Της Ντίνας Σύρπου
Ο λόγος του είναι βαθιά πνευματικός. Ήπιος. «Ποτισμένος», από την αγάπη του Χριστού, δίχως εξάρσεις ή αγκυλώσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι οι λέξεις που κυριαρχούν στις απόψεις αλλά και στη θεωρία ζωής που διατυπώνει, εμπεριέχουν τις έννοιες αλήθεια, ταπείνωση, αναγνώριση σφάλματος, μετάνοια.
Άνθρωπος που έχει το θάρρος της γνώμης, λίγες ώρες πριν από την ενθρόνισή του, ο νέος μητροπολίτης Νέας Κρήνης- Καλαμαριάς, Ιουστίνος δεν διστάζει να μιλήσει στο protoplano.gr για όλους και για όλα. Αναφέρεται στα αίτια της κρίσης που βιώνουμε και τις διόλου τυχαίες, όπως θεωρεί, επιθέσεις που δέχθηκε η εκκλησία, τα χρόνια πριν από το ξέσπασμά της. Υπογραμμίζει, με συγκίνηση, την τύχη που είχε να ζήσει δίπλα σε δύο «άγιους», όπως τους αποκαλεί, ανθρώπους, σαν τον μακαριστό, Αυγουστίνο Καντιώτη και τον μητροπολίτη Φλώρινας, Θεόκλητο ενώ χαρακτηρίζει «επέμβαση Θεού» την εκλογή Ιερώνυμου στην ηγεσία της ελληνικής εκκλησίας.
Παράλληλα, κάνει εκτενή αναφορά στο δρόμο που εκτιμά ότι θα πρέπει να ακολουθούν οι ιεράρχες για να προσεγγίζουν τους νέους ανθρώπους, εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο θα προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τη φτώχεια των πιστών του ποιμνίου του, ενώ δεν αρνείται να τοποθετηθεί ακόμη και για το gay pride.
Δείτε τη συνέντευξη του νέου μητροπολίτη Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς, Ιουστίνου:
Σεβασμιότατε, αναλαμβάνετε τη Μητρόπολη Νέας Κρήνης- Καλαμαριάς σε μία δύσκολη συγκυρία για την ελληνική οικονομία αλλά κυρίως για την ελληνική κοινωνία. Πολλοί συμπολίτες μας αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αφού δυσκολεύονται για να διασφαλίσουν ακόμη και τα προς το ζην. Με ποιο τρόπο σχεδιάζετε να βοηθήσετε τον κόσμο που υποφέρει;
«Είναι αλήθεια ότι, όπως και εσείς διαπιστώνετε, η κοινωνική κατάσταση στην πατρίδα μας έχει φθάσει στο απροχώρητο και η πείνα κτυπάει την πόρτα όλων μας. Σ’ αυτή την προσπάθεια για την εξάλειψη της πείνας πρωτοστατεί η εκκλησία της Ελλάδας. Μία πρώτη σκέψη μας είναι να εργαστούμε και εμείς – όπως το έκαναν και άλλες μητροπόλεις με μεγάλη επιτυχία – για τη δημιουργία κοινωνικών παντοπωλείων, συσσιτίων και κοινωνικών φαρμακείων ώστε να καταφέρουμε να θεραπεύσουμε, κάπως, τις ανάγκες των φτωχών. Ξέρουμε βέβαια ότι με το να δώσεις ένα πιάτο φαγητό ή κάποια φάρμακα δεν επιλύεις το βασικό πρόβλημα της φτώχειας και της πείνας αλλά τουλάχιστον δίνεις μία διέξοδο στην τρέχουσα καθημερινότητα των ανθρώπων, που είναι ασφυκτική».
