. Πάνω εκεί οικοδομήθηκε το παραμύθι της «ανάπτυξης», που παρουσιάστηκε παραπλανητικά και από τον ΣΥΡΙΖΑ σαν το αντίδοτο τάχα στα μέτρα λιτότητας.
Μετακομίσεις από το ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ
Ακολουθώντας και ενισχύοντας αυτό το ρεύμα, μεγάλος αριθμός συνδικαλιστών και στελεχών του ΠΑΣΟΚ, κύρια από τις πρώην ΔΕΚΟ, τη Δημόσια Διοίκηση και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, κατευθύνθηκε οργανωμένα στον ΣΥΡΙΖΑ, επηρεάζοντας, με τη στάση τους εργατικές συνειδήσεις που έχουν φτάσει στο αμήν και ψάχνουν να πιαστούν από τα μαλλιά τους, προσδοκώντας εδώ και τώρα λύση στα οξυμένα προβλήματά τους. Η μετακίνηση αυτή δεν κρύβει από πίσω καμιά συνωμοσία. Έγινε στο έδαφος της οξυμένης λαϊκής δυσαρέσκειας για την πολιτική κύρια του ΠΑΣΟΚ και με δεδομένο ότι ιδεολογικά βρίσκονταν πιο κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ απ' ότι σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα.
Πριν από αυτούς, είχαν μετακινηθεί στον ΣΥΡΙΖΑ πολιτικά στελέχη που υπηρέτησαν το ΠΑΣΟΚ από επιτελικές θέσεις. Τέτοιοι είναι, για παράδειγμα, τα μέλη του «Ρεύματος της Κοινωνικής Αριστεράς», όπως ο Γιώργος Ραυτόπουλος, πρόεδρος της ΓΣΕΕ την περίοδο 1983 - '89, που είχε ταχθεί με τον Άκη Τσοχατζόπουλο. Ακόμη, ο Αντώνης Κοτσακάς, πρώην υπουργός των κυβερνήσεων Ανδρέα Παπανδρέου και γραμματέας οργανωτικού του ΠΑΣΟΚ από το 1989 έως και το 1993 και ο Γιάννης Γκόβας, παλαιός συνδικαλιστής της «Πειραϊκής - Πατραϊκής», εκλεγμένος δημοτικός σύμβουλος Πάτρας με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ, ο Φωτόπουλος, πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ-ΔΕΗ, κ.ά. Στον ΣΥΡΙΖΑ εγκαταστάθηκε και ο Π. Κουρουμπλής, ο οποίος, με τον Ν. Κοτζιά, συμμετείχαν στην «Ενωτική Κίνηση», ένα ακόμη «ρεύμα» που δημιουργήθηκε το 2011 από πρώην βουλευτές και στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Σύμφωνα με δημοσιεύματα, ο Ν. Κοτζιάς, στενός συνεργάτης παλαιότερα του Θ. Πάγκαλου και αργότερα του Γ. Παπανδρέου, είχε συζητήσεις με τον Α. Τσίπρα για οικονομικά και διπλωματικά θέματα πριν από τις εκλογές της 6ης Μάη.
Η κινητικότητα ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ εντάθηκε μετά τις εκλογές, οπότε απογειώθηκε στην κυριολεξία και η υποστήριξη στον ΣΥΡΙΖΑ από την κρατική τηλεόραση και συγκεκριμένα εκδοτικά συγκροτήματα, όπως αυτό της «Αυριανής» του Κουρή. Η Λούκα Κατσέλη, - Υπουργός και από τους αρχιτέκτονες του 1ου μνημονίου, - προστέθηκε πρόσφατα και επίσημα στους συνεργαζόμενους με τον ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης, ο Γ. Σταθάς, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Λιβαδειάς, ενώ λέγεται ότι και ο Β. Χωραφάς, σύμβουλος κάποτε του Άκη Τσοχατζόπουλου, είναι στα επιτελεία του ΣΥΡΙΖΑ. Πριν από λίγες μέρες, 127 στελέχη του ΠΑΣΟΚ εξέφρασαν την υποστήριξή τους στον ΣΥΡΙΖΑ. Στην πλειοψηφία τους είναι μέλη του «Ρεύματος Νέων Σοσιαλιστών» και, όπως γράφτηκε στον Τύπο, συνδέονται με τον Δ. Σακελλάρη, ο οποίος παραιτήθηκε προ εβδομάδων από το Πολιτικό Συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ και τώρα φέρεται να συζητά με τον ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για στελέχη που είχαν διαχρονικά προνομιακές σχέσεις με τον Άκη Τσοχατζόπουλο, αλλά και την Λούκα Κατσέλη.
Όπως αποκαλύφθηκε την περασμένη βδομάδα, στους θιασώτες του ΣΥΡΙΖΑ είναι και ο Κ. Λαλιώτης. Σε επιστολή με την οποία προσπαθεί να διαψεύσει δημοσίευμα που τον ήθελε να έχει ρόλο συμβούλου του Αλ. Τσίπρα, επί της ουσίας επιβεβαιώνει την ιδεολογική και πολιτική του συγγένεια με τον ΣΥΡΙΖΑ, γράφοντας μάλιστα ότι στόχος του ήταν πάντα η «σύγχρονη, πολυκομματική και ριζοσπαστική Κυβερνώσα Κεντροαριστερά με αδιαπραγμάτευτο Ευρωπαϊκό προσανατολισμό».
Θέλουν αποδυνάμωση του ΚΚΕ
Η αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος θα ενταθεί το επόμενο διάστημα. Η αστική τάξη καταλαβαίνει ότι ΠΑΣΟΚ - ΝΔ τέλειωσαν και πως πρέπει να διαμορφώσουν νέα κόμματα. Δίνουν την τελευταία πίστωση χρόνου στη ΝΔ, η οποία, όμως, δεν πρόκειται να σταθεί, επειδή διευρύνθηκε με την Μπακογιάννη, απορρόφησε τον ΛΑ.Ο.Σ. κι επειδή θα πάρει ένα κομμάτι απ' το κόμμα του Καμμένου. Το σύστημα καταλαβαίνει ότι δεν τραβάει η ΝΔ, επειδή ξεσκεπάστηκε στο λαό.
Πάνω απ' όλα, τα αστικά επιτελεία έχουν αποφασίσει να φτιάξουν νέα σοσιαλδημοκρατία και αυτό φανερώνει η κινητικότητα στον πόλο της «κεντροαριστεράς». Σε μια πορεία, ένα μεγάλο κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ θα ενωθεί με ένα κομμάτι του ΠΑΣΟΚ και θα γίνει το νέο ΠΑΣΟΚ με άλλο όνομα. Ένα άλλο κομμάτι των δήθεν αριστερών, θα σταθεί εκεί και - ενδεχομένως με άλλες εξωκοινοβουλευτικές ομάδες - θα παίξει το ρόλο που έπαιζε ο Συνασπισμός ως ανάχωμα προς το ΚΚΕ.
Αυτά είναι τα σχέδια, με τα οποία προσπαθούν να κρατήσουν μαντρωμένο το λαό στην αστική διαχείριση, αποδυναμώνοντας το ΚΚΕ. Σε ότι αφορά το ΚΚΕ, ο λαός μπορεί να είναι σίγουρος ότι δε θα τον προδώσει, δε θα τον εγκαταλείψει ποτέ. Στο χέρι της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων είναι να βάλουν εμπόδια στα σχέδια των αστικών επιτελείων, αλλάζοντας την ψήφο του στις 17 Ιούνη, δίνοντας δύναμη στο ΚΚΕ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.