Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, την σήν αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και ασέληνος ερως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας, ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μη με την σήν δούλην παρίδης, Ο αμέτρητον έχων το έλεος.
(Φώτη Κόντογλου μεταγραφή)
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου, εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου• αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος.
H Ιστορία της Κασσιανής
Είναι γνωστή από τους Βυζαντινούς χρονογράφους η ιστορία κατά την οποία το 830 μ.Χ. η μητρυιά του Θεόφιλου, Ευφροσύνη, θέλοντας να βρει άξια σύζυγο στο θετό γιο της διοργάνωσε ένα είδος καλλιστείων, στέλνοντας εντολή σε όλα τα θέματα, τις διοικητικές περιφέρειες της αυτοκρατορίας, να συγκεντρωθούν οι ωραιότερες κοπέλες και να παρουσιαστούν στο παλάτι. Ανάμεσα στις δώδεκα κόρες που ορίστηκαν ως υποψήφιες και που κατάγονταν από τις ευγενέστερες οικογένειες, ξεχώρισαν δύο: η Κασσία, κόρη εξαίσιας ομορφιάς, η οποία καταγόταν από οικογένεια ευπατρίδων και η αρχόντισσα επίσης Θεοδώρα.
Όταν συγκεντρώθηκαν στην επίσημη αίθουσα, η Ευφροσύνη έδωσε στο Θεόφιλο ένα χρυσό μήλο να το προσφέρει στην κόρη που θα τον συγκινούσε περισσότερο. Εκείνος στράφηκε προς την Κασσία, εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της για να της προσφέρει το μήλο. Ιδιόρρυθμος καθώς ήταν της απηύθυνε μια απροσδόκητη και κακόβουλη παρατήρηση: "Εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα".
Η Κασσιανή δείχνοντας υπόδειγμα συμπεριφοράς Χριστιανής παρθένου, κοκκίνισε, όπως λένε οι ιστορικοί, αλλά ούτε τα έχασε, ούτε υπολόγισε ότι θα έχανε το θρόνο, ούτε δέχθηκε να προδώσει την αλήθεια και το φύλο της. Και έδωσε μια απάντηση, καμπάνα θεολογίας, που έτρεψε σε φυγή την κακόδοξη ψυχή του Θεόφιλου: "Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τά κρείττω", του είπε κάνοντας με τις επτά αυτές λέξεις περίληψη ολόκληρης της χριστιανικής θεολογίας.
Ο Θεόφιλος νιώθοντας την αξία και την ευστροφία της και πειραγμένος από την απάντηση αυτή, της γύρισε την πλάτη, όπως γύρισε την πλάτη και στην Παναγία, στη γυναίκα "εξ ής πηγάζει τα κρείττω", αρνούμενος την εικόνα και Αυτής και του Υιού Της και έδωσε το χρυσό μήλο της εκλογής στη σιωπηλή Θεοδώρα. Η Κασσιανή, πέφτοντας θύμα της ευφυίας και της ελευθεροστομίας της, είχε χάσει οριστικά το θρόνο.
Στη συνέχεια η Κασσιανή έγινε μοναχή, όχι από ερωτική απογοήτευση προς τον ουσιαστικά άγνωστό της Θεόφιλο, αλλά από έρωτα θείο. Έδωσε την περιουσία της για να κτισθεί η περίφημη τότε μονή «Εικασίας της μοναχής». Κλείσθηκε μέσα σ’ αυτήν και έζησε τη μακάρια ζωή της εν Χριστώ ησυχίας, όταν η ευσεβής επίσης και ορθόδοξη Θεοδώρα, που τελικά εξέλεξε ο Θεόφιλος για σύζυγο, ζούσε μέσα στις αγωνίες και τις συνωμοσίες του παλατιού αγωνιζόμενη να κρατήσει τα παιδιά της στην Ορθοδοξία, καλώντας τα κάθε τόσο να προσκυνήσουν «τα νινία», το μικρό δίπτυχο εικόνισμα του Χριστού και της Θεοτόκου που είχε κρυμμένο, επειδή φοβόταν τη μήνη του φοβερού συζύγου της.