Ο κόσμος, μ’ όλες αυτές τις δυσκολίες που περνά, έχει επιστρέψει στην εκκλησία; Αναζητεί στην πνευματικότητα, κάποιο συναισθηματικό ή ψυχολογικό καταφύγιο;
«Δεν θέλω να πιστεύω ότι οι άνθρωποι γυρνούν από ανάγκη προς το Θεό. Δεν μου αρέσει προσωπικά. Θεωρώ ότι ο άνθρωπος πρέπει να θέλει να επιστρέψει προς το Θεό γιατί πεινάει και διψάει πνευματικά. Όχι σωματικά. Άλλωστε, αν η επιστροφή αυτή στηρίζεται σε ανταλλάγματα, δεν θα έχει στέρεες βάσεις και πολύ εύκολα μπορεί να τον αρνηθεί για λίγο περισσότερο φαγητό. Θα ήθελα η επιστροφή να είναι συνειδητή, αληθινή, βαθιά, ειλικρινής και να εμπεριέχει μετάνοια. Ο άνθρωπος θα πρέπει να αισθανθεί ότι ήταν αποτέλεσμα της αστοχίας και της αμαρτίας του έναντι του Θεού όλο αυτό που βιώνουμε σήμερα. Θα επαναλάβω κι εγώ, αυτό που ως κλισέ ακούγεται από αρκετούς πνευματικούς ανθρώπους του τόπου μας, ότι η κρίση αυτή δεν είναι οικονομική αλλά αποτέλεσμα μίας βαθύτερης πνευματικής και υπαρξιακής κρίσης που βίωσε το νεοελληνικό κράτος από το ’74 και μετά. Η μεταπολίτευση νομίζω ότι δεν έστρεψε το ενδιαφέρον της προς τις παραδοσιακές αξίες. Και δεν μιλώ εκφράζοντας κάποια ιδεολογική ή πολιτική τοποθέτηση. Εγώ είμαι επίσκοπος χριστιανός ορθόδοξος. Παιδιά μου είναι όλοι, δεξιοί , αριστεροί, όλοι είναι κάτω από τις πτέρυγες της εκκλησίας. Μιλώ για τον Έλληνα, τον άνθρωπο Έλληνα που έστρεψε τα ενδιαφέροντά του μακριά από το Θεό και την εκκλησία. Να τα αποτελέσματα. Χωρίς Θεό, έλεγε ο Ντοστογιέφσκι, όλα επιτρέπονται. Ορίστε λοιπόν, χωρίς Θεό εκτράπησαν όλα και βλέπετε σήμερα τα αποτελέσματα»
Πιστεύετε ότι για να προσεγγίσει η εκκλησία τους νέους ανθρώπους πρέπει να κάνει το λόγο της πιο οικείο, πιο σύγχρονο, πιο προσιτό;
«Πιο αληθινό. Ο λόγος βέβαια της εκκλησίας είναι από τη φύση του αληθινός αφού βγήκε από τα αδιάψευστα χείλη του Χριστού. Κι εμείς, όμως, που είμαστε οι εκφορείς του λόγου του, εμείς οι κληρικοί, να γίνουμε πιο αληθινοί, να ανακαλύψουμε τον έσω άνθρωπο γιατί καμιά φορά ξεχνάμε ότι έχουμε κι έναν έσω άνθρωπο, έναν πνευματικό άνθρωπο που έχει ανάγκη φωτισμού του Αγίου Πνεύματος και ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος έρχεται με την προσωπική μας άσκηση και τον προσωπικό μας αγώνα. Δεν είναι όλα δεδομένα. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι έγινα επίσκοπος και ξαφνικά φωτίστηκα κι απέκτησα το πλήρωμα του φωτισμού και μπορώ να μιλώ ως φωτισμένος άνθρωπος, αν αυτό που έλαβα ως χάρισμα από την εκκλησία, κατά την ημέρα της χειροτονίας μου, δεν προσπαθήσω να το αυξήσω με τον προσωπικό μου αγώνα και την προσωπική μου άσκηση. Νομίζω ότι όταν εμείς γίνουμε πιο αληθινοί κι ο λόγος του Θεού θα εκφέρεται αληθινά και θα γίνεται αποδεκτός από τον άνθρωπο. Να πάψουμε να είμαστε δάσκαλοι που διδάσκουμε ξηρά αλλά να είμαστε δάσκαλοι που εμπνέουμε τους άλλους. Όταν εμπνέεις τον άλλο, τότε εύκολα αποδέχεται το λόγο σου και κατανοεί την γνησιότητα ότι δηλαδή αυτό που διδάσκεις το πιστεύεις και το ζεις. Αλίμονο όταν διδάσκεις και δεν πιστεύεις και δεν ζεις».
Υπάρχουν βέβαια κάποιοι ιεράρχες που συνηθίζουν να κουνάνε επικριτικά το δάκτυλο…
«Δεν θα κρίνω εγώ τους επισκόπους. Δεν είναι αυτή η δουλειά μου. Κι έπειτα, όταν βλέπω τη δική μου έλλειψη, αυτή η δική μου έλλειψη με κάνει να μην βλέπω τις ελλείψεις των αδελφών μου. Το κακό μ’ εμάς τους Έλληνες είναι ότι πάντοτε βλέπουμε τα λάθη των απέναντι και όχι τα δικά μας. Η αλλαγή θα ξεκινήσει, όχι από την αλλαγή των απέναντι, αλλά από την αλλαγή τη δική μου. Όταν εγώ αλλάξω, τότε θα αλλάξετε κι εσείς που μ’ ακούτε κι ο άλλος που ακούει εσάς και σιγά- σιγά θα γίνει ένα ευλογημένο ντόμινο, που δεν θα είναι καταστρεπτικό αλλά πολύ εποικοδομητικό. Κάνουμε μεγάλα λάθη, ξέρετε, στον τρόπο που στεκόμαστε ως πρόσωπα μέσα στην κοινωνία ή στον τρόπο που επικοινωνούμε με άλλους. Έχουμε κάνει απανωτά λάθη. Κι ένα λάθος που εντοπίζω είναι ότι κοιτάζουμε πάντα τον απέναντι. Ας δούμε λίγο τον εαυτό μας. Καιρός για μία ενδοσκόπηση, για μία εσωστρέφεια πνευματική. Είμαστε άνθρωποι που έχουμε δικαίωμα στο σφάλμα αλλά έχουμε δικαίωμα και στη μετάνοια. Δυστυχώς, διεκδικούμε το δικαίωμα στο σφάλμα αλλά ελάχιστοι διεκδικούμε τη μετάνοια. Αφήνουμε τον εαυτό μας πάντα στο απυρόβλητο. Εγώ δεν φταίω, φταίει ο πρωθυπουργός, ο δήμαρχος, ο περιφερειάρχης, ο βουλευτής, ο γείτονας, το σύστημα, το κράτος και ποτέ δεν φταίω εγώ. Μα, όπως λέει κι ένα τραγούδι, κι εμείς είμαστε εξάρτημα αυτής της μηχανής».
