Δευτέρα 23 Μαΐου 2011

Τιμήθηκαν τα θύματα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού


Με τις καθιερωμένες εκδηλώσεις μνήμης η Φλώρινα δια μέσου της Π.Ε. Φλώρινας τίμησε τα 353.000 θύματα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, που εξοντώθηκαν από τους βάρβαρους Τσέτες του Κεμάλ Ατατούρκ και Τοπάλ Οσμάν.
Οι εκδηλώσεις μνήμης είναι η εκπλήρωση ενός ηθικού, ιστορικού και εθνικού καθήκοντος. Οι φετινές εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή 22 Μαΐου στο μνημείο του Πόντιου Αγωνιστή στην πλατεία Αιμιλιανού.
Ομιλητής ο οικονομολόγος Παντελίδης Βασίλειος, ο οποίος τόνισε:
"Γράφοντας τις παρακάτω γραμμές και σκεπτόμενος πως θα μιλήσω εγώ ένας πρόσφυγας 4ης γενιάς για αυτό το τόσο σημαντικό θέμα, τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, ανάμικτα συναισθήματα με πλημμύρισαν. Συναισθήματα λύπης και οργής. Λύπης, αναλογιζόμενος το μέγεθος της καταστροφής. 353.000 αθώες ψυχές βρήκαν τραγικό θάνατο στις εξοντωτικές πορείες των ταγμάτων εργασίας, μέσα από δολοφονίες και αγχόνες. Αν αναλογιστεί κανείς ότι στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα στην περιοχή του Ιστορικού Πόντου ζουν 600.000 και πλέον Ρωμιοί και άλλοι 250.000 περίπου στην περιοχή του Καρς και της Νότιας Ρωσίας, αντιλαμβάνεται ότι το 40% και πλέον του ποντιακού ελληνισμού εκείνης της περιόδου εξοντώθηκε αρχικά από την Οθωμανική και στη συνέχεια από την Κεμαλική Τουρκία. Η απίστευτη αυτή καταστροφή ολοκληρώθηκε με τον πλήρη διωγμό των Ελλήνων του Πόντου από τις πατρογονικές εστίες του και την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923 και 1924. Συναισθήματα οργής με πλημμυρίζουν αφενός, διότι ο ελληνισμός εκείνης της περιόδου φτάνοντας ένα σχεδόν σκαλοπάτι πριν την εθνική του ολοκλήρωση κατάφερε μέσα από λάθος πολιτικές επιλογές να υποστεί την δεύτερη σε σημασία πολιτική στρατιωτική και δυστυχώς γεωπολιτική ήττα της μακραίωνης Ιστορίας του,( η πρώτη ήταν φυσικά η άλωση της Πόλης) και αφετέρου διότι αυτό το στυγνό έγκλημα κατά της ανθρωπότητας πρωτίστως και κατά των Ρωμιών του Πόντου κατά δεύτερον, όχι μόνο μένει ατιμώρητο αλλά δυστυχώς και με ευθύνη του ελληνισμού σχεδόν ξεχασμένο για πολλά χρόνια.
