Περίσσεψαν τα πανηγύρια από την πλευρά των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια για την ενίσχυση της «γυναικείας επιχειρηματικότητας» για προγράμματα, για επιχειρήσεις.
Ποια όμως είναι η αλήθεια;
Η ενίσχυση της «γυναικείας επιχειρηματικότητας» είναι πολιτική της ΕΕ και κατ’ επέκταση όλων των κυβερνήσεων και των κομμάτων που συναποφασίζουν και εφαρμόζουν αυτήν την πολιτική. Την «επενδύουν» μάλιστα με τη γνωστή ιδεολογία τους περί «ισότητας». Δίνουν στην ισότητα των δύο φύλων το περιεχόμενο που τους εξυπηρετεί, την συνδέουν με την ίση εκπροσώπηση γυναικών και ανδρών στη διοίκηση των επιχειρήσεων. Έτσι, εμφανίζονται και τα γνωστά προγράμματα ΕΣΠΑ με τις παρεμβάσεις για την ενίσχυση της σταδιοδρομίας των γυναικών σε ανώτατες διοικητικές διευθυντικές θέσεις.
Τα προγράμματα «γυναικείας επιχειρηματικότητας» της ΕΕ προβάλλουν ως πρότυπα γυναίκες επιχειρηματίες, ιδιοκτήτριες, μεγαλομετόχους και ανώτερα στελέχη καπιταλιστικών επιχειρήσεων και καλλιεργούν αυταπάτες ότι και μια γυναίκα του μεροκάματου μπορεί ν’ ακολουθήσει παρόμοιο δρόμο.
Η «γυναικεία επιχειρηματικότητα» δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα που βιώνουν χιλιάδες αυτοαπασχολούμενες που βουλιάζουν στα χρέη και προσπαθούν απεγνωσμένα να κρατήσουν την επιχείρησή τους ανοιχτή για να μη βρεθούν οι ίδιες άνεργες.
Τα διάφορα επιδοτούμενα προγράμματα γίνονται για να συγκαλύψουν τη διογκούμενη ανεργία και τη μακροχρόνια ανεργία στις γυναίκες και ιδιαίτερα στις νέες γυναίκες, που όμως ούτε την ανεργία μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν, ούτε ν’ αντιστρέψουν τον κύκλο της καπιταλιστικής κρίσης και τις επιπτώσεις που έχει σε χιλιάδες εργαζόμενες και αυτοαπασχολούμενες.
Η άνεργη γυναίκα που θ’ ανοίξει μια επιχείρηση αργά ή γρήγορα θα έρθει αντιμέτωπη με τεράστιες δυσκολίες για ν’ αντεπεξέλθει στα υπέρογκα έξοδά της. Εκ των πραγμάτων θα πρέπει να βάζει επιπρόσθετα από τα επιδοτούμενα κεφάλαια για ν’ αντέξει στον ανταγωνισμό, ενώ δύσκολα θα μπορεί να εξασφαλίζει ένα ικανοποιητικό εισόδημα για την ίδια και την οικογένειά της. Η πείρα έχει δείξει ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία αναγκάζονται να κλείσουν την επιχείρηση και να βρεθούν καταχρεωμένες στις τράπεζες και τους προμηθευτές.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των γυναικείων συνεταιρισμών• ιδιαίτερα των γυναικείων αγροτουριστικών συνεταιρισμών που οδηγήθηκαν είτε στο οριστικό κλείσιμό τους αφήνοντας τις γυναίκες άνεργες και χρεωμένες είτε αγοράστηκαν από κάποια μέλη των συνεταιρισμών κι έγιναν ατομικές επιχειρήσεις ανεξάρτητα του τίτλου που μπορεί να διατηρούν.