Λίγο πριν από την ενθρόνισή σας, σας βρίσκω στη Φλώρινα όπου υπηρετήσατε, χρόνια ολόκληρα, κάνοντας σημαντικό πνευματικό έργο, ιδιαίτερα σε νέους ανθρώπους. Ποιος είναι ο κώδικας επικοινωνίας που επιλέγετε;
«Προσπάθησα στη διακονία μου, αυτά τα 22 χρόνια που αναξίως υπηρετώ το χώρο της εκκλησίας, να προσεγγίσω περισσότερο τους νέους ανθρώπους και κυρίως ανθρώπους που παραδοσιακά δεν είχαν ιδιαίτερη σχέση με την εκκλησία. Δεν το επεδίωξα, αλλά ο Θεός εκεί οδήγησε τα βήματα μου, δίπλα σε ανθρώπους που δεν είχαν ιδιαίτερη σχέση με την εκκλησία και, μέσα από αυτή την επαφή, ανακάλυψαν ότι ο Χριστός, όπως ψάλλουμε στην εκκλησία, είναι πολύ γλυκύς και όποιος τον δοκιμάζει αληθινά, εύκολα δεν τον εγκαταλείπει».
Σεβασμιότατε, επειδή βρισκόμαστε στο πλέον κρίσιμο σημείο των διαπραγματεύσεων, παραμονή της Συνόδου Κορυφής, ποια θα ήταν η συμβουλή που θα δίνατε στους πολιτικούς μας, ίσως όχι με την πολιτική έννοια του πράγματος αλλά περισσότερο με την πνευματική;
«Εγώ δεν είμαι πολιτικός άνδρας με τη στενή έννοια του όρου. Με την ευρεία έννοια του όρου είμαι, γιατί ανήκω σε μία πόλη και έχω λόγο για τα πολιτικά δρώμενα, ωστόσο, με τη στενή έννοια, είμαι ένα εκκλησιαστικός άνδρας και γι αυτό η απάντησή μου δεν μπορεί να έχει πολιτική χροιά. Θα δώσω μία απάντηση, με την ευρεία πολιτική έννοια, που άπτεται και ταυτίζεται και με μία εκκλησιαστική απάντηση. Για μένα, η μόνη λύση είναι η μετάνοια, η αναγνώριση των σφαλμάτων. Η εκζήτηση του ελέους του Θεού, γιατί αυτός που συγχωρεί, τελικά, είναι μόνο ο Θεός. Οι άνθρωποι δεν συγχωρούν. Ο Θεός, όμως, συγχωρεί όταν βλέπει μία ειλικρινή μετάνοια, ευλογεί την αληθινή μετάνοια, αλλάζει τις διαθέσεις των ανθρώπων, τα μυαλά των ανθρώπων, τις σκέψεις, χαλάει τη σούπα αυτών οι οποίοι βάζουν μέσα δηλητήριο και θέλουν να δηλητηριάσουν τους άλλους, και πολλές φορές αυτή τη δηλητηριασμένη σούπα επιτρέπει να την πιουν αυτοί που την κατασκεύασαν. Είναι θαυμαστός ο Θεός μας. Αρκεί εμείς να τον αναγνωρίζουμε ως Θεό μας και να τον αποδεχόμαστε στην προσωπική και κοινωνική μας ζωή. Γιατί, όπως σας είπα και προηγουμένως, εμείς τον Θεό τον βγάλαμε μέσα από την προσωπική και την κοινωνική μας ζωή. Μπορείτε να πάτε το μυαλό σας 4-5 χρόνια πριν από την έναρξη της κρίσης, πόσο πολύ είχε χτυπηθεί η εκκλησία μας; Δεν σας κάνει εντύπωση για ποιο λόγο είχε ενορχηστρωθεί μία τέτοια πολεμική εναντίον της εκκλησίας λίγο πριν από την κρίση ; Το βάζω ως εργασία σκέψης. Δεν είμαι απ’ αυτούς που αποδέχονται τις συνωμοσίες ή βλέπουν παντού φαντάσματα. Αντίθετα έχω πάντα μία αισιόδοξη προοπτική, για όλα τα θέματα, ακόμη και γι αυτή την κρίση, ωστόσο δεν μου φαίνεται και τόσο τυχαίο όλο αυτό που έγινε. Σκεφτείτε ότι, εδώ και αρκετές δεκαετίες, υπήρχε μία σταδιακή αποδόμηση της παιδείας μας, της ιστορίας μας, της πίστης μας, της γλώσσας μας. Μα τι άλλο θα μπορούσε να δείξει ότι υπήρχε κάτι συστηματικό;