Με πλημμύρισαν όμως και συναισθήματα χαράς όσο και αν αυτό φαίνεται περίεργο, βλέποντας του επίγονους εκείνων των κυνηγημένων Ελλήνων εδώ στην μητροπολιτική πατρίδα τους, να πρωτοστατούν σε κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο και τώρα αλλά και από την πρώτη στιγμή που ήρθαν, και πάντα προς όφελος της Ελλάδας που τόσο αγάπησαν και τόσα υπέφεραν για αυτήν. Συναισθήματα χαράς και περηφάνιας βλέποντας τον οργανωμένο ποντιακό χώρο εδώ και 15 χρόνια να έχει πετύχει τις πρώτες του νίκες στο θέμα της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Αρχίζοντας από την αναγνώριση, αν είναι δυνατόν, από την μητέρα Ελλάδα μόλις το 1994 και συνεχίζοντας με αναγνωρίσεις τοπικών κυβερνήσεων κοινωνικών φορέων και πρόσφατα ευρωπαϊκών κρατών όπως η Σουηδία. Και όλες αυτές οι νίκες πραγματοποιήθηκαν χωρίς καμία σοβαρή βοήθεια από το νεοελληνικό κράτος το οποίο με πείσμα επιμένει να θεωρεί την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου σαν ένα θέμα περισσότερο πολιτισμικού ενδιαφέροντος, προσηλωμένο σε μία ανόητη λογική εξημέρωσης της Τουρκικής επιθετικότητας. Το θέμα της γενοκτονίας όμως φίλες και φίλοι, είναι ένα θέμα βαθύτατα πολιτικό και αποτελεί στρατηγικό συμφέρον για την Ελλάδα η ανάδειξή του, γιατί οι Έλληνες του Πόντου μπορεί να ξεριζώθηκαν όπως πανηγύριζε ο Μουσταφά Κεμάλ στην Τουρκική εθνοσυνέλευση του Αύγουστο του 1922 αλλά οι επίγονοί τους συνεχίζουν να δημιουργούν, να αγωνίζονται και να θυμούνται όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά πλέον στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Θα ήταν άδικο λοιπόν τη γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου που έλαβε χώρα κατά τα έτη 1914-1923 να τη δει κάποιος μονοδιάστατα ως ένα θέμα παρεπόμενο του Ελληνοτουρκικού πολέμου των ετών 1919-1922. Το στυγνό αυτό έγκλημα σαφώς και πρέπει να συσχετιστεί με την Γενοκτονία των Αρμενίων αλλά και γενικότερα με την πολιτική εθνοκάθαρσης που ακολούθησαν οι Νεότουρκοι και συνεχίζει εναντίον των Κούρδων η σημερινή Τουρκία, κατά τη δεύτερη δεκαετία του 20ου αιώνα. Το ότι πρόκειται για γενοκτονία δεν μπορεί με αξιώσεις να αμφισβητηθεί από κανέναν. Η γενοκτονία ήταν ένα οργανωμένο σχέδιο γερμανικής εμπνεύσεως τουρκικής εκτελέσεως και συμμαχικής ανοχής ιδιαίτερα μετά το 1920 όταν οι Αγγλο-γάλλοι προσέγγισαν τον Κεμάλ. Άλλωστε ο αριθμός των θυμάτων τόσο της Αρμενικής όσο και της Ποντιακής γενοκτονίας επιβεβαιώνουν τον παραπάνω ισχυρισμό. Αυτόν το ίδιο ισχυρισμό επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι η μέθοδος εξόντωσης που ακολουθήθηκε από τους Τούρκους ήταν η μέθοδος της λευκής σφαγής. Προτιμήθηκε η εξόντωση του πληθυσμού μέσω εξαντλητικών πορειών, μέσω στέρησης αγαθών διαβίωσης και όχι οι σφαγές και οι εκτελέσεις. Οι Τούρκοι θέλησαν και τα κατάφεραν σε μεγάλο βαθμό να κρατήσουν το έγκλημά τους μακριά από βλέμματα που θα προκαλούσαν διεθνείς διαμαρτυρίες. Θέλησαν να κρατήσουν το έγκλημα τους μακριά από το φως. Ευτυχώς όμως κάποιοι επιβίωσαν για να θυμόμαστε εμείς σήμερα και να διεκδικούμε, και να είστε σίγουροι για αυτό, να δικαιωθούμε.
