Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2011

Τρεις ερωτήσεις του Στ. Κωνσταντινίδη

1) Προς τους Υπουργούς: Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Οικονομικών
Θέμα: Προκήρυξη μέτρων Κρατικών Ενισχύσεων(Ιδιωτικών Επενδύσεων) του Άξονα 3 του Π.Α.Α. της Ελλάδας 2007-2013
Στις 1-11-2010 έληξε η προθεσμία υποβολής προτάσεων για τα μέτρα κρατικών ενισχύσεων του Άξονα 3 του Π.Α.Α της Ελλάδας 2007-2013.
Η Δημόσια Δαπάνη που προκηρύχθηκε για τα μέτρα 311, 312, 313 και αφορούσε στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας ήταν συνολικά 17,0 εκατ. ευρώ. Για την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας υποβλήθηκαν συνολικά 42 Φάκελοι Υποψηφιότητας με συνολική αιτούμενη Δημόσια Δαπάνη 6,3 εκατ. ευρώ. Στις σημερινές δύσκολες συνθήκες η υλοποίηση των εγκρινόμενων επενδυτικών σχεδίων μπορεί να βοηθήσει στην τόνωση των τοπικών οικονομιών στις ορεινές και μειονεκτικές περιοχές της Ελληνικής Περιφέρειας, καθώς και στην τόνωση της Εθνικής Οικονομίας με την ενίσχυση του ζητούμενου που δεν είναι τίποτα άλλο από την ανάπτυξη.
Κατόπιν τούτων ερωτώνται οι αρμόδιοι Υπουργοί:
1) Πότε θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση των προτάσεων που υποβλήθηκαν;
2) Θα δοθεί η δυνατότητα στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας να αξιοποιήσει τους πόρους της και να μη μεταφερθούν σε άλλες Περιφέρειας της χώρας, για τους οποίους δεν εκδηλώθηκε ενδιαφέρον στο πλαίσιο της 1ης αυτής Προκήρυξης καθόσον η υποβολή προτάσεων σε μία περίοδο που δεν λειτουργούσαν οι προβλεπόμενοι Υποστηρικτικοί Μηχανισμοί, δεδομένου ότι προκηρύχθηκαν αργότερα, είχε σαν αποτέλεσμα τη μειωμένη μόχλευση στις Ειδικές Ζώνες εφαρμογής των ανωτέρω Μέτρων του Άξονα 3 του ΠΑΑ και επομένως στις δεδομένες συνθήκες ιδιαίτερης δημοσιονομικής ανασφάλειας, τη μειωμένη ζήτηση για επενδυτικές πρωτοβουλίες;
3) Θα προωθηθεί για τους ανωτέρω λόγους, το ταχύτερο δυνατόν, η άμεση Προκήρυξη των Μέτρων του Άξονα 3 που είτε δεν ενεργοποιήθηκαν ακόμη, είτε ενεργοποιήθηκαν αλλά δεν εκδηλώθηκε το αναμενόμενο ενδιαφέρον, όπως προαναφέρθηκε;

2) Προς τον Υπουργό Οικονομικών
Θέμα: Εφαρμογή ενιαίου μισθολογίου

Ο κ. Βενιζέλος σε δηλώσεις του για το ενιαίο μισθολόγιο πριν τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου είπε ότι από το ενιαίο μισθολόγιο δε θα επηρεαστεί το 80% των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ το 10% θα ωφεληθεί με αυξήσεις της τάξης του 7%. Στο Υπουργικό Συμβούλιο παρουσίασε τα παρακάτω στοιχεία: το 14,5% των υπαλλήλων θα υποστεί μεγάλες μειώσεις, δεν αλλάζει η μισθολογική κατάσταση για το 78% των υπαλλήλων και θα υπάρξει μικρή αύξηση για το 7,5% των υπαλλήλων.
Δεν ξεκαθαρίζει όμως, όταν μιλάει για αυξήσεις και διατήρηση των μισθών στα ίδια επίπεδα, εάν εννοεί το βασικό μισθό ή τις συνολικές αποδοχές των υπαλλήλων.
Για παράδειγμα, δημόσιος υπάλληλος, βάσει πραγματικών στοιχείων από τη βεβαίωση των μηνιαίων αποδοχών του, με μισθολογικό κλιμάκιο 12, παίρνει βασικό μισθό 1035 ευρώ.
Προσθέτοντας το επίδομα γάμου 35 ευρώ, το επίδομα περιοχής 97,15 ευρώ, προσωπική διαφορά 102 ευρώ και κίνητρο απόδοσης 64 ευρώ, έχει γενικό σύνολο αποδοχών 1333,15 ευρώ και μετά τις κρατήσεις λαμβάνει καθαρά 1053,60 ευρώ το μήνα.
Αν λοιπόν διατηρηθεί ο βασικός του μισθός στα ίδια επίπεδα ή αυξηθεί κατά 7% και κοπεί ένα ή παραπάνω από τα επιδόματα τότε οι συνολικές μηνιαίες αποδοχές θα μειωθούν.
Σε αυτήν την περίπτωση οι εξαγγελίες του Υπουργού θα αποδειχθούν ψευδείς, άρα οι διευκρινήσεις, οι οποίες δεν έχουν δοθεί, είναι απαραίτητες και επειδή δεν έχουν δοθεί μέχρι σήμερα δημιουργούν εύλογα καχυποψία.
Κατόπιν τούτων ερωτάται ο αρμόδιος Υπουργός:
1) Οι ανακοινώσεις για διατήρηση στα ίδια επίπεδα ή για αύξηση 7% των μισθών του 85,5% των δημοσίων υπαλλήλων αφορά τις συνολικές μηνιαίες αποδοχές ή μόνο το βασικό μισθό;