Yπηρετήσατε, για πολλά χρόνια, δίπλα σε έναν άνθρωπο σαν τον μακαριστό μητροπολίτη Αυγουστίνο Καντιώτη ενώ είστε και πνευματικό παιδί του μητροπολίτη Φλώρινας, Θεόκλητου. Τι αντλήσατε από την προσωπικότητά τους;
«Με αξίωσε ο Θεός να ζήσω δίπλα σε δύο άγιους ανθρώπους. Οι δύο τους είχαν εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες. Ο μεν Αυγουστίνος ήταν παρορμητικός, εκρηκτικός, δυναμικός στην εκφορά του λόγου αλλά και στις ενέργειές του, ο δε Θεόκλητος είναι μία ήρεμη δύναμη, ήσυχος, άνθρωπος της ταπείνωσης, της αγάπης, της ανεξικακίας. Και οι δύο, όμως, υπηρέτησαν, με τον πιο θαυμαστό τρόπο, την εκκλησία του Χριστού και έδωσαν, σ’ εμάς τους νεότερους, πρότυπα ζωής υψηλά και ανέβασαν πολύ υψηλά τον πήχη. Ξέρετε, πολλές φορές όταν μου λένε να γίνεις ένας καλός επίσκοπος, να είσαι κοντά στο λαό, να αγαπάς το λαό, να αγαπάς το θεό, να φανερώνεις το Χριστό κάθε μέρα στη ζωή μας γιατί αυτό έχουμε ανάγκη, τους λέω ότι εγώ δεν δικαιολογούμαι να μην είμαι έτσι γιατί εγώ έζησα δίπλα σε δύο αγίους ανθρώπους που μου έδειξαν το δρόμο του αγώνα, της θυσίας, της ταπείνωσης, της ανεξικακίας, της φτώχειας. Εγώ, έζησα δίπλα σε δύο επισκόπους που δεν έχουν τα προς το ζην. Ποιος άνθρωπος αρρωσταίνει και δεν έχει να πληρώσει τους γιατρούς του; Εγώ το έζησα και το ζω, εδώ στη μητρόπολη της Φλώρινας».
Όλο αυτό τον καιρό υπήρξαν ατέλειωτες συζητήσεις για το gay pride. Από τη μητρόπολη Θεσσαλονίκης, μάλιστα, τελέσθηκε ακόμη και αγρυπνία. Ποια είναι η θέση σας για το θέμα αυτό;
«Καλύπτομαι πλήρως από την ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου που υπενθυμίζει παλιότερη εγκύκλιο με την οποία καταδικάζονται όλα αυτά τα φαινόμενα. Να προσέξουμε κάτι όμως. Ο καθείς τι κάνει στην προσωπική του ζωή είναι υπόθεση αυτού και του Θεού. Τι καταδικάζουμε εμείς; Καταδικάζουμε όταν αυτό το οποίο ζεις ως αμαρτία, ως παρανομία, ως πτώση – δεν θα βάλω εγώ ταμπέλα – προσπαθείς να το θεσμοθετήσεις και να το προβάλεις ως τρόπο ζωής φυσιολογικό. Δηλαδή η θεσμοθέτηση του γάμου των ομοφυλοφίλων είναι γροθιά στο θεσμό της οικογένειας και στον κοινωνικό ιστό του κράτους μας. Το τι θα κάνει ο καθείς στην προσωπική ζωή του, επαναλαμβάνω, είναι υπόθεση αυτού και του Θεού του, αν πιστεύει στο Θεό. Αν αυτό το οποίο ζω εγώ ως παρέκκλιση, προσπαθώ να το επιβάλω θεσμικά πλέον, ως φυσιολογικό τρόπο ζωής, εκεί τα πράγματα μπερδεύονται και πολύ καλά κάνει η εκκλησία και αντιδρά, πολύ καλά κάνει ο παναγιότατος Θεσσαλονίκης και αντιδρά, πολύ καλά κάνει η Iερά σύνοδος και ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και αντιδρούν».
Μία και αναφερθήκατε στον μακαριότατο Ιερώνυμο, θα ήθελα την άποψή σας για τον αρχιεπίσκοπο και το έργο που επιτελεί.
«Είναι ο πιο κατάλληλος άνθρωπος, στην πιο δύσκολη στιγμή που βιώνει η πατρίδα μας. Ο Θεός κινεί τα νήματα της εκκλησίας, να ξέρετε. Εμείς οι άνθρωποι μπορεί να υπολογίζουμε, να σχεδιάζουμε, ο τελευταίος λόγος, όμως, της ιστορίας είναι του Θεού, όχι των ανθρώπων. Η υπόθεση της εκλογής του Ιερωνύμου ήταν καθαρά μία επέμβαση του Θεού».