Μέσα μόλις σε 9 έτη ο ελληνισμός του Πόντου, ιδιαίτερα του Δυτικού και του Κεντρικού σχεδόν αφανίστηκε. Πληθυσμοί ολόκληρων χωριών, κωμοπόλεων, ακόμη και αστικών κέντρων κυριολεκτικά εξαφανίστηκαν από προσώπου γης . Ιδιαίτερα από το 1919 και μετά τις ευλογίες και τη στήριξη του Μουσταφά Κεμάλ στους τσέτες οι τελευταίοι επιδόθηκαν σε κάθε είδους βιαιότητα που στόχο είχε τους Ρωμιούς του Πόντου. Τα μαρτυρικά μέρη πολλά: το σπήλαιο του χωριού Κουνάκα στο οποίο 26 ελληνίδες χόρεψαν τον δικό τους χορό του Ζαλόγγου, στην ηρωική Πάφρα συνέβη το ίδιο, η περιφέρεια της Αμισού όπου ο ελληνικός πληθυσμός ξεκληρίστηκε, το χωριό Έλεζλη όπου στην εκκλησία του σφαγιάστηκαν 535 έλληνες, ολόκληρη η περιφέρεια Κερασούντος όπου ο Τοπάλ Οσμάν κατέσφαξε τον ελληνικό πληθυσμό, ολόκληρη η επαρχία της Τρίπολης. Δυστυχώς αγαπητοί συμπατριώτες τα μέρη στα οποία τόσοι αθώοι άνθρωποι άφησαν την τελευταία τους πνοή στην γη του Πόντου είναι αμέτρητα, όπως αμέτρητος ήταν και ο πόνος των θυμάτων και αυτών που κατάφεραν να επιβιώσουν.
Αμέτρητα είναι όμως και τα μέρη όπου εκείνο το κυνηγημένο κομμάτι τότε, του Ελληνισμού έγραψε σελίδες δόξας, όπως και αμέτρητης γενναιότητας οι καπετάνιοι που αναδείχθηκαν μέσα από την σφαγή. Άλλωστε η δημιουργία των αντάρτικων σωμάτων έγινε πρωτίστως για την διαφύλαξη της ζωής και της τιμής του ελληνικού πληθυσμού. Από πού και από ποιους να ξεκινήσει κανείς. Από την άπαρτη Σάντα και τον καπετάν Ευκλείδη, από το Αγιού Τεπέ και τον προδομένο από Έλληνες, Αντων Πασά, από την οροσειρά του Τοπσαμ και τον φόβο των Τούρκων Κοτσά Αναστάς, από το Κιουμούς Ματέν και τον καπετάν Ευάγγελο Ιωαννίδη. Σήμερα είμαστε περήφανοι για την πολιτισμική μας κληρονομιά και αυτό είναι λογικό λόγω της τεράστιας αξίας της. Πρέπει να είμαστε όμως επίσης περήφανοι για το ποντιακό αντάρτικο, για τις γενναίες μάχες που έδωσαν τα αντάρτικα σώματα στον Πόντο και για την συμβολή τους ώστε να μην αφανιστεί εξολοκλήρου ο ελληνικός πληθυσμός. Και να μην ξεχνούμε, πως αν την αξία των εξεγερμένων Ποντίων την εκτιμούσε καλύτερα η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδος η εξέλιξη των πραγμάτων θα ήταν διαφορετική τόσο στον Πόντο όσο και στο Μικρασιατικό Μέτωπο. Ο εθνάρχης Ελευθέριος Βενιζέλος άργησε να το καταλάβει (το κατανόησε λίγο πριν χάσει τις εκλογές)και οι διάδοχοί του διακρίθηκαν για την ακατανόητη έως και προδοτική έλλειψη στρατηγικής τόσο για το θέμα του Πόντου όσο και γενικά για την εμπλοκή της Ελλάδας στην Μικρά Ασία.
Φίλες και φίλοι,
ο ελληνισμός του Πόντου αλλά και ο ελληνισμός της Ανατολής γενικότερα στάθηκε άτυχος διότι δεν συμπεριελήφθη στην εθνική ολοκλήρωση του ελληνικού κράτους. Παρόλα αυτά όλη εκείνη την περίοδο οι έλληνες του Πόντου αγωνίστηκαν όπως όλοι οι έλληνες για να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Ο ελληνισμός των αρχών του περασμένου αιώνα και μέχρι τον εθνικό διχασμό αγωνίστηκε σκληρά και ως ολότητα για να επιτευχθεί το ποθούμενο. Και αυτό ήταν απολύτως λογικό και ας χώριζαν πολλά χιλιάδες χιλιόμετρα τους Ρωμιούς του Πόντου από τους έλληνες της Πελοποννήσου για παράδειγμα. Τους ένωναν όμως η κοινή εθνική καταγωγή η κοινή γλώσσα η κοινή θρησκεία και ο κοινός πολιτισμός. Εκείνη την περίοδο τους ένωνε και η προετοιμασία για ένα κοινό αγώνα που στόχο θα είχε την εθνική ολοκλήρωση.