Συνέπεια όλων αυτών των προγραμμάτων που απορρέουν από την πολιτική της ΕΕ και των κυβερνήσεων του ευρωμονόδρομου είναι ο εγκλωβισμός της συνείδησης των αυτοαπασχολούμενων γυναικών μακριά από τις πραγματικές αιτίες που δημιουργούν τα προβλήματά τους. Οι αυταπάτες που καλλιεργήθηκαν και καλλιεργούνται συστηματικά έρχονται να προστεθούν στην κυρίαρχη αυταπάτη που επικρατεί στο χώρο των αυτοαπασχολούμενων ότι μπορεί μια μικρή επιχείρηση να επιβιώσει στον ανταγωνισμό των μονοπωλίων.
Η καπιταλιστική οικονομική κρίση αποδεικνύει τα ιστορικά ξεπερασμένα όρια του καπιταλιστικού συστήματος. Η όποια έξοδος από αυτή θα γίνει σε όφελος των μονοπωλίων, τσακίζοντας βάρβαρα μαζί με τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες και τους αυτοαπασχολούμενους και τις αυτοαπασχολούμενες που δεν μπορούν ν’ αντέξουν και κλείνουν τα μαγαζιά τους κατά χιλιάδες.
Τα προβλήματα των αυτοαπασχολούμενων γυναικών θα διογκώνονται και δεν πρέπει να υποκύψουν στην απάτη της «καλής διαχείρισης» του καπιταλισμού, ότι δήθεν μπορεί να τους λύσει τα προβλήματα με τα μονοπώλια δίπλα τους να ελέγχουν την οικονομία. Στις αυταπάτες και στην κοροϊδία της «γυναικείας επιχειρηματικότητας» να απαντήσουν παίρνοντας θέση στην οργανωμένη πάλη για να αναχαιτίσουν την αντιλαϊκή επίθεση. Να βάλουν εμπόδια στα μέτρα που τις οδηγούν στην ανεργία και στη φτώχεια, να παλέψουν για την ανατροπή της πολιτικής που τις καταδικάζει να πληρώνουν οι ίδιες και οι οικογένειές τους την κρίση του καπιταλισμού.
Χρειάζεται να συνειδητοποιηθεί από τις φτωχές αυτοαπασχολούμενες αυτή η πραγματικότητα και ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την πάλη ενάντια στα μονοπώλια και την εξουσία τους.
Σύλλογος Γυναικών Φλώρινας,
Μέλος ΟΓΕ
Η ενίσχυση της «γυναικείας επιχειρηματικότητας» είναι πολιτική της ΕΕ και κατ’ επέκταση όλων των κυβερνήσεων και των κομμάτων που συναποφασίζουν και εφαρμόζουν αυτήν την πολιτική. Την «επενδύουν» μάλιστα με τη γνωστή ιδεολογία τους περί «ισότητας». Δίνουν στην ισότητα των δύο φύλων το περιεχόμενο που τους εξυπηρετεί, την συνδέουν με την ίση εκπροσώπηση γυναικών και ανδρών στη διοίκηση των επιχειρήσεων. Έτσι, εμφανίζονται και τα γνωστά προγράμματα ΕΣΠΑ με τις παρεμβάσεις για την ενίσχυση της σταδιοδρομίας των γυναικών σε ανώτατες διοικητικές διευθυντικές θέσεις.
Τα προγράμματα «γυναικείας επιχειρηματικότητας» της ΕΕ προβάλλουν ως πρότυπα γυναίκες επιχειρηματίες, ιδιοκτήτριες, μεγαλομετόχους και ανώτερα στελέχη καπιταλιστικών επιχειρήσεων και καλλιεργούν αυταπάτες ότι και μια γυναίκα του μεροκάματου μπορεί ν’ ακολουθήσει παρόμοιο δρόμο.
Η «γυναικεία επιχειρηματικότητα» δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα που βιώνουν χιλιάδες αυτοαπασχολούμενες που βουλιάζουν στα χρέη και προσπαθούν απεγνωσμένα να κρατήσουν την επιχείρησή τους ανοιχτή για να μη βρεθούν οι ίδιες άνεργες.