Κλείνοντας, θα ήθελα να μου πείτε ποια θα είναι η πρώτη φράση που θα πείτε στους πιστούς, αμέσως μετά την ενθρόνισή σας;
«Χριστός. Χριστός. Αυτό τα λέει όλα. Όταν ο άνθρωπος γευτεί τον Χριστό, το μόνο που μπορεί να πει είναι Χριστός».
Πηγή: protoplano.gr
Άνθρωπος που έχει το θάρρος της γνώμης, λίγες ώρες πριν από την ενθρόνισή του, ο νέος μητροπολίτης Νέας Κρήνης- Καλαμαριάς, Ιουστίνος δεν διστάζει να μιλήσει στο protoplano.gr για όλους και για όλα. Αναφέρεται στα αίτια της κρίσης που βιώνουμε και τις διόλου τυχαίες, όπως θεωρεί, επιθέσεις που δέχθηκε η εκκλησία, τα χρόνια πριν από το ξέσπασμά της. Υπογραμμίζει, με συγκίνηση, την τύχη που είχε να ζήσει δίπλα σε δύο «άγιους», όπως τους αποκαλεί, ανθρώπους, σαν τον μακαριστό, Αυγουστίνο Καντιώτη και τον μητροπολίτη Φλώρινας, Θεόκλητο ενώ χαρακτηρίζει «επέμβαση Θεού» την εκλογή Ιερώνυμου στην ηγεσία της ελληνικής εκκλησίας.
Παράλληλα, κάνει εκτενή αναφορά στο δρόμο που εκτιμά ότι θα πρέπει να ακολουθούν οι ιεράρχες για να προσεγγίζουν τους νέους ανθρώπους, εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο θα προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τη φτώχεια των πιστών του ποιμνίου του, ενώ δεν αρνείται να τοποθετηθεί ακόμη και για το gay pride.
Δείτε τη συνέντευξη του νέου μητροπολίτη Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς, Ιουστίνου:
Σεβασμιότατε, αναλαμβάνετε τη Μητρόπολη Νέας Κρήνης- Καλαμαριάς σε μία δύσκολη συγκυρία για την ελληνική οικονομία αλλά κυρίως για την ελληνική κοινωνία. Πολλοί συμπολίτες μας αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αφού δυσκολεύονται για να διασφαλίσουν ακόμη και τα προς το ζην. Με ποιο τρόπο σχεδιάζετε να βοηθήσετε τον κόσμο που υποφέρει;
«Είναι αλήθεια ότι, όπως και εσείς διαπιστώνετε, η κοινωνική κατάσταση στην πατρίδα μας έχει φθάσει στο απροχώρητο και η πείνα κτυπάει την πόρτα όλων μας. Σ’ αυτή την προσπάθεια για την εξάλειψη της πείνας πρωτοστατεί η εκκλησία της Ελλάδας. Μία πρώτη σκέψη μας είναι να εργαστούμε και εμείς – όπως το έκαναν και άλλες μητροπόλεις με μεγάλη επιτυχία – για τη δημιουργία κοινωνικών παντοπωλείων, συσσιτίων και κοινωνικών φαρμακείων ώστε να καταφέρουμε να θεραπεύσουμε, κάπως, τις ανάγκες των φτωχών. Ξέρουμε βέβαια ότι με το να δώσεις ένα πιάτο φαγητό ή κάποια φάρμακα δεν επιλύεις το βασικό πρόβλημα της φτώχειας και της πείνας αλλά τουλάχιστον δίνεις μία διέξοδο στην τρέχουσα καθημερινότητα των ανθρώπων, που είναι ασφυκτική».
Ο κόσμος, μ’ όλες αυτές τις δυσκολίες που περνά, έχει επιστρέψει στην εκκλησία; Αναζητεί στην πνευματικότητα, κάποιο συναισθηματικό ή ψυχολογικό καταφύγιο;
«Δεν θέλω να πιστεύω ότι οι άνθρωποι γυρνούν από ανάγκη προς το Θεό. Δεν μου αρέσει προσωπικά. Θεωρώ ότι ο άνθρωπος πρέπει να θέλει να επιστρέψει προς το Θεό γιατί πεινάει και διψάει πνευματικά. Όχι σωματικά. Άλλωστε, αν η επιστροφή αυτή στηρίζεται σε ανταλλάγματα, δεν θα έχει στέρεες βάσεις και πολύ εύκολα μπορεί να τον αρνηθεί για λίγο περισσότερο φαγητό. Θα ήθελα η επιστροφή να είναι συνειδητή, αληθινή, βαθιά, ειλικρινής και να εμπεριέχει μετάνοια. Ο άνθρωπος θα πρέπει να αισθανθεί ότι ήταν αποτέλεσμα της αστοχίας και της αμαρτίας του έναντι του Θεού όλο αυτό που βιώνουμε σήμερα. Θα επαναλάβω κι εγώ, αυτό που ως κλισέ ακούγεται από αρκετούς πνευματικούς ανθρώπους του τόπου μας, ότι η κρίση αυτή δεν είναι οικονομική αλλά αποτέλεσμα μίας βαθύτερης πνευματικής και υπαρξιακής κρίσης που βίωσε το