Αυτά ακριβώς τα στοιχεία συνεχίζουν να ενώνουν τους Πόντιους με τον σύγχρονο ελληνισμό και όλους τους έλληνες όπου γης, μπροστά στις προκλήσεις των καιρών . Είναι κοινά πολιτισμικά στοιχεία αντιλήψεις και καταβολές που ξεκινούν αιώνες πριν και φτάνουν ως τις μέρες μας. Και το πώς το βιώνει κάθε άνθρωπος αυτό είναι δικό του προσωπικό ζήτημα. Άλλωστε τα συναισθήματα δεν μπορείς παρά μόνο να τα περιγράψεις σε κάποιον. Θα μου επιτρέψετε λοιπόν τρεις προσωπικές αναφορές που περιγράφουν τον τρόπο που βίωσα εγώ αυτή την ταύτιση των Ποντίων με την Ελληνισμό σε ιστορικό και πολιτισμικό επίπεδο.
Το πρώτο περιστατικό συνέβη στα 13 μου, όταν ερχόμενος σε επαφή για πρώτη φορά στο γυμνάσιο με αρχαία ελληνικά κείμενα, ένοιωσα ιδιαίτερη περηφάνια για το ότι η διάλεκτος που μιλούσε ο παππούς μου στο χωριό, περιείχε πάρα πολλά κοινά στοιχεία με αυτήν την μαγική γλώσσα στην οποία ήταν γραμμένα εκείνα τα κείμενα. Και παρόλο που για το θέμα αυτό είχα ήδη ενημερωθεί από το οικογενειακό μου περιβάλλον, στα 13χρονα εφηβικά μου μάτια αυτό φάνταζε σαν μια μεγάλη ανακάλυψη που δικαιολογημένα με έκανε περήφανο.
Το δεύτερο περιστατικό στα 16 μου, όταν ανακάλυψα με μια απλή έρευνα στις παιδικές μνήμες των προγόνων μου ότι ο προπάππος μου από το γένος της μητέρας μου, μαθητής της ξακουστής Μοδέστειου Σχολής Πισοδερίου και η προγιαγιά μου από το γένος του πατέρα μου, καταγόμενη από το χωριό Αρτούχ των Κοτυώρων του Πόντου το 1912 τραγουδούσαν το ίδιο εμβατήριο με τους ίδιους στίχους και την ίδια μουσική, «Ω λυγερό και κοφτερό σπαθί μου». Ο ένας στη Μακεδονία και η άλλη στον Πόντο υπόδουλοι και οι δύο στον Οθωμανό κατακτητή πάλευαν να εκφράσουν τον κοινό τους πόθο για την ελευθερία και την αγάπη τους για την Ελλάδα με το ίδιο ακριβώς τραγούδι, αν και τους χώριζαν πάνω από 1500 χλμ.
Το τρίτο περιστατικό συνέβη στα 25 μου, όταν σε μια επίσκεψή μου στην Κωνσταντινούπολη είχα μία συζήτηση με έναν κατά τα άλλα συμπαθέστατο Τούρκο και ο οποίος στο άκουσμα πως ο παππούς μου καταγόταν από την περιοχή των Κοτυώρων, μου είπε προσδίδοντάς μου τον εθνικό προσδιορισμό Ρωμιός, ότι εμείς οι Ρωμιοί του Πόντου που φύγαμε το 1922 θέλουμε να κάνουμε ελληνικό κράτος στο Πόντο με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα και να επιστρέψουμε εκεί. Φυσικά ο διάλογος έγινε στην αγγλική. Ο χαρακτηρισμός Ρωμιός για τον οποίο είμαι ιδιαίτερα περήφανος και ο χαρακτηρισμός ελληνικός δύο λέξεις που έχουν κοινή πολιτική πολιτισμική και ιστορική βάση και εκφράζουν το ίδιο τους σημερινούς Ποντίους, εκφερόταν με την ίδια ακριβώς έννοια από ένα πολίτη του κράτους το οποίο ευθύνεται για την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου. Πραγματικά συγκινητικό, αν αναλογιστεί κανείς ότι το σύγχρονο ελληνικό κράτος τους απογόνους εκείνων των Ρωμιών που επιβίωσαν της γενοκτονίας τους αφήνει σχεδόν μόνους στον αγώνα τους για την αναγνώριση της Γενοκτονίας σαν να μην είναι δικό του κομμάτι, ελληνικό εξίσου με τα άλλα. Με αυτό τον τρόπο βίωσα εγώ την ταύτιση του Ποντιακού ελληνισμού με τον ελληνισμό συνολικά δια μέσου της ιστορίας.