Στο Μοναστήρι η Κασσιανή έγραψε πολλά ποιήματα με τα οποία τραγούδησε την ευδαιμονία του μοναχικού βίου και δίδαξε βαθύτατη θεολογία. Επίσης έγραψε και άλλα συγγράμματα και συλλογές, προ πάντων όμως πάρα πολλά τροπάρια, ιδιόμελα, εκκλησιαστικούς ύμνους κ.λ.π. μεταξύ των οποίων και το γνωστό «Τροπάριο της Κασσιανής», το οποίο είναι ένα ολοκληρωμένο σε σύλληψη ποίημα, γεμάτο Χριστιανικό μεγαλείο, αγάπη και γνώση θεολογική και ψάλλεται το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης στους Ιερούς Ναούς συγκεντρώνοντας πλήθη πιστών για να το ακούσουν.
Σύμφωνα με μια ρομαντική μεν, αλλά καθόλου αληθινή παράδοση, ο Θεόφιλος δεν λυτρώθηκε ποτέ από τον έρωτα που του ενέπνευσε η ομορφιά της Κασσιανής και την αναζητούσε στα Μοναστήρια της αυτοκρατορίας του. Κάποτε που έφτασε στο μοναστήρι της, η Κασσιανή κρύφτηκε για να αποφύγει την ανεπιθύμητη αυτή συνάντηση. Ήταν τότε που συνέθεσε το ιδιόμελο της. Το κείμενο βρισκόταν στο αναλόγιο μισοτελειωμένο, ως τη φράση : "ών (ποδών) έν τώ παραδείσω Εύα το δειλινόν".
Ο Θεόφιλος διάβασε το τροπάριο, αναγνώρισε το ύφος της Κασσίας, και θέλησε να την πειράξει για μια ακόμα φορά. Πήρε τη γραφίδα και συμπλήρωσε τη φράση "κρότων τοίς ωσίν ηχηθείσα τώ φόβω εκρύβη", κάνοντας έτσι υπαινιγμό στο φόβο που αυτή ένιωσε όταν άκουσε τον θόρυβο των βημάτων του. Όταν ο Θεόφιλος έφυγε, η Κασσία γύρισε στο κελί της και με έκπληξη είδε την επέμβαση του Θεόφιλου. Χωρίς όμως να απαλείψει τη φράση, συνέχισε και ολοκλήρωσε τον ύμνο της.
Η ζωή και η ιστορία έχουν τους δικούς μυστικούς νόμους. Δύο γυναίκες αντίπαλες σε μια κορυφαία κρίση υποβολής και κοσμικής εξουσίας, παραδόθηκαν στη συνέχεια στην κρίση της ιστορίας. Η μια έγινε βασίλισσα κι αργότερα αγία, η άλλη ταπεινή μοναχή. Οπωσδήποτε και οι δύο δικαιώθηκαν ενώπιον του θρόνου του Θεού.
Γνωρίζουμε όμως εμείς ποια από τις δύο κέρδισε την υστεροφημία και τη συμπάθεια των ανθρώπων. Η ταπεινή μοναχή Κασσιανή έχασε τον επίγειο θρόνο, αλλά έγινε πιο διάσημη και πιο δημοφιλής με ένα μόνο τροπάριο.
Η Κασσιανή κατέχει στην ιστορία των Βυζαντινών γραμμάτων ξεχωριστή θέση ως αξιόλογη ποιήτρια με πολλά κοσμικά ποιήματα και άλλα συγγράμματα, αλλά και πολλά εκκλησιαστικά ποιήματα, ύμνους, τροπάρια, ιδιόμελα κ.λ.π. Σπουδαίο υμνογραφικό έργο είναι το πρώτο δοξαστικό του εσπερινού των Χριστουγέννων "Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γής...". Με την εκκλησιαστική ποίησή της μας μεταφέρει σε ένα εντελώς διαφορετικό κλίμα. Δεν γράφει για τον εαυτό της, για τον κόσμο, για τους ανθρώπους, αλλά θέτει την πλούσια ποίησή της στην υπηρεσία της Εκκλησίας και την κάνει φωνή θρησκευτικού ενθουσιασμού, μετάνοιας, προσευχής και δοξολογίας.
Το επεισόδιο της Κασσιανής με το Θεόφιλο ήταν φυσικό να περάσει και στην περιοχή της λόγιας λογοτεχνίας και προ πάντων στην νέα Ελληνική Λογοτεχνία όπου γράφηκαν πολλά ποιήματα και τρυφερά διηγήματα και μυθιστορήματα. Το θέμα της Κασσιανής επηρέασε έντονα πολλούς Βυζαντινούς χρονογράφους, ιστορικούς και φιλολόγους, τον Κωστή Παλαμά, τον Ψυχάρη, τον Πολίτη κ.α.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και ασέληνος ερως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας, ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μη με την σήν δούλην παρίδης, Ο αμέτρητον έχων το έλεος.