νεοελληνικό κράτος από το ’74 και μετά. Η μεταπολίτευση νομίζω ότι δεν έστρεψε το ενδιαφέρον της προς τις παραδοσιακές αξίες. Και δεν μιλώ εκφράζοντας κάποια ιδεολογική ή πολιτική τοποθέτηση. Εγώ είμαι επίσκοπος χριστιανός ορθόδοξος. Παιδιά μου είναι όλοι, δεξιοί , αριστεροί, όλοι είναι κάτω από τις πτέρυγες της εκκλησίας. Μιλώ για τον Έλληνα, τον άνθρωπο Έλληνα που έστρεψε τα ενδιαφέροντά του μακριά από το Θεό και την εκκλησία. Να τα αποτελέσματα. Χωρίς Θεό, έλεγε ο Ντοστογιέφσκι, όλα επιτρέπονται. Ορίστε λοιπόν, χωρίς Θεό εκτράπησαν όλα και βλέπετε σήμερα τα αποτελέσματα»
Πιστεύετε ότι για να προσεγγίσει η εκκλησία τους νέους ανθρώπους πρέπει να κάνει το λόγο της πιο οικείο, πιο σύγχρονο, πιο προσιτό;
«Πιο αληθινό. Ο λόγος βέβαια της εκκλησίας είναι από τη φύση του αληθινός αφού βγήκε από τα αδιάψευστα χείλη του Χριστού. Κι εμείς, όμως, που είμαστε οι εκφορείς του λόγου του, εμείς οι κληρικοί, να γίνουμε πιο αληθινοί, να ανακαλύψουμε τον έσω άνθρωπο γιατί καμιά φορά ξεχνάμε ότι έχουμε κι έναν έσω άνθρωπο, έναν πνευματικό άνθρωπο που έχει ανάγκη φωτισμού του Αγίου Πνεύματος και ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος έρχεται με την προσωπική μας άσκηση και τον προσωπικό μας αγώνα. Δεν είναι όλα δεδομένα. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι έγινα επίσκοπος και ξαφνικά φωτίστηκα κι απέκτησα το πλήρωμα του φωτισμού και μπορώ να μιλώ ως φωτισμένος άνθρωπος, αν αυτό που έλαβα ως χάρισμα από την εκκλησία, κατά την ημέρα της χειροτονίας μου, δεν προσπαθήσω να το αυξήσω με τον προσωπικό μου αγώνα και την προσωπική μου άσκηση. Νομίζω ότι όταν εμείς γίνουμε πιο αληθινοί κι ο λόγος του Θεού θα εκφέρεται αληθινά και θα γίνεται αποδεκτός από τον άνθρωπο. Να πάψουμε να είμαστε δάσκαλοι που διδάσκουμε ξηρά αλλά να είμαστε δάσκαλοι που εμπνέουμε τους άλλους. Όταν εμπνέεις τον άλλο, τότε εύκολα αποδέχεται το λόγο σου και κατανοεί την γνησιότητα ότι δηλαδή αυτό που διδάσκεις το πιστεύεις και το ζεις. Αλίμονο όταν διδάσκεις και δεν πιστεύεις και δεν ζεις».
Υπάρχουν βέβαια κάποιοι ιεράρχες που συνηθίζουν να κουνάνε επικριτικά το δάκτυλο…
«Δεν θα κρίνω εγώ τους επισκόπους. Δεν είναι αυτή η δουλειά μου. Κι έπειτα, όταν βλέπω τη δική μου έλλειψη, αυτή η δική μου έλλειψη με κάνει να μην βλέπω τις ελλείψεις των αδελφών μου. Το κακό μ’ εμάς τους Έλληνες είναι ότι πάντοτε βλέπουμε τα λάθη των απέναντι και όχι τα δικά μας. Η αλλαγή θα ξεκινήσει, όχι από την αλλαγή των απέναντι, αλλά από την αλλαγή τη δική μου. Όταν εγώ αλλάξω, τότε θα αλλάξετε κι εσείς που μ’ ακούτε κι ο άλλος που ακούει εσάς και σιγά- σιγά θα γίνει ένα ευλογημένο ντόμινο, που δεν θα είναι καταστρεπτικό αλλά πολύ εποικοδομητικό. Κάνουμε μεγάλα λάθη, ξέρετε, στον τρόπο που στεκόμαστε ως πρόσωπα μέσα στην κοινωνία ή στον τρόπο που επικοινωνούμε με άλλους. Έχουμε κάνει απανωτά λάθη. Κι ένα λάθος που εντοπίζω είναι ότι κοιτάζουμε πάντα τον απέναντι. Ας δούμε λίγο τον εαυτό μας. Καιρός για μία ενδοσκόπηση, για μία εσωστρέφεια πνευματική. Είμαστε άνθρωποι που έχουμε δικαίωμα στο σφάλμα αλλά έχουμε δικαίωμα και στη μετάνοια. Δυστυχώς, διεκδικούμε το δικαίωμα στο σφάλμα αλλά ελάχιστοι διεκδικούμε τη μετάνοια. Αφήνουμε τον εαυτό μας πάντα στο απυρόβλητο. Εγώ δεν φταίω, φταίει ο πρωθυπουργός, ο δήμαρχος, ο περιφερειάρχης, ο βουλευτής, ο γείτονας, το σύστημα, το κράτος και ποτέ δεν φταίω εγώ. Μα, όπως λέει κι ένα τραγούδι, κι εμείς είμαστε εξάρτημα αυτής της μηχανής».