Φίλες και φίλοι,
Στις 19 Μαΐου κάθε χρονιάς δεν πρέπει απλά να κάνουμε μνημόσυνο στους νεκρούς μας . Η γενοκτονία είναι ένα βαθειά πολιτικό θέμα, και έτσι πρέπει να αναδειχθεί. Ο ποντιακός ελληνισμός, ο Πόντος, δεν είναι μόνο χοροί, λύρα και τραγούδι, είναι και καθήκον, καθήκον όλων μας να δικαιωθούν οι νεκροί μας καθήκον όλων μας να σταθούμε εμείς οι Πόντιοι όρθιοι και περήφανα να ατενίσουμε αισιόδοξα το μέλλον, διαμορφώνοντάς το. Ο Πόντος πια, του οποίου η μνήμη ως γενέθλιο μας χώμα δεν χάνετε, δεν είναι μακριά. Μέσω του πολιτισμού και της οικονομίας, μέσω ενός κόσμου που αλλάζει, μέσω μιας πραγματικά δημοκρατικής και σύγχρονης Τουρκίας, για την οποία πρέπει όλοι να αγωνιστούμε, θα επιστρέψουμε να είστε σίγουροι για αυτό, για να κάνουμε μνημόσυνο στους νεκρούς μας στα χώματα πάνω στα οποία θυσιάστηκαν . Θα επιστρέψουμε για να καταλάβουν οι άνθρωποι αλλά και η πλάση και τα «έμορφα ρασία» πως «εκλώσταμε» και δίνουμε το ειρηνικό μας στίγμα , ένα στίγμα ανάπτυξης και δημιουργίας ένα στίγμα ομαλής συνύπαρξης με όλους τους ανθρώπους στον ιστορικό Πόντο, μακριά από εθνικισμούς και μισαλλοδοξίες, εμπνεόμενοι από τις αξίες των προγόνων μας, τη λεβεντιά, τη φιλοξενία, τη φιλοπατρία, την αγάπη για την πρόοδο, την αγάπη για τη ζωή. Γιατί εμείς οι Πόντιοι είμαστε λάτρες της ζωής, οι υπεύθυνοι για τη γενοκτονία μας ήταν και παραμένουν δυστυχώς, λάτρες του θανάτου.
Φίλες και φίλοι,
Η λησμονιά πρέπει να ηττηθεί η μνήμη είναι απαραίτητο να νικήσει. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ.
Κάθε χρόνο η 19η Μαΐου πρέπει να είναι η αρχή, όχι το τέλος.
Σας ευχαριστώ".
Και στην πόλη του Αμυνταίου τιμήθηκαν τα θύματα της Γενοκτονίας σε ειδική εκδήλωση στην Εύξεινη Λέσχη Αμυνταίου. Κυρίαρχο στοιχείο η παρουσία του Δημάρχου Καραββά (κατεχόμενης κωμόπολης στην Κύπρο), ο οποίος και βράβευσε τον αντιπεριφερειάρχη Φλώρινας Δημήτριο Ηλιάδη για όσα έκανε για την σύσφιξη των σχέσεων των δύο ελληνικών αδελφών λαών.






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια στα blogs υπάρχουν για να συνεισφέρουν οι αναγνώστες στο διάλογο. Η ευθύνη των σχολίων (αστική και ποινική) βαρύνει τους σχολιαστές.