3) Προς τον Υπουργό Οικονομικών
Θέμα: Κίνδυνος μη καταβολής του εφάπαξ στους συνταξιούχους της ΔΕΗ, της κύριας σύνταξης τους και των ιατροφαρμακευτικών δαπανών

Με το Ν. 2773/1999, επί Υπουργίας του σημερινού Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Βενιζέλου, δημιουργήθηκε ο νέος φορέας ασφάλισης ΟΑΠ – ΔΕΗ και με την αναλογιστική μελέτη που συντάχθηκε από τις εταιρείες WYATT και PRYDENTIAL προσδιορίστηκε και εκτιμήθηκε η ενσωματωμένη περιουσία του φορέα, δηλαδή των ασφαλισμένων, στη ΔΕΗ.
Σύμφωνα με αυτό, το κράτος, αναγνωρίζοντας την ύπαρξη της ενσωματωμένης περιουσίας της ΔΕΗ, ανέλαβε να υποκαταστήσει τη ΔΕΗ στις υποχρεώσεις και να αποδίδει κάθε χρόνο στον ασφαλιστικό φορέα των εργαζομένων το ποσό που χρειάζεται για να καλύπτονται οι ανάγκες του.
Το ποσό αυτό είναι η αντιπαροχή έναντι της ενσωματωμένης περιουσίας των εργαζομένων στη ΔΕΗ και αφαιρείται κάθε φορά από αυτήν την περιουσία.
Για τις ανάγκες του 2011 εγγράφηκαν στον Κρατικό Προϋπολογισμό 300 εκατομμύρια ευρώ λιγότερα από τις προϋπολογισθείσες ανάγκες.
Ήδη τα χρέη σε εργαζομένους για την καταβολή του εφάπαξ ανέρχονται περίπου στα 120 εκατομμύρια ευρώ εκ των οποίων τα 87 εκατομμύρια αφορούν όσους βγήκαν στη σύνταξη το 2010.
Ταυτόχρονα οι φαρμακοποιοί δεν έχουν πληρωθεί για τη φαρμακευτική δαπάνη των συνταξιούχων της ΔΕΗ και έπαψαν να χορηγούν φάρμακα με την έκπτωση με αποτέλεσμα οι συνταξιούχοι να αναγκάζονται να καταβάλλουν όλο το αντίτιμο και σε πολλές περιπτώσεις όλη τη σύνταξη τους για πολυέξοδες θεραπείες και ακριβά φάρμακα.
Ορατός πλέον είναι και ο κίνδυνος για την ομαλή συνέχιση καταβολής της κύριας σύνταξης τους επόμενους μήνες.
Η κυβέρνηση βέβαια εκβιαστικά μπορεί να εξαναγκάζει τους πολίτες να πληρώνουν διαρκώς για να καλυφθούν οι μαύρες τρύπες της αδιέξοδης οικονομικής της πολιτικής ακόμα και με τα πιο άδικα και φορομπηχτικά μέτρα, όπως με τη διακοπή του ρεύματος σε όσους δεν θα καταφέρουν να βρουν τα χρήματα για να πληρώσουν το ειδικό τέλος στα ακίνητα, οι πολίτες όμως δεν έχουν τέτοια μέσα για να εξαναγκάσουν την κυβέρνηση να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της απέναντι τους και σε αυτά που νόμιμα δικαιούνται και έχουν ήδη πληρώσει στην προκειμένη περίπτωση από τις εισφορές τους όλα τα χρόνια που εργάστηκαν.
Κατόπιν τούτων ερωτάται ο αρμόδιος Υπουργός:
1) Θα καταβάλλει τα ποσά που υποχρεούται να καταβάλλει από το Νόμο η κυβέρνηση ή θα αφήσει τους συνταξιούχους της ΔΕΗ χωρίς εφάπαξ, χωρίς σύνταξη και χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.