Λίγο πριν από την ενθρόνισή σας, σας βρίσκω στη Φλώρινα όπου υπηρετήσατε, χρόνια ολόκληρα, κάνοντας σημαντικό πνευματικό έργο, ιδιαίτερα σε νέους ανθρώπους. Ποιος είναι ο κώδικας επικοινωνίας που επιλέγετε;
«Προσπάθησα στη διακονία μου, αυτά τα 22 χρόνια που αναξίως υπηρετώ το χώρο της εκκλησίας, να προσεγγίσω περισσότερο τους νέους ανθρώπους και κυρίως ανθρώπους που παραδοσιακά δεν είχαν ιδιαίτερη σχέση με την εκκλησία. Δεν το επεδίωξα, αλλά ο Θεός εκεί οδήγησε τα βήματα μου, δίπλα σε ανθρώπους που δεν είχαν ιδιαίτερη σχέση με την εκκλησία και, μέσα από αυτή την επαφή, ανακάλυψαν ότι ο Χριστός, όπως ψάλλουμε στην εκκλησία, είναι πολύ γλυκύς και όποιος τον δοκιμάζει αληθινά, εύκολα δεν τον εγκαταλείπει».
Σεβασμιότατε, επειδή βρισκόμαστε στο πλέον κρίσιμο σημείο των διαπραγματεύσεων, παραμονή της Συνόδου Κορυφής, ποια θα ήταν η συμβουλή που θα δίνατε στους πολιτικούς μας, ίσως όχι με την πολιτική έννοια του πράγματος αλλά περισσότερο με την πνευματική;
«Εγώ δεν είμαι πολιτικός άνδρας με τη στενή έννοια του όρου. Με την ευρεία έννοια του όρου είμαι, γιατί ανήκω σε μία πόλη και έχω λόγο για τα πολιτικά δρώμενα, ωστόσο, με τη στενή έννοια, είμαι ένα εκκλησιαστικός άνδρας και γι αυτό η απάντησή μου δεν μπορεί να έχει πολιτική χροιά. Θα δώσω μία απάντηση, με την ευρεία πολιτική έννοια, που άπτεται και ταυτίζεται και με μία εκκλησιαστική απάντηση. Για μένα, η μόνη λύση είναι η μετάνοια, η αναγνώριση των σφαλμάτων. Η εκζήτηση του ελέους του Θεού, γιατί αυτός που συγχωρεί, τελικά, είναι μόνο ο Θεός. Οι άνθρωποι δεν συγχωρούν. Ο Θεός, όμως, συγχωρεί όταν βλέπει μία ειλικρινή μετάνοια, ευλογεί την αληθινή μετάνοια, αλλάζει τις διαθέσεις των ανθρώπων, τα μυαλά των ανθρώπων, τις σκέψεις, χαλάει τη σούπα αυτών οι οποίοι βάζουν μέσα δηλητήριο και θέλουν να δηλητηριάσουν τους άλλους, και πολλές φορές αυτή τη δηλητηριασμένη σούπα επιτρέπει να την πιουν αυτοί που την κατασκεύασαν. Είναι θαυμαστός ο Θεός μας. Αρκεί εμείς να τον αναγνωρίζουμε ως Θεό μας και να τον αποδεχόμαστε στην προσωπική και κοινωνική μας ζωή. Γιατί, όπως σας είπα και προηγουμένως, εμείς τον Θεό τον βγάλαμε μέσα από την προσωπική και την κοινωνική μας ζωή. Μπορείτε να πάτε το μυαλό σας 4-5 χρόνια πριν από την έναρξη της κρίσης, πόσο πολύ είχε χτυπηθεί η εκκλησία μας; Δεν σας κάνει εντύπωση για ποιο λόγο είχε ενορχηστρωθεί μία τέτοια πολεμική εναντίον της εκκλησίας λίγο πριν από την κρίση ; Το βάζω ως εργασία σκέψης. Δεν είμαι απ’ αυτούς που αποδέχονται τις συνωμοσίες ή βλέπουν παντού φαντάσματα. Αντίθετα έχω πάντα μία αισιόδοξη προοπτική, για όλα τα θέματα, ακόμη και γι αυτή την κρίση, ωστόσο δεν μου φαίνεται και τόσο τυχαίο όλο αυτό που έγινε. Σκεφτείτε ότι, εδώ και αρκετές δεκαετίες, υπήρχε μία σταδιακή αποδόμηση της παιδείας μας, της ιστορίας μας, της πίστης μας, της γλώσσας μας. Μα τι άλλο θα μπορούσε να δείξει ότι υπήρχε κάτι συστηματικό;
Yπηρετήσατε, για πολλά χρόνια, δίπλα σε έναν άνθρωπο σαν τον μακαριστό μητροπολίτη Αυγουστίνο Καντιώτη ενώ είστε και πνευματικό παιδί του μητροπολίτη Φλώρινας, Θεόκλητου. Τι αντλήσατε από την προσωπικότητά τους;