(Φώτη Κόντογλου μεταγραφή)
Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες, σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων, εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας. Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου, εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου, και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου• αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου; Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος.
H Ιστορία της Κασσιανής
Είναι γνωστή από τους Βυζαντινούς χρονογράφους η ιστορία κατά την οποία το 830 μ.Χ. η μητρυιά του Θεόφιλου, Ευφροσύνη, θέλοντας να βρει άξια σύζυγο στο θετό γιο της διοργάνωσε ένα είδος καλλιστείων, στέλνοντας εντολή σε όλα τα θέματα, τις διοικητικές περιφέρειες της αυτοκρατορίας, να συγκεντρωθούν οι ωραιότερες κοπέλες και να παρουσιαστούν στο παλάτι. Ανάμεσα στις δώδεκα κόρες που ορίστηκαν ως υποψήφιες και που κατάγονταν από τις ευγενέστερες οικογένειες, ξεχώρισαν δύο: η Κασσία, κόρη εξαίσιας ομορφιάς, η οποία καταγόταν από οικογένεια ευπατρίδων και η αρχόντισσα επίσης Θεοδώρα.
Όταν συγκεντρώθηκαν στην επίσημη αίθουσα, η Ευφροσύνη έδωσε στο Θεόφιλο ένα χρυσό μήλο να το προσφέρει στην κόρη που θα τον συγκινούσε περισσότερο. Εκείνος στράφηκε προς την Κασσία, εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της για να της προσφέρει το μήλο. Ιδιόρρυθμος καθώς ήταν της απηύθυνε μια απροσδόκητη και κακόβουλη παρατήρηση: "Εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα".
Η Κασσιανή δείχνοντας υπόδειγμα συμπεριφοράς Χριστιανής παρθένου, κοκκίνισε, όπως λένε οι ιστορικοί, αλλά ούτε τα έχασε, ούτε υπολόγισε ότι θα έχανε το θρόνο, ούτε δέχθηκε να προδώσει την αλήθεια και το φύλο της. Και έδωσε μια απάντηση, καμπάνα θεολογίας, που έτρεψε σε φυγή την κακόδοξη ψυχή του Θεόφιλου: "Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τά κρείττω", του είπε κάνοντας με τις επτά αυτές λέξεις περίληψη ολόκληρης της χριστιανικής θεολογίας.
Ο Θεόφιλος νιώθοντας την αξία και την ευστροφία της και πειραγμένος από την απάντηση αυτή, της γύρισε την πλάτη, όπως γύρισε την πλάτη και στην Παναγία, στη γυναίκα "εξ ής πηγάζει τα κρείττω", αρνούμενος την εικόνα και Αυτής και του Υιού Της και έδωσε το χρυσό μήλο της εκλογής στη σιωπηλή Θεοδώρα. Η Κασσιανή, πέφτοντας θύμα της ευφυίας και της ελευθεροστομίας της, είχε χάσει οριστικά το θρόνο.
Στη συνέχεια η Κασσιανή έγινε μοναχή, όχι από ερωτική απογοήτευση προς τον ουσιαστικά άγνωστό της Θεόφιλο, αλλά από έρωτα θείο. Έδωσε την περιουσία της για να κτισθεί η περίφημη τότε μονή «Εικασίας της μοναχής». Κλείσθηκε μέσα σ’ αυτήν και έζησε τη μακάρια ζωή της εν Χριστώ ησυχίας, όταν η ευσεβής επίσης και ορθόδοξη Θεοδώρα, που τελικά εξέλεξε ο Θεόφιλος για σύζυγο, ζούσε μέσα στις αγωνίες και τις συνωμοσίες του παλατιού αγωνιζόμενη να κρατήσει τα παιδιά της στην Ορθοδοξία, καλώντας τα κάθε τόσο να προσκυνήσουν «τα νινία», το μικρό δίπτυχο εικόνισμα του Χριστού και της Θεοτόκου που είχε κρυμμένο, επειδή φοβόταν τη μήνη του φοβερού συζύγου της.