Τα διάφορα επιδοτούμενα προγράμματα γίνονται για να συγκαλύψουν τη διογκούμενη ανεργία και τη μακροχρόνια ανεργία στις γυναίκες και ιδιαίτερα στις νέες γυναίκες, που όμως ούτε την ανεργία μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν, ούτε ν’ αντιστρέψουν τον κύκλο της καπιταλιστικής κρίσης και τις επιπτώσεις που έχει σε χιλιάδες εργαζόμενες και αυτοαπασχολούμενες.
Η άνεργη γυναίκα που θ’ ανοίξει μια επιχείρηση αργά ή γρήγορα θα έρθει αντιμέτωπη με τεράστιες δυσκολίες για ν’ αντεπεξέλθει στα υπέρογκα έξοδά της. Εκ των πραγμάτων θα πρέπει να βάζει επιπρόσθετα από τα επιδοτούμενα κεφάλαια για ν’ αντέξει στον ανταγωνισμό, ενώ δύσκολα θα μπορεί να εξασφαλίζει ένα ικανοποιητικό εισόδημα για την ίδια και την οικογένειά της. Η πείρα έχει δείξει ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία αναγκάζονται να κλείσουν την επιχείρηση και να βρεθούν καταχρεωμένες στις τράπεζες και τους προμηθευτές.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των γυναικείων συνεταιρισμών• ιδιαίτερα των γυναικείων αγροτουριστικών συνεταιρισμών που οδηγήθηκαν είτε στο οριστικό κλείσιμό τους αφήνοντας τις γυναίκες άνεργες και χρεωμένες είτε αγοράστηκαν από κάποια μέλη των συνεταιρισμών κι έγιναν ατομικές επιχειρήσεις ανεξάρτητα του τίτλου που μπορεί να διατηρούν.
Συνέπεια όλων αυτών των προγραμμάτων που απορρέουν από την πολιτική της ΕΕ και των κυβερνήσεων του ευρωμονόδρομου είναι ο εγκλωβισμός της συνείδησης των αυτοαπασχολούμενων γυναικών μακριά από τις πραγματικές αιτίες που δημιουργούν τα προβλήματά τους. Οι αυταπάτες που καλλιεργήθηκαν και καλλιεργούνται συστηματικά έρχονται να προστεθούν στην κυρίαρχη αυταπάτη που επικρατεί στο χώρο των αυτοαπασχολούμενων ότι μπορεί μια μικρή επιχείρηση να επιβιώσει στον ανταγωνισμό των μονοπωλίων.
Η καπιταλιστική οικονομική κρίση αποδεικνύει τα ιστορικά ξεπερασμένα όρια του καπιταλιστικού συστήματος. Η όποια έξοδος από αυτή θα γίνει σε όφελος των μονοπωλίων, τσακίζοντας βάρβαρα μαζί με τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες και τους αυτοαπασχολούμενους και τις αυτοαπασχολούμενες που δεν μπορούν ν’ αντέξουν και κλείνουν τα μαγαζιά τους κατά χιλιάδες.
Τα προβλήματα των αυτοαπασχολούμενων γυναικών θα διογκώνονται και δεν πρέπει να υποκύψουν στην απάτη της «καλής διαχείρισης» του καπιταλισμού, ότι δήθεν μπορεί να τους λύσει τα προβλήματα με τα μονοπώλια δίπλα τους να ελέγχουν την οικονομία. Στις αυταπάτες και στην κοροϊδία της «γυναικείας επιχειρηματικότητας» να απαντήσουν παίρνοντας θέση στην οργανωμένη πάλη για να αναχαιτίσουν την αντιλαϊκή επίθεση. Να βάλουν εμπόδια στα μέτρα που τις οδηγούν στην ανεργία και στη φτώχεια, να παλέψουν για την ανατροπή της πολιτικής που τις καταδικάζει να πληρώνουν οι ίδιες και οι οικογένειές τους την κρίση του καπιταλισμού.
Χρειάζεται να συνειδητοποιηθεί από τις φτωχές αυτοαπασχολούμενες αυτή η πραγματικότητα και ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την πάλη ενάντια στα μονοπώλια και την εξουσία τους.
Σύλλογος Γυναικών Φλώρινας,
Μέλος ΟΓΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.