«Με αξίωσε ο Θεός να ζήσω δίπλα σε δύο άγιους ανθρώπους. Οι δύο τους είχαν εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες. Ο μεν Αυγουστίνος ήταν παρορμητικός, εκρηκτικός, δυναμικός στην εκφορά του λόγου αλλά και στις ενέργειές του, ο δε Θεόκλητος είναι μία ήρεμη δύναμη, ήσυχος, άνθρωπος της ταπείνωσης, της αγάπης, της ανεξικακίας. Και οι δύο, όμως, υπηρέτησαν, με τον πιο θαυμαστό τρόπο, την εκκλησία του Χριστού και έδωσαν, σ’ εμάς τους νεότερους, πρότυπα ζωής υψηλά και ανέβασαν πολύ υψηλά τον πήχη. Ξέρετε, πολλές φορές όταν μου λένε να γίνεις ένας καλός επίσκοπος, να είσαι κοντά στο λαό, να αγαπάς το λαό, να αγαπάς το θεό, να φανερώνεις το Χριστό κάθε μέρα στη ζωή μας γιατί αυτό έχουμε ανάγκη, τους λέω ότι εγώ δεν δικαιολογούμαι να μην είμαι έτσι γιατί εγώ έζησα δίπλα σε δύο αγίους ανθρώπους που μου έδειξαν το δρόμο του αγώνα, της θυσίας, της ταπείνωσης, της ανεξικακίας, της φτώχειας. Εγώ, έζησα δίπλα σε δύο επισκόπους που δεν έχουν τα προς το ζην. Ποιος άνθρωπος αρρωσταίνει και δεν έχει να πληρώσει τους γιατρούς του; Εγώ το έζησα και το ζω, εδώ στη μητρόπολη της Φλώρινας».
Όλο αυτό τον καιρό υπήρξαν ατέλειωτες συζητήσεις για το gay pride. Από τη μητρόπολη Θεσσαλονίκης, μάλιστα, τελέσθηκε ακόμη και αγρυπνία. Ποια είναι η θέση σας για το θέμα αυτό;
«Καλύπτομαι πλήρως από την ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου που υπενθυμίζει παλιότερη εγκύκλιο με την οποία καταδικάζονται όλα αυτά τα φαινόμενα. Να προσέξουμε κάτι όμως. Ο καθείς τι κάνει στην προσωπική του ζωή είναι υπόθεση αυτού και του Θεού. Τι καταδικάζουμε εμείς; Καταδικάζουμε όταν αυτό το οποίο ζεις ως αμαρτία, ως παρανομία, ως πτώση – δεν θα βάλω εγώ ταμπέλα – προσπαθείς να το θεσμοθετήσεις και να το προβάλεις ως τρόπο ζωής φυσιολογικό. Δηλαδή η θεσμοθέτηση του γάμου των ομοφυλοφίλων είναι γροθιά στο θεσμό της οικογένειας και στον κοινωνικό ιστό του κράτους μας. Το τι θα κάνει ο καθείς στην προσωπική ζωή του, επαναλαμβάνω, είναι υπόθεση αυτού και του Θεού του, αν πιστεύει στο Θεό. Αν αυτό το οποίο ζω εγώ ως παρέκκλιση, προσπαθώ να το επιβάλω θεσμικά πλέον, ως φυσιολογικό τρόπο ζωής, εκεί τα πράγματα μπερδεύονται και πολύ καλά κάνει η εκκλησία και αντιδρά, πολύ καλά κάνει ο παναγιότατος Θεσσαλονίκης και αντιδρά, πολύ καλά κάνει η Iερά σύνοδος και ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και αντιδρούν».
Μία και αναφερθήκατε στον μακαριότατο Ιερώνυμο, θα ήθελα την άποψή σας για τον αρχιεπίσκοπο και το έργο που επιτελεί.
«Είναι ο πιο κατάλληλος άνθρωπος, στην πιο δύσκολη στιγμή που βιώνει η πατρίδα μας. Ο Θεός κινεί τα νήματα της εκκλησίας, να ξέρετε. Εμείς οι άνθρωποι μπορεί να υπολογίζουμε, να σχεδιάζουμε, ο τελευταίος λόγος, όμως, της ιστορίας είναι του Θεού, όχι των ανθρώπων. Η υπόθεση της εκλογής του Ιερωνύμου ήταν καθαρά μία επέμβαση του Θεού».
Κλείνοντας, θα ήθελα να μου πείτε ποια θα είναι η πρώτη φράση που θα πείτε στους πιστούς, αμέσως μετά την ενθρόνισή σας;
«Χριστός. Χριστός. Αυτό τα λέει όλα. Όταν ο άνθρωπος γευτεί τον Χριστό, το μόνο που μπορεί να πει είναι Χριστός».
Πηγή: protoplano.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.