Στο Μοναστήρι η Κασσιανή έγραψε πολλά ποιήματα με τα οποία τραγούδησε την ευδαιμονία του μοναχικού βίου και δίδαξε βαθύτατη θεολογία. Επίσης έγραψε και άλλα συγγράμματα και συλλογές, προ πάντων όμως πάρα πολλά τροπάρια, ιδιόμελα, εκκλησιαστικούς ύμνους κ.λ.π. μεταξύ των οποίων και το γνωστό «Τροπάριο της Κασσιανής», το οποίο είναι ένα ολοκληρωμένο σε σύλληψη ποίημα, γεμάτο Χριστιανικό μεγαλείο, αγάπη και γνώση θεολογική και ψάλλεται το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης στους Ιερούς Ναούς συγκεντρώνοντας πλήθη πιστών για να το ακούσουν.
Σύμφωνα με μια ρομαντική μεν, αλλά καθόλου αληθινή παράδοση, ο Θεόφιλος δεν λυτρώθηκε ποτέ από τον έρωτα που του ενέπνευσε η ομορφιά της Κασσιανής και την αναζητούσε στα Μοναστήρια της αυτοκρατορίας του. Κάποτε που έφτασε στο μοναστήρι της, η Κασσιανή κρύφτηκε για να αποφύγει την ανεπιθύμητη αυτή συνάντηση. Ήταν τότε που συνέθεσε το ιδιόμελο της. Το κείμενο βρισκόταν στο αναλόγιο μισοτελειωμένο, ως τη φράση : "ών (ποδών) έν τώ παραδείσω Εύα το δειλινόν".
Ο Θεόφιλος διάβασε το τροπάριο, αναγνώρισε το ύφος της Κασσίας, και θέλησε να την πειράξει για μια ακόμα φορά. Πήρε τη γραφίδα και συμπλήρωσε τη φράση "κρότων τοίς ωσίν ηχηθείσα τώ φόβω εκρύβη", κάνοντας έτσι υπαινιγμό στο φόβο που αυτή ένιωσε όταν άκουσε τον θόρυβο των βημάτων του. Όταν ο Θεόφιλος έφυγε, η Κασσία γύρισε στο κελί της και με έκπληξη είδε την επέμβαση του Θεόφιλου. Χωρίς όμως να απαλείψει τη φράση, συνέχισε και ολοκλήρωσε τον ύμνο της.
Η ζωή και η ιστορία έχουν τους δικούς μυστικούς νόμους. Δύο γυναίκες αντίπαλες σε μια κορυφαία κρίση υποβολής και κοσμικής εξουσίας, παραδόθηκαν στη συνέχεια στην κρίση της ιστορίας. Η μια έγινε βασίλισσα κι αργότερα αγία, η άλλη ταπεινή μοναχή. Οπωσδήποτε και οι δύο δικαιώθηκαν ενώπιον του θρόνου του Θεού.
Γνωρίζουμε όμως εμείς ποια από τις δύο κέρδισε την υστεροφημία και τη συμπάθεια των ανθρώπων. Η ταπεινή μοναχή Κασσιανή έχασε τον επίγειο θρόνο, αλλά έγινε πιο διάσημη και πιο δημοφιλής με ένα μόνο τροπάριο.
Η Κασσιανή κατέχει στην ιστορία των Βυζαντινών γραμμάτων ξεχωριστή θέση ως αξιόλογη ποιήτρια με πολλά κοσμικά ποιήματα και άλλα συγγράμματα, αλλά και πολλά εκκλησιαστικά ποιήματα, ύμνους, τροπάρια, ιδιόμελα κ.λ.π. Σπουδαίο υμνογραφικό έργο είναι το πρώτο δοξαστικό του εσπερινού των Χριστουγέννων "Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γής...". Με την εκκλησιαστική ποίησή της μας μεταφέρει σε ένα εντελώς διαφορετικό κλίμα. Δεν γράφει για τον εαυτό της, για τον κόσμο, για τους ανθρώπους, αλλά θέτει την πλούσια ποίησή της στην υπηρεσία της Εκκλησίας και την κάνει φωνή θρησκευτικού ενθουσιασμού, μετάνοιας, προσευχής και δοξολογίας.
Το επεισόδιο της Κασσιανής με το Θεόφιλο ήταν φυσικό να περάσει και στην περιοχή της λόγιας λογοτεχνίας και προ πάντων στην νέα Ελληνική Λογοτεχνία όπου γράφηκαν πολλά ποιήματα και τρυφερά διηγήματα και μυθιστορήματα. Το θέμα της Κασσιανής επηρέασε έντονα πολλούς Βυζαντινούς χρονογράφους, ιστορικούς και φιλολόγους, τον Κωστή Παλαμά, τον Ψυχάρη, τον Πολίτη